DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Law containing Π | all forms | exact matches only
GreekGerman
έδρα της Π.Τ.ΕLand,in dem der Verein seinen Sitz hat
βασική τροποποίηση των Πράξεων της Π.Τ.Εmaterielle Änderung der Verträge des WPV
διεθνές γραφείο της Π.Τ.Εinternationales Büro des WPV
νομικό καθεστώς της Π.Τ.Ε.Statut des WPV
νομικό καθεστώς της Π.Τ.Ε.Rechtsstellung des WPV
Πoλυμερής Συμφωνία για την υποστήριξη της οπτικοακουστικής συμπαραγωγής στην ΕυρώπηMehrseitige Vereinbarung zur Unterstützung der audiovisuellen Koproduktion in Europa
παράvoμη εμπoρία πoλιτιστικώv αγαθώv, συμπεριλαμβαvoμέvωv τωv αρ?αιoτήτωv και τωv έργωv τέ?vηςillegaler Handel mit Kulturgütern, einschließlich Antiquitäten und Kunstgegenstände
πλαστoγραφία εγγράφωv? πλαστoγραφία πιστoπoιητικώvUrkundenfälschung
πλαστoγραφία εγγράφωv? πλαστoγραφία πιστoπoιητικώvFälschung von amtlichen Dokumenten
συμφωνία μεταξύ Ο.Η.Ε και Π.Τ.ΕÜbereinkommen zwischen UNO und WPV
συνέδριο της Π.Τ.ΕWeltpostkongress
συνέδριο της Π.Τ.ΕKongress des WPV
σύνολο ταχυδρομικών μελετών της Π.Τ.ΕPostudiensammlung des WPV
τροποποίηση συντακτικής φύσεως των πράξεων της Π.Τ.Εredaktionelle Änderung der Verträge des WPV
χώρα-μέλος της Π.Τ.ΕMitgliedsland des WPV