DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Agriculture containing δίκτυο | all forms
GreekDanish
ανυψωμένο δίκτυοhøjtliggende vandingssystem
ανυψωμένο δίκτυοhøjthængende vandingssystem
αρδευτικό δίκτυοvandingssystem
δίκτυο αγωγώνgrøftesystem
δίκτυο απόθεσης των σταγονιδίωνafsætningsnet
δίκτυο απόθεσης των σταγονιδίωνfordelingsmønstre
δίκτυο απόθεσης των σταγονιδίωνafsætningsmønstre
δίκτυο διανομήςforsyningssystem
δίκτυο επιμόρφωσηςuddannelsesnet
δίκτυο εποπτείας των δασώνnet af databanker om skovbrande
δίκτυο εποπτείας των δασώνinformationssystem om skovbrande
δίκτυο κέντρων πληροφόρησης για τις πρωτοβουλίες σε θέματα αγροτικής ανάπτυξης και για τις γεωργικές αγορέςNet af Informationscentre for Initiativer til Udvikling af Landdistrikterne og for Landbrugsmarkederne
δίκτυο κυκλοφορίας αέροςluftrørsystem
δίκτυο παροχήςforsyningssystem
δίκτυο στο έδαφοςvandingssystem på jorden
δίκτυο σωλήνωσης υγρού έρματοςballastrør
δίκτυο σωληνώσεωνrørstrenge
δίκτυο σωληνώσεωνrørledninger
δίκτυο σωληνώσεων πυρόσβεσηςhovedbrandledning
δίκτυο τάφρωνgrøftesystem
δίκτυο των σημείων απόθεσης των σταγονιδίωνafsætningsnet
δίκτυο των σημείων απόθεσης των σταγονιδίωνfordelingsmønstre
δίκτυο των σημείων απόθεσης των σταγονιδίωνafsætningsmønstre
επιφανειακό δίκτυοvandingssystem over jorden
επιφανειακό δίκτυοoverjordisk vandingssystem
Ευρωπαϊκό Δίκτυο Αγροτικής Ανάπτυξηςeuropæisk netværk for landdistriktsudvikling
προστατευτικό δίκτυο κατά των εντόμωνinsektnet
πότισμα με τεχνητή βροχή με ημιμόνιμο δίκτυο μεταφοράς νερούvanding med semi-permanente rørledninger
στραγγιστικό δίκτυοdrænledningsnet
υπόγειο δίκτυοvandingssystem under jorden
υπόγειο δίκτυοunderjordisk vandingssystem
χωρίσματα των κλωβών η των θέσεων από ενισχυμένο μεταλλικό δίκτυο,στερεωμένα σε χαλύβδινα πλαίσιαbåse- eller boksskillevægge af trådvæv fastgjort på stålrammer