DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Demography containing για | all forms | exact matches only
GreekDanish
αγροτική γη η οποία είναι ελεύθερη για πώλησηlandbrugsjord , der er disponibel for salg
εστία για ανύπαντρα άτομαhjem for enlige
κατοικία για ανύπαντρα άτομαhjem for enlige
κατοικίες για την τρίτη ηλικίαældrebolig
κατοικίες για την τρίτη ηλικίαpensionistbolig
κατοικίες για την τρίτη ηλικίαbolig for ældre
κτίρια μη προοριζόμενα για κατοικίαbygning ikke hovedsagelig til beboelse