DictionaryForumContacts

   French
Terms for subject Agriculture containing secteur | all forms | exact matches only
FrenchGreek
activités économiques en amont ou en aval dans le secteur agricoleοικονομικές δραστηριότητες σε σχέση με τη διαδικασία της γεωργικής παραγωγής
alimentation sur secteurτροφοδοσία μέσω δικτύου
asperseur à secteurεκτοξευτής με τομέα
asperseur à secteur réglableεκτοξευτής με τομέα
asperseur à secteur variableεκτοξευτής με τομέα
chef de secteurαρχηγός τομέως
méthodes d'analyse communautaires applicables dans le secteur du vinκοινοτικές μέθοδοι ανάλυσης που εφαρμόζονται στον οινικό τομέα
organisation commune des marchés dans le secteur des produits transformés à base de fruits et légumesκοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των μεταποιημένων προïόντων με βάση τα οπωροκηπευτικά
organisation commune des marchés dans le secteur du tabac brutκοινή οργάνωση αγοράς ακατέργαστου καπνού
producteur du secteur des grandes culturesπαραγωγός αροτραίων καλλιεργειών
Programme d'aide à la modernisation et à la rénovation du secteur de la pêcheΠρόγραμμα ενισχύσεως για τον εκσυγχρονισμό και την ανανέωση του τομέα της αλιείας
programme de réforme du secteur des céréalesμεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του τομέα των σιτηρών
réaménagement du secteur ovinμεταρρύθμιση του τομέα πρόβειου κρέατος
réaménagement du secteur ovinαναθεώρηση του καθεστώτος που ισχύει στον τομέα του προβείου κρέατος
régime d'aide aux producteurs du secteur des grandes culturesκαθεστώς χορήγησης ενισχύσεων στους παραγωγούς αροτραίων καλλιεργειών
secteur agricoleαγροτικός τομέας
secteur agro-industrielβιομηχανία μεταποίησης γεωργικών προϊόντων
secteur agrosylvicoleγεωργικός και δασονομικός τομέας
secteur arroséκαλυπτόμενη έκταση από έναν εκτοξευτή
secteur arroséκαλυπτομένη επιφάνεια από έναν εκτοξευτή
secteur arrosé par asperseurκαλυπτομένη επιφάνεια από έναν εκτοξευτή
secteur arrosé par asperseurκαλυπτόμενη έκταση από έναν εκτοξευτή
secteur de déportτομέας πλάγιας μετατόπισης
secteur du tabacτομέας καπνού
secteur endogène de baseβασικός ενδογενής κλάδος
secteur graduéβαθμονομημένος τομέας
secteur laitierγαλακτοκομικός τομέας
secteur laitierγαλακτοβιομηχανία
secteur laitierτομέας των γαλακτοκομικών προϊόντων
secteur publicδημόσια υπηρεσία
secteur viti-vinicoleαμπελοοινικός τομέας
une politique commune des structures dans le secteur de la pêcheκοινή διαρθρωτική πολιτική στον τομέα της αλιείας
Union panhellénique des agronomes du secteur publicΠανελλήνια ΄Ενωση Γεωπόνων Δημοσίων Υπαλλήλων
utilisation des produits agricoles dans le secteur non-alimentaireχρήση γεωργικών πρώτων υλών για σκοπούς άλλους από τη διατροφή
électrificateur alimenté sur secteurτροφοδότης ηλεκτρικού ρεύματος μέσω δικτύου