Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Esperanto
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Maltese
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Terms
for subject
Agriculture
containing
secteur
|
all forms
|
exact matches only
French
Greek
activités économiques en amont ou en aval dans le
secteur
agricole
οικονομικές δραστηριότητες σε σχέση με τη διαδικασία της γεωργικής παραγωγής
alimentation sur
secteur
τροφοδοσία μέσω δικτύου
asperseur à
secteur
εκτοξευτής με τομέα
asperseur à
secteur
réglable
εκτοξευτής με τομέα
asperseur à
secteur
variable
εκτοξευτής με τομέα
chef de
secteur
αρχηγός τομέως
méthodes d'analyse communautaires applicables dans le
secteur
du vin
κοινοτικές μέθοδοι ανάλυσης που εφαρμόζονται στον οινικό τομέα
organisation commune des marchés dans le
secteur
des produits transformés à base de fruits et légumes
κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των μεταποιημένων προïόντων με βάση τα οπωροκηπευτικά
organisation commune des marchés dans le
secteur
du tabac brut
κοινή οργάνωση αγοράς ακατέργαστου καπνού
producteur du
secteur
des grandes cultures
παραγωγός αροτραίων καλλιεργειών
Programme d'aide à la modernisation et à la rénovation du
secteur
de la pêche
Πρόγραμμα ενισχύσεως για τον εκσυγχρονισμό και την ανανέωση του τομέα της αλιείας
programme de réforme du
secteur
des céréales
μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του τομέα των σιτηρών
réaménagement du
secteur
ovin
μεταρρύθμιση του τομέα πρόβειου κρέατος
réaménagement du
secteur
ovin
αναθεώρηση του καθεστώτος που ισχύει στον τομέα του προβείου κρέατος
régime d'aide aux producteurs du
secteur
des grandes cultures
καθεστώς χορήγησης ενισχύσεων στους παραγωγούς αροτραίων καλλιεργειών
secteur
agricole
αγροτικός τομέας
secteur
agro-industriel
βιομηχανία μεταποίησης γεωργικών προϊόντων
secteur
agrosylvicole
γεωργικός και δασονομικός τομέας
secteur
arrosé
καλυπτόμενη έκταση από έναν εκτοξευτή
secteur
arrosé
καλυπτομένη επιφάνεια από έναν εκτοξευτή
secteur
arrosé par asperseur
καλυπτομένη επιφάνεια από έναν εκτοξευτή
secteur
arrosé par asperseur
καλυπτόμενη έκταση από έναν εκτοξευτή
secteur
de déport
τομέας πλάγιας μετατόπισης
secteur
du tabac
τομέας καπνού
secteur
endogène de base
βασικός ενδογενής κλάδος
secteur
gradué
βαθμονομημένος τομέας
secteur
laitier
γαλακτοκομικός τομέας
secteur
laitier
γαλακτοβιομηχανία
secteur
laitier
τομέας των γαλακτοκομικών προϊόντων
secteur
public
δημόσια υπηρεσία
secteur
viti-vinicole
αμπελοοινικός τομέας
une politique commune des structures dans le
secteur
de la pêche
κοινή διαρθρωτική πολιτική στον τομέα της αλιείας
Union panhellénique des agronomes du
secteur
public
Πανελλήνια ΄Ενωση Γεωπόνων Δημοσίων Υπαλλήλων
utilisation des produits agricoles dans le
secteur
non-alimentaire
χρήση γεωργικών πρώτων υλών για σκοπούς άλλους από τη διατροφή
électrificateur alimenté sur
secteur
τροφοδότης ηλεκτρικού ρεύματος μέσω δικτύου
Get short URL