DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Mechanic engineering containing καμπύλη | all forms
GreekDanish
αλυσοειδής καμπύληkædelinje
επικυκλοειδής καμπύληepicykloide
καμπύλη δυναμικής μεταβολής πιέσεως εξόδουdynamisk trykreduktionskurve
καμπύλη επιφάνεια ποδιούfodrundingsflade
καμπύλη επιφάνεια ποδιούbundflanke
καμπύλη μεγάλης ακτίναςrørbøjning
καμπύλη μικρής ακτίναςr rknæ
καμπύλη μικρής ακτίναςvinkelr r
καμπύλη μικρής ακτίναςr rb jning
καμπύλη παροχής καυσίμουkurve over brændstoftilførslen
καμπύλη προπορείας της έγχυσηςindsprøjtningsforstillingskurve
καμπύλη τάνυσης αλυσίδας χειρολισθήραstrammehjul til håndlistekæde
καμπύλη ψύξεωςafkølingskurve
κυκλοειδής καμπύληcykloide
οδηγητική καμπύλη αντιγραφήςskabelon
οριακή καμπύλη θετικών ροπώνlinje,der afgrænser området med positivt drejningsmoment
υποκυκλοειδής καμπύληhypocykloide
χαρακτηριστική καμπύλη πτώσεωςfaldende karakteristik