tensão | |
earth.sc. | πίεση; ολικό φορτίο |
el. | διαφορά δυναμικού; ηλεκτρική τάση |
industr. construct. | ικανότης ξηράνσεως; συστολή ξηράνσεως |
math. | στρες |
dê | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
corte | |
anim.husb. food.ind. | τεμάχιο |
| |||
πίεση; ολικό φορτίο | |||
διαφορά δυναμικού; ηλεκτρική τάση | |||
ικανότης ξηράνσεως; συστολή ξηράνσεως | |||
στρες | |||
τάση |
tensão: 1134 phrases in 33 subjects |