microwave | |
environ. | μικρόκυμα; μικρόκυμα |
subcarrier | |
commun. | ενδιάμεσο φέρον κύμα; υπο-φέρον κύμα; χρωματικός υποφορέας; δευτεροφέρουσα χρώματος; υποφορέας χρωματισμού |
| |||
μικροκύματα; συχνότητα μικροκύματος | |||
| |||
μικρόκυμα | |||
| |||
μικρόκυμα | |||
English thesaurus | |||
| |||
mwave |
microwave: 133 phrases in 15 subjects |