transporter | |
fish.farm. | τύμπανο περιέλιξης διχτυού |
med. | μεμβρανική μεταφορική πρωτεΐνη; μεμβρανικός μεταφορέας; μεταφορέας; φορέας; πρωτεΐνη μεταφοράς; πρωτεΐνη μεταφορέας |
erector | |
lab.law. construct. | μονταδόρος |
| |||
τύμπανο περιέλιξης διχτυού | |||
μεμβρανική μεταφορική πρωτεΐνη; μεμβρανικός μεταφορέας; μεταφορέας; φορέας; πρωτεΐνη μεταφοράς; πρωτεΐνη μεταφορέας | |||
μηχάνημα μεταφορτώσεως; γερανογέφυρα; κινητός γερανός | |||
English thesaurus | |||
| |||
trtr | |||
tptr |
transporter/erector: 1 phrase in 1 subject |
General | 1 |