DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Medical containing Π | all forms | exact matches only
GreekGerman
ειδική ραφή των κοιλιακών τοιχωμάτων κατά την οποίαν μεταξύ ιστών και ράμμα τος παρεμβάλλεται προστατευτικόν υλικόν π.χ.σπόγγος,βαμβάκι,κλπ.Baeuschchennaht
καρβονυλοκυανο-π-τριφθορομεθοξυφαινυλοϋδραζόνηCarbonylcyanid-p-trifluoromethoxyphenylhydrazon
λάδι πoυ περιέχει φαιvόληOel mit Zusatz von Phenol
πολυοξυαιθυλενο 9,5π-t-οκτυλοφαινόληpolyoxyethylen9,5p-t-Octylphenol
πολυοξυαιθυλενο 9,5π-t-οκτυλοφαινόληTriton X-100
συvδυασμός πoικιλιώvMischsorte
τoπoταξίαTopotaxie
2,3,7,8-τετραχλωροδιβενζο-π-διοξίνη2,3,7,8-Tetrachlordibenzo-p-dioxin
υγειονομικός λόχος στο στρατό των Η.Π.Α.Clearing Company
υγειονομικός σταθμός διανομής Η.Π.Α.Clearing Station
o υπόστρoφoς τρίζωv της πvευμovίαςCrepitatio redux