DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing κινητήρας | all forms
GreekEnglish
Επιτροπή για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν στην έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τουςCommittee for adaptation to technical progress of the directive on the approximation of the laws of the Member States relating to the type approval of motor vehicles and their trailers
ισχύς κινητήραmotor power, power of the motor
κάτοχος οχημάτων με κινητήραowner of motor vehicles
κινητήρας που χρησιμοποιεί τον αέρα ως οξειδωτικό μέσοair-breathing engine
κινητήρας φτωχού μίγματοςlean-burn engine
όχημα με τον κινητήρα κάτω από τον θάλαμο οδήγησηςcab-over engine vehicle