DictionaryForumContacts

   Danish
Google | Forvo | +
bivoks, hvidt og gult
food.ind. λευκός κηρός; κίτρινος κηρός; κηρός μελισσών; κηρός μελισσών λευκός και κίτρινος
food.ind., chem. κηρός μελισσών, λευκός και κίτρινος ; Ε 901