DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing πειρος | all forms
GreekGerman
ασφαλιζόμενος πείρος ακινητοποίησηςVerriegelungsstift
κοίλος πείρος με σχισμήhohler Schlitzbolzen
οδηγός πείροςFührungsstift
οδηγός πείροςSicherung gegen Falscheinbau
οδηγός πείροςPaßkerbstift
πείρος άγκυραςAnkerpinne
πείρος άρθρωσηςGelenkstück
πείρος άρθρωσηςGelenkstift
πείρος άρθρωσηςScharnierstift
πείρος άρθρωσηςGelenkbolzen
πείρος άρθρωσηςDrehbolzen
πείρος αναστολήςAnschlagstift
πείρος αναστολήςAnschlagbolzen
πείρος ασφάλισης με ζύγωθροVerriegelungsstift
πείρος ασφάλισης σκέλους προσγείωσης στο έδαφοςVerriegelungsstift
πείρος αυτοδιευθυνόμενου άξοναLenkachswelle
πείρος για τη συσκευή κύριας ζεύξηςHauptkuppelbolzen
πείρος για τρύπες στρωτήρωνSchwellendübel
πείρος για τρύπες στρωτήρωνPflock
πείρος δέστραςPollerpinne
πείρος διάτμησηςScherbolzen
πείρος διάτμησης προστασίας ρυμούλκισηςSollbruchstelle
πείρος διαστολήςDehnbolzen
πείρος διχαλωτής σύνδεσηςGabelkopfbolzen
πείρος διωστήραPleuelstangenbolzen
πείρος επικέντρωσηςSicherung gegen Falscheinbau
πείρος ευθυγράμμισης συναρμολόγησης κατασκευήςSicherung gegen Falscheinbau
πείρος ζεύξηςKupplungsbolzen
πείρος κινητήριου άξοναTreibachswelle
πείρος κρίκουScharnierstift
πείρος κρίκουGelenkstift
πείρος κρίκουGelenkbolzen
πείρος με κεφαλήBundbolzen
πείρος με πατούραBundbolzen
πείρος με σπείρωμαGewindestift
πείρος πέδηςBremsbolzen
πείρος προσάρτησηςBefestigungsbolzen
πείρος πρυμναίας κώπηςWriggeldolle
πείρος πρυμναίας κώπηςWrickdolle
πείρος στύπου άγκυραςAnkerstockpinne
πείρος συναρμολόγησηςStellstift
πείρος τσίπου άγκυραςAnkerstockpinne
πείρος υπομοχλίουDrehbolzen
πείρος φέροντα άξοναLaufachswelle
πείρος φορείουobere Drehpfanne
πείρος φορείουDrehzapfen
πείρος φορτωτήραSpurzapfen
πείρος φορτωτήραLuemmelbolzen
πείρος χωρίς κεφαλήglatter Bolzen
πολύσφηνος πείροςKerbbolzen
φλαντζωτός πείροςBundbolzen
φυτευτός πείροςZapfen
ωστικός πείροςDruckbolzen