DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Metallurgy containing Άνω | all forms
GreekDanish
άνω βραχίοναςoverarm
άνω μέρος φιάληςflasketoppens runding
άνω πέλμαhoved
άνω πέλμαoverflange
άνω πλαίσιοoverpart
άνω πλαίσιοoverkasse
άνω πτερύγιοtopfinne
άνω τμήμα μηχανήςskinne
άνω τμήμα μηχανήςbærebjælke
άνω φέταtopfinne
άνω όριο διαρροήςøvre strækgrænse
άνω όριο ελαστικότηταςøvre strækgrænse
ακτινωτό λειαντικό εργαλείο με ίσιο άνω άκροlige slikker med afrundet ende
ακτινωτό λειαντικό εργαλείο με κυρτωμένο άνω άκροafrundet pudseværktøj
....διότι η θερμοκρασία διάλυσης ήταν 15° C άνω του Aclda opløsningstemperaturen ligger 15 grader C over Ac1
εξογκωμένη άνω επιφάνειαopblæst top
κάμινος τροφοδοτούμενη εκ των άνωtopchargeret ovn
λειαντικό εργαλείο απότομης γωνίας με ίσιο άνω άκροskarpvinklet med lige ende
λειαντικό εργαλείο απότομης γωνίας με ίσιο άνω άκροpudseværktøj
λειαντικό εργαλείο απότομης γωνίας με κυρτωμένο άνω άκροretvinklet slikker
σε θερμοκρασίες άνω των 500° C μπορεί να καθιζήσει η φάση σίγμαved temperaturer over 500 grader C kan sigma-fase udskilles
φορέας άνω μέρους μήτρας πρέσας σφυρηλασίαςhammerhoved
φορέας άνω μέρους μήτρας πρέσας σφυρηλασίαςfaldklods
χρόνος παύσεως στο άνω σημείο του κύκλουhviletid