Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Spanish
Terms
for subject
Politics
containing
απόφαση
|
all forms
Greek
English
αναθεωρούμενη
απόφαση
judgment revised
αναιρεσιβαλλόμενη
απόφαση
decision against which the appeal is brought
αποφαίνομαι με προδικαστική
απόφαση
; αποφαίνομαι προδικαστικώς; εκδίδω προδικαστική απόφαση
to
give a preliminary ruling
απόφαση
για διαδικασία εξέτασης σχετικά με ...' απόφαση για διαδικασία εξέτασης όσον αφορά ...
examination procedure decision concerning...
απόφαση
για διαδικασία εξέτασης σχετικά με ...' απόφαση για διαδικασία εξέτασης όσον αφορά ...
decision on the procedure for examining
απόφαση
για διεξαγωγή της συζητήσεως κεκλεισμένων των θυρών
hear a case in camera
απόφαση
επί της αναθεωρήσεως
revising judgment
απόφαση
επί της αναιρέσεως
decision on the appeal
απόφαση
περί αναπομπής
judgment referring the case back
απόφαση
περί αναστολής
decision of stay
απόφαση
περί παραπομπής
referral order
απόφαση
περί παραπομπής
order of referral
απόφαση
περί παραπομπής
order for reference
απόφαση
που διορθώνεται
rectified judgment
απόφαση
που εκδίδεται ερήμην
judgment by default
απόφαση
που τερματίζει τη δίκη
final judgment
Απόφαση
του Γενικού Γραμματέα του Συμβουλίου/Ύπατου Εκπροσώπου για την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλειας της 27ης Ιουλίου 2000 περί των μέτρων προστασίας των διαβαθμισμένων πληροφοριών τα οποία εφαρμόζονται στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου
Decision of the Secretary-General of the Council/High Representative for the Common Foreign and Security Policy of 27 July 2000 on measures for the protection of classified information applicable to the General Secretariat of the Council
απόφαση
του Δικαστηρίου, το οποίο αποφαίνεται κατεπειγόντως κατόπιν αιτήσεως
ruling by the Court of Justice, adjudicating urgently upon the application
απόφαση
του Προέδρου
decision of the President
Απόφαση
του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 1993 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Συμβουλίου
Council Decision on public access to Council documents
απόφαση
των Η.Ε.σχετικά με την οριοθέτηση περιοχών ασφαλείας
UN resolution on safe areas
Δήλωση
αριθ. 31
για την
απόφαση
του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 1987
Declaration relating to the Council Decision of 13 July 1987
διαδικαστική
απόφαση
procedural decision
ερήμην
απόφαση
judgment by default
ερμηνευτική
απόφαση
interpreting judgment
ερμηνευόμενη
απόφαση
judgment interpreted
ιδιάζουσα
απόφαση
sui generis
sui generis decision
οριστική
απόφαση
; αμετάκλητη απόφαση
final judgment
προδικαστική
απόφαση
judgment delivered under the preliminary ruling procedure
προσβαλλόμενη
απόφαση
judgment under appeal
σημαντική κοινοτική
απόφαση
important Community decision
σημείο για το οποίο η ΕΜΑ, σύμφωνα με το άρθ. 19, παρ. 7 του εσωτερικού κανονισμού του Συμβουλίου, μπορεί να λάβει διαδικαστική
απόφαση
Item on which a procedural decision may be adopted by Coreper in accordance with Article 19
7
of the Council's Rules of Procedure.
Get short URL