DictionaryForumContacts

   Portuguese
Google | Forvo | +
to phrases
externalização n
gen. αν·άθεση καθηκόντων σε τρίτους
busin., labor.org., corp.gov. ανάθεση δραστηριοτήτων σε τρίτους; εξωπορισμός
econ. ανάθεση σε τρίτους
econ., empl. εξωχώρια ανάθεση δραστηριοτήτων; μετεγκατάσταση
lab.law., empl. εξωτερική ανάθεση
externalização: 2 phrases in 1 subject
Business2