pris | |
gen. | βραβείο |
econ. | τιμή |
econ. agric. | τιμή που πρέπει να καταβληθεί στον παραγωγό στό στάδιο της επεξεργασίας; τιμή εισπραχθείσα από τον παραγωγό |
energ.ind. | τιμή μονάδας; μοναδιαία τιμή |
venskabsbyguldstjernerne: 1 phrase in 1 subject |
General | 1 |