DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Natural sciences containing δοκιμασία | all forms
GreekDanish
βιολογική δοκιμασίαbiologisk prøve
δοκιμασία αμυλασικής δράσηςtest for amylaseaktivitet
δοκιμασία επιβεβαίωσης κατά ΟΟΣΑOECD confirmatory test
δοκιμασία επικρατούς θανατογόνας μετάλλαξηςdominant letal test
δοκιμασία θανατηφόρου επικρατούντος χαρακτήραdominant letal test
δοκιμασία μεταλλαξιγένεσηςmutagenicitetsundersøgelse
δοκιμασία πτώσηςfaldforsøg
δοκιμασία ραδιενεργού άνθρακος C 14kulstof-14-metode
δοκιμασία σταθερότητας στη θερμότηταvarmestabilitetsafprøvning
κεντρική δοκιμασίαcentral afprøvning
κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για για την ανάλυση και τη δοκιμασία του γάλακτος και των προϊόντων με βάση το γάλαEF-referencelaboratorium for analyse og prøveudtagning af mælk og mælkebaserede produkter