DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Medical containing υπηρεσία | all forms
GreekEnglish
βιοτεχνολογικό αγαθό ή υπηρεσίαbiotechnological good or service
δασική υπηρεσίαforestry department
εθνική υπηρεσία αιμοδοσίαςnational blood collection service
εθνική υπηρεσία υγείαςnational health service
επίσημη υπηρεσίαofficial service
ευρωπαϊκή υπηρεσία πληροφόρησης για τη βιοτεχνολογίαEuropean biotechnology information service
ιατρική υπηρεσία εφημερίαςon-duty medical unit
νοσηλευτική υπηρεσίαnursing service
νοσοκομειακή υπηρεσίαhospital service
νυχτερινή υπηρεσίαnight duty
οικονομική υπηρεσία νοσοκομείουhospital economics
ομοσπονδιακή υπηρεσία ναρκωτικώνfederal opium agency
τεχνική υπηρεσία νοσοκομείουmedical block
υπηρεσία έκτακτης ιατρικής βοήθειαςemergency rescue service
υπηρεσία έκτακτης ιατρικής βοήθειαςemergency medical services
υπηρεσία αιμοδοσίαςblood-donor service
υπηρεσία αιμοδοσίαςblood bank
υπηρεσία αντιμετώπισης καταγμάτωνfracture treatment unit
υπηρεσία αποκατάστασηςrehabilitation service
υπηρεσία δημόσιας υγείαςpublic health service
υπηρεσία εξουσιοδοτημένη για την λήψη και χρήση εμβρυϊκού υλικούdepartment authorized for the reception and use of the embryonic material
υπηρεσία ιατρικής βοηθείαςmedical assistance on duty
υπηρεσία ιατρικής βοηθείαςmedical assistance on call
υπηρεσία ιατρικών επισκέψεωνconsultation office
υπηρεσία ιατρικών επισκέψεωνadvisory service
υπηρεσία ιατρικών συμβουλώνconsultation office
υπηρεσία ιατρικών συμβουλώνadvisory service
υπηρεσία κοινωνικών λειτουργών νοσοκομείουhospital social assistance
Υπηρεσία Κτηνιατρικής και Φυτοϋγειονομικής ΕπιθεώρησηςOffice for Veterinary and Plant-Health Inspection and Control
υπηρεσία μέσω τηλεφωνήτριαςoperator services
υπηρεσία μεταθανάτιας εξέτασηςfacility for post mortem examination
υπηρεσία φυτοπροστασίαςPlant Protection Service
υπηρεσία φύλαξης νοσοκομείουon duty staff
υπηρεσία φύλαξης νοσοκομείουguard duty