air freight | |
fin. transp. | αεροπορικός ναύλος |
terminal | |
gen. | πόλος; τέρμα,αφετηρία,σταθμός; τερματικό; ακροδέκτης |
med. | ακραίος; ληκτικός; τελικός |
| |||
αεροπορικός ναύλος | |||
αερομεταφερόμενο φορτίο |
air freight: 6 phrases in 2 subjects |
Economy | 1 |
Transport | 5 |