DictionaryForumContacts

   French
Terms containing contrat | all forms | exact matches only
SubjectFrenchGreek
lawaction en exécution du contrat de venteαγωγή προς εκτέλεση της συμβάσεως πωλήσεως
lawaction en résolution du contratαγωγή λύσης της σύμβασης
lawadhésion à un contratπροσχώρηση
lawadhésion à un contratπροσχώρηση σε μία σύμβαση
fin., industr.aide à la production liée au contratενίσχυση στην παραγωγή ανάλογα με τη σύμβαση
agric.aides à la production liées au contratενισχύσεις στην παραγωγή συνδεδεμένες με συμβάσεις με σύμβαση
law, insur.annuler un contratακυρώνω μία σύμβαση
law, lab.law.apprenti sous contratσυμβασιούχος μαθητευόμενος
lawapprobation d'un contrat administratif par la Chambre des députésνομοθετική κύρωση διοικητικής σύμβασης
lawauteur de la résiliation du contratτο μέρος που προκαλεί τη λύση της σύμβασης
lawauteur de la résiliation du contratτο μέρος που καταγγέλλει τη σύμβαση
gen.autorité habilitée à conclure le contrat d'engagementαρχή αρμόδια για τη σύναψη της σύμβασης προσλήψεως
gov.Autorité habilitée à conclure les contrats d'engagementΑρχή Αρμόδια για τη Σύναψη Συμβάσεων πρόσληψης
lawavant contratπροσύμφωνο
law, lab.law.avenant au contrat d'engagementτροποποιητική συμφωνία της συμβάσεως προσλήψεως
gov.avenant au contrat d'engagementπροσθήκη στη σύμβαση πρόσληψης
gen.avenant au contrat d'engagementτροποποιητική συμφωνία της σύμβασης προσλήψεως
law, fin., insur.avenant à un contratεπισυμφωνητικό
gen.avenant à un contratτροποποιητική πράξη μιας σύμβασης
econ., agric.barême d'entraide sans contrat stipuléαριθμολόγιο αλληλοβοήθειας χωρίς διατυπωμένο συμβόλαιο
account.baux et autres contrats cessiblesεκχωρήσεις αδειών και λοιπά μεταβιβάσιμα συμβόλαια
lawcessation du contratλήξη της σύμβασης
law, commer.cession du contratυποκατάσταση τρίτου στη σύμβαση
law, commer.cession du contratμεταβίβαση συμβολαίου
law, commer.clause abusive dans les contrats conclus avec des consommateursαθέμιτος όρος στις συμβάσεις που συνάπτονται με καταναλωτές
lawclause de fin de contratρήτρα λύσης της σύμβασης
lawclause de renouvellement du contratρήτρα ανανέωσης της σύμβασης
lawclause du contratσυμβατική ρήτρα
lawclause du contrat de licenceρήτρα της σύμβασης για την παραχώρηση της άδειας χρήσης
lawclause du contrat de licenceδιατάξεις της σύμβασης για την παραχώρηση της άδειας χρήσης
fin., busin., labor.org.commissions perçues en qualité d'intermédiaire pour des opérations de crédit ou de placement de contrats d'épargne ou d'assuranceπρομήθειες που εισπράττονται λόγω μεσιτείας σε πιστωτικές εργασίες, συμβάσεις αποταμιεύσεως ή ασφαλίσεως
law, transp.conclusion du contrat de transportσυνομολόγηση σύμβασης για μεταφορές
lawconclusion d'un contratσύναψη μιας σύμβασης
lawconclusion d'un contratκατάρτιση μιας σύμβασης
gen.conclusion formelle du contratτυπική σύναψη της συμβάσεως
lawconditions d'un contratόροι της σύμβασης
lawconditions d'un contratόροι μιας σύμβασης
lawconditions d'un contratσυμβατικοί όροι
lawcontenu du contratπεριεχόμενο της σύμβασης
lawcontinuation du contratσυνέχιση της σύμβασης
law, fin.continuité des contrats en écusσυνέχεια των συμβάσεων σε ECU
lawcontrat additionnelπρόσθετο συμφωνητικό
econ.contrat administratifδιοικητική σύμβαση
lawcontrat administratif de compromisδιοικητική σύμβαση συμβιβασμού
lawcontrat administratif de développementδιοικητική σύμβαση αναπτυξιακού χαρακτήρα
lawcontrat administratif de développementαναπτυξιακή διοικητική σύμβαση
lawcontrat administratif de développementπρογραμματική συμφωνία
lawcontrat administratif de développementαναπτυξιακή σύμβαση
lawcontrat administratif homogèneομοιογενής διοικητική σύμβαση
lawcontrat administratif hétérogèneετερογενής διοικητική σύμβαση
lawcontrat annexeσυμπληρωματικό συμφωνητικό
lawcontrat atypiqueάτυπη σύμβαση
lawcontrat avec intéressementσυμβόλαιο με κίνητρα
med.contrat avec un médecin de familleσυμβόλαιο με τον οικογενειακό γιατρό
lawcontrat bilatéralαμφοτεροβαρής σύμβαση
fin.contrat bilatéral de novationδιμερής σύμβαση ανανέωσης οφειλής
fin.contrat bilatéral distinct de novationδιμερής σύμβαση ανανέωσης οφειλής
law, fin.contrat cadreσυμφωνία πλαίσιο
lawcontrat-cadreσυμφωνία πλαίσιο
law, fin.contrat cadreσύμβαση πλαίσιο
gen.contrat-cadreσύμβαση πλαίσιο
social.sc.contrat cadre de partenariatσύμβαση-πλαίσιο εταιρικής σχέσης
social.sc.contrat-cadre de partenariatσύμβαση-πλαίσιο εταιρικής σχέσης
fin.contrat-cadre d'émissions multidevisesσύμβαση πλαίσιο για πολυνομισματικές εκδόσεις
fin.contrat-cadre d'émissions multidevisesσύμβαση πλαίσιο για εκδόσεις πολλαπλού νομίσματος
law, ITcontrat-cadre informatiqueσύμβαση-πλαίσιο στον τομέα της πληροφορικής
law, industr.contrat clé en mainσύμβαση "έτοιμο για λειτουργία"
law, industr.contrat clé en mainσυμβάσεις "με το κλειδί στο χέρι"
law, lab.law.contrat collectifσυλλογική σύμβαση εργασίας
law, lab.law.contrat collectif de travailσυλλογική σύμβαση εργασίας
econ.contrat collectif souscrit par un chef d'entreprise pour les salariés de son entrepriseομαδική ασφάλιση από τη διοίκηση μιας επιχείρησης για λογαριασμό των απασχολουμένων
econ.contrat commercialεμπορική σύμβαση
lawcontrat commercialεμπορική συμφωνία
lawcontrat commutatifαμφοτεροβαρής σύμβαση
lawcontrat conclu entre absentsσύμβαση μεταξύ απόντων
lawcontrat conclu par un consommateurσύμβαση καταναλωτών
law, fin., commun.contrat conclu par voie électroniqueσύναψη συμβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα
lawcontrat conclu verbalementπροφορική συμφωνία
lawcontrat conditionnelσύμβαση υπό αίρεση
lawcontrat conférant une garantieσύμβαση εγγύησης
lawcontrat consensuelάτυπος σύμβαση
lawcontrat constitutifιδρυτική συμφωνία
lawcontrat constitutif de sûretéσύμβαση παροχής εμπράγματης ασφάλειας
gen.contrat d'abonnement typeτυποποιημένη συμφωνία συνδρομής
law, lab.law.contrat d'accueilσύμβαση υποδοχής
law, lab.law.contrat d'accueilσύμβαση εγκατάστασης
lawcontrat d'achatσύμβαση πώλησης
lawcontrat d'adhésionσύμβαση προσχώρησης
med.contrat d'admissionεισιτήριο εισαγωγής
lawcontrat d'adoptionσύμβαση υιοθεσίας
lawcontrat d'affiliationσύμβαση οργανωτικής συνεργασίας
law, lab.law.contrat d'apprentissageσύμβαση μαθητευόμενου
gen.contrat d'apprentissageσύμβαση μαθητείας
gen.contrat d'approvisionnement nucléaireσύμβαση προμήθειας πυρηνικού υλικού
gen.contrat d'appui à la consolidation de l'Étatσύμβαση για τη δημιουργία κρατικού μηχανισμού
lawcontrat d'assistance techniqueσύμβαση παροχής τεχνικής βοήθειας
lawcontrat d'associationσυστατική πράξη
lawcontrat d'associationσυμφωνία ίδρυσης σωματείου
econ.contrat d'assuranceασφαλιστήριο συμβόλαιο
gen.contrat d'assuranceασφαλιστική σύμβαση
gen.contrat d'assurance maritimeσύμβαση θαλάσσιας ασφάλισης ή ναυτασφάλιση
lawcontrat de bail emphytéotique avec option d'achatσύμβαση εμφύτευσης με δικαίωμα αγοράς
law, fin.contrat de campagneετήσια σύμβαση
agric.contrat de campagneσύμβαση εμπορίας
lawcontrat de cession d'usage conclu pour une durée limitéeσύμβαση παραχωρήσεως της χρήσεως που συνάπτεται για ορισμένο χρόνο
lawcontrat de commissionσύμβαση εμπορικής αντιπροσωπείας
lawcontrat de communication du know-howσύμβαση παροχής τεχνογνωσίας
law, commer., econ.contrat de concessionσύμβαση παραχώρησης
lawcontrat de concession commercialeσύμβαση εμπορικής αντιπροσωπείας
lawcontrat de concession de licenceσύμβαση παραχώρησης άδειας
gen.contrat de constructionσύμβαση κατασκευής
lawcontrat de cornerσύμβαση "εμπορικής γωνιάς"
law, fin.contrat de crédit au fournisseurσύμβαση πίστωσης προμηθευτή
agric., industr.contrat de cultureσύμβαση καλλιέργειας
agric.contrat de cultureσυμβόλαιο καλλιέργειας
agric.contrat de culture européenευρωπαϊκή σύμβαση καλλιέργειας
lawcontrat de dominationσύμβαση ελέγχου
lawcontrat de dominationσύμβαση κυριαρχίας
lawcontrat de droit privéσύμβαση ιδιωτικού δικαίου
lawcontrat de dépôtσύμβαση παρακαταθήκης
law, lab.law.contrat de fonctionεπίσημο συμβόλαιο
law, lab.law.contrat de formationσύμβαση επαγγελματικής εκπαίδευσης
law, lab.law.contrat de formation professionnelleσύμβαση επαγγελματικής εκπαίδευσης
law, lab.law.contrat de formation professionnelle accéléréeBσύμβαση ταχύρρυθμης επαγγελματικής εκπαίδευσης
commer., econ.contrat de franchiseσυμφωνία franchise
lawcontrat de franchise cornerσύμβαση "εμπορικής γωνιάς"
account.contrat de garantie financièreσυμβόλαιο χρηματοοικονομικής εγγύησης
econ., fin.contrat de garantie financièreσυμφωνία περί παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας
law, fin.contrat de garantie financière avec constitution de sûretéσυμφωνία εγγυοδοσίας με παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας
law, fin.contrat de garantie financière avec transfert de propriétéσυμφωνία παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας με μεταβίβαση τίτλου
social.sc.contrat de genreκοινωνική σύμβαση για το φύλο
lawcontrat de gestion d'affairesσύμβαση διαχείρισης υποθέσεων
lawcontrat de géranceσυμβόλαιο μίσθωσης της λειτουργίας της επιχείρησης
lawcontrat de géranceσυμβόλαιο διαχείρισης
lawcontrat de junior franchiseσύμβαση ίσσονος ενοποιημένης διανομής
lawcontrat de junior franchiseσύμβαση junior franchise
law, fin.contrat de licenceσύμβαση εκχωρήσεως αδείας
patents.contrat de licenceσύμβαση για την παραχώρηση της άδειας χρήσης
lawcontrat de licence de marqueπαραχώρηση άδειας χρήσης εμπορικής ταυτότητας
lawcontrat de licence de marqueπαραχώρηση άδειας χρήσης διακριτικού τίτλου
lawcontrat de livraisonσυμφωνητικό παράδοσης
agric., sugar.contrat de livraisonσύμβαση παράδοσης
lawcontrat de localisation de l'emplacementσύμβαση καθορισμού του τόπου εγκατάστασης
lawcontrat de locationσύμβαση παραχώρησης της χρήσης ενός προγράμματος
gen.contrat de locationμισθωτήριο
account.contrat de location-financementχρηματοδοτική μίσθωση
lawcontrat de louage de chosesσύμβαση παραχώρησης της εκμετάλλευσης ενός πράγματος
lawcontrat de louage de chosesσύμβαση μίσθωσης πράγματος
law, lab.law.contrat de louage de servicesσύμβαση παροχής εξαρτημένων υπηρεσιών
law, lab.law.contrat de louage de servicesBσύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών
law, lab.law.contrat de louage de servicesBσύμβαση μίσθωσης υπηρεσιών
law, lab.law.contrat de louage de services à domicileBσύμβαση παροχής υπηρεσιών στο σπίτι
law, lab.law.contrat de louage de services à domicileBσύμβαση παροχής εργασίας στο σπίτι
law, lab.law.contrat de louage de travailBσύμβαση μίσθωσης υπηρεσιών
law, lab.law.contrat de louage de travailBσύμβαση μίσθωσης εργασίας
busin., labor.org.contrat de louage d'immeubleσύμβαση πάκτωσης ακινήτου
lawcontrat de mandatχορήγηση γενικής πληρεξουσιότητας
lawcontrat de mandatχορήγηση ειδικής πληρεξουσιότητας
construct.contrat de mandatεντολή
obs., proced.law.contrat de mariageπρογαμιαίο συμβόλαιο
obs., proced.law.contrat de mariageγαμικό σύμφωνο
law, commer.contrat de master franchiseσύμβαση μείζονος ενοποιημένης διανομής
law, market.contrat de mise en commun de résultatsσυμβόλαιο υπολογισμού των αποτελεσμάτων από κοινού
lawcontrat de mise en commun des voixσυμφωνία με την οποία δεσμεύονται να ενεργούν κατά τον ίδιο τρόπο
law, market.contrat de mise en poolσυμβόλαιο υπολογισμού των αποτελεσμάτων από κοινού
social.sc.contrat de mise à disposition d'un employéσύμβαση χρήσης υπαλλήλου
law, industr.contrat de multipropriétéσύμβαση χρονομεριστικής χρήσεως
law, industr.contrat de multipropriétéσύμβαση χρήσης ακινήτου υπό το καθεστώς της χρονομεριστικής ιδιοκτησίας
law, agric.contrat de métayageεπίμορτος αγροληψία
tech.contrat de niveau de serviceσυμφωνία επιπέδου εξυπηρέτησης
lawcontrat de non-disclosureσύμβαση διαφύλαξης του απορρήτου των πληροφοριών
gen.contrat de partage de productionσύμβαση κατανομής της παραγωγής
gen.contrat de partage de productionσυμβόλαιο καταμερισμού της παραγωγής
lawcontrat de participationσύμβαση συμμετοχής
energ.ind.contrat de performance énergétiqueσύμβαση ενεργειακής απόδοσης
lawcontrat de pilotageσύμβαση πιλότος
law, commer.contrat de première assistanceσύμβαση αρχικής υποστήριξης
law, fin.contrat de privatisationσύμβαση ιδιωτικοποίησης
gen.contrat de programmeσύμβαση προγράμματος
law, lab.law.contrat de préembaucheπροσύμφωνο για την κατάρτιση σύμβασης εργασίας
law, lab.law.contrat de prêt de travailleursσύμβαση δανεισμού εργαζομένων
lawcontrat de prêt destiné à financer la vente de biens mobiliers corporelsσύμβαση δανείου που έχει ως αντικείμενο τη χρηματοδότηση της πωλήσεως κινητών
gen.contrat de renforcement des Étatsσύμβαση για τη δημιουργία κρατικού μηχανισμού
lawcontrat de représentant commercialσύμβαση εμπορικής αντιπροσωπείας
commer., polit.contrat de représentation commercialeσύμβαση εμπορικής αντιπροσωπίας
lawcontrat de réservationπροκαταρκτική συμφωνία επιλογής περιοχής
lawcontrat de réservationσύμβαση διαφύλαξης περιοχής
lawcontrat de réservationπροσύμφωνο δέσμευσης περιοχής
lawcontrat de réservation de zoneσύμβαση διαφύλαξης περιοχής
account.contrat de révision externeσύμβαση για υπηρεσίες εξωτερικού ελέγχου
account.contrat de révision externeσύμβαση για έλεγχο από εξωτερικούς ελεγκτές
lawcontrat de savoir-faireσύμβαση τεχνογνωσίας
law, transp.contrat de serviceσύμβαση υπηρεσιών
lawcontrat de sociétéεταιρική σύμβαση
law, fin.contrat de sous-traitanceσυμφωνία υπεργολαβίας
construct.contrat de sous-traitanceυπεργολαβία
lawcontrat de station-serviceσυμφωνία πρατηρίων βενζίνης
agric.contrat de stockageσύμβαση αποθεματοποίησης
agric.contrat de stockage privé à court termeσυμφωνητικό βραχυπρόθεσμης ιδιωτικής αποθεματοποίησης
gen.contrat de subventionσύμβαση επιχορήγησης
gen.contrat de sécuritéΣύμβαση Ασφαλείας
lawcontrat de transfert technologiqueσύμβαση μεταφοράς τεχνολογίας
lawcontrat de transmission du savoir-faireσύμβαση παροχής τεχνογνωσίας
econ.contrat de transportσύμβαση μεταφοράς
law, transp.contrat de transport des bagagesσύμβαση μεταφοράς αποσκευών
law, transp.contrat de transport des marchandisesσύμβαση μεταφοράς εμπορευμάτων
law, transp.contrat de transport des voyageursσύμβαση μεταφοράς επιβατών
econ.contrat de travailσύμβαση εργασίας
law, lab.law.contrat de travailBσύμβαση εργασίας
law, lab.law.contrat de travail collectifσύμβαση ομαδικής εργασίας
law, lab.law.contrat de travail de droit privéσύμβαση εργασίας διεπομένη από το ιδιωτικό δίκαιο
law, lab.law.contrat de travail individuelατομική σύμβαση εργασίας
law, lab.law.contrat de travail intérimaireσύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου
law, lab.law.contrat de travail intérimaireσύμβαση ορισμένου χρόνου
law, social.sc., empl.contrat de travail intérimaireσύμβαση προσωρινής απασχόλησης
law, lab.law.contrat de travail intérimaireσύμβαση ευκαιριακής εργασίας
law, lab.law.contrat de travail soumis au droit privéσύμβαση εργασίας διεπομένη από το ιδιωτικό δίκαιο
law, lab.law.contrat de travail temporaireσύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου
law, social.sc., empl.contrat de travail à durée indéterminéeσύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου
law, social.sc., empl.contrat de travail à durée indéterminéeσύμβαση απασχόλησης αορίστου χρόνου
lawcontrat de travauxσύμβαση εκτελέσεως έργου
econ.contrat de travaux,de fournitures et de servicesσύμβαση έργων,προμηθειών και παροχής υπηρεσιών
gen.contrat de venteσύμβαση πώλησης
agric.contrat de vente d'herbesσυμβόλαιο πώλησης βοσκήσιμης ύλης
lawcontrat de vente entre épouxσύμβαση πωλήσεως μεταξύ συζύγων
agric.contrat de vieillissementσύμβαση παλαίωσης
lawcontrat d'emphytéose acquisitiveσύμβαση εμφύτευσης με δικαίωμα αγοράς
law, lab.law.contrat d'emploiBσύμβαση εργασίας
gov.contrat d'engagementσύμβαση εργασίας
gov.contrat d'engagementσύμβαση πρόσληψης
gen.contrat d'engagementσύμβαση ναυτολόγησης
law, lab.law.contrat d'engagement de serviceσύμβαση εργασίας
gen.contrat d'engagement maritimeσύμβαση ναυτολόγησης
gen.contrat d'enrichissementσύμβαση εμπλουτισμού
law, ed.contrat d'enseignementσύμβαση εκπαίδευσης
lawcontrat d'entrepriseεπιχειρησιακή συλλογική σύμβαση
lawcontrat d'entrepriseσύμβαση έργου
lawcontrat d'entrepriseμίσθωση έργου
mater.sc.contrat d'entretien de longue duréeeσύμβαση συντήρησης μακράς διάρκειας
law, lab.law.contrat d'essaiδοκιμαστική σύμβαση
gen.contrat d'extraction de pétrole en merσύμβαση εξόρυξης πετρελαίου στη θάλασσα
law, transp.contrat d'immatriculationσύμβαση καταχώρισης
law, transp.contrat d'immatriculationσύμβαση εγγραφής
lawcontrat d'ingénierieσύμβαση παροχής μηχανολογικής υποστήριξης
law, lab.law.contrat d'initiation professionnelleLσύμβαση μαθητείας
agric.contrat d'intégrationακέραιο συμβόλαιο παραγωγού
law, lab.law.contrat d'intéressementσύμβαση συμμετοχής
econ., fin.contrat d'objectifsσύμβαση στόχων
lawcontrat d'optionπροσύμφωνο δέσμευσης περιοχής
lawcontrat d'optionπροκαταρκτική συμφωνία επιλογής περιοχής
lawcontrat d'échangeσύμβαση ανταλλαγής
account.contrat déficitaireεπαχθής σύμβαση
gen.contrat d'étudesσύμβαση για την εκπόνηση μελετών
law, commun.contrat d'études et de servicesσύμβαση μελέτης και παροχής υπηρεσιών
lawcontrat en coursισχύουσα συμφωνία
lawcontrat en dépenses contrôlées avec intéressementσυμβόλαιο ελεγχόμενων εξόδων με κινητήρα αμοιβής
lawcontrat en faveur de tiersσύμβαση υπέρ τρίτου
lawcontrat en heures contrôléesσυμβόλαιο σε χρονική και υλική βάση
lawcontrat en régieσυμβόλαιο απόσβεσης του κόστους
lawcontrat en régieσυμβόλαιο απόδοσης του κόστους
gen.contrat-enfance"σύμβαση" για την παιδική ηλικία
lawcontrat fictifεικονική σύμβαση
econ., fin.contrat hors bilanσύμβαση εκτός ισολογισμού
fin.contrat hors bilan sur titres de propriétéεκτός ισολογισμού σύμβαση επί μετοχών
gen.contrat immobilierσύμβαση αγοράς ή μίσθωσης ακινήτου
law, lab.law.contrat individuelατομική σύμβαση
law, lab.law.contrat individuel de travailατομική σύμβαση εργασίας
lawcontrat innomméάτυπη σύμβαση
lawcontrat innoméάτυπη σύμβαση
law, commun.contrat international de coproductionδιεθνής συμφωνία συμπαραγωγής
chem., el.contrat interruptibleδιακοπτόμενη σύμβαση
lawcontrat judiciaireσύμβαση συναπτόμενη ενώπιον δικαστηρίου
lawcontrat léoninλεόντειος σύμβαση
lawcontrat léoninλεόντειος συμφωνία
lawcontrat mixteμικτή σύμβαση
med.contrat médicalσύμβασις ιατρικού έργου
lawcontrat nomméσύμβαση προβλεπόμενη από το νόμο
lawcontrat novatoireσύμβαση ανανέωσης
lawcontrat oralπροφορική συμφωνία
lawcontrat par correspondanceσύμβαση που καταρτίσθηκε με αλληλογραφία
lawcontrat par correspondanceσύμβαση με αλληλογραφία
lawcontrat particulierσύμβαση μεταξύ μομονωμένων προσώπων
lawcontrat particulierατομική σύμβαση
econ., market.contrat payable au comptantσύμβαση τοις μετρητοίς
econ., market.contrat payable au comptantσύμβαση σε μετρητά
law, industr.contrat portant sur l'utilisation d'objets immobiliers en régime de jouissance à temps partagéσύμβαση χρονομεριστικής χρήσεως
law, industr.contrat portant sur l'utilisation d'objets immobiliers en régime de jouissance à temps partagéσύμβαση χρήσης ακινήτου υπό το καθεστώς της χρονομεριστικής ιδιοκτησίας
gen.contrat pour la duree du puitsσύμβαση διάρκειας πετρελαιοπηγής
lawcontrat privéσύμβαση ιδιωτικού δικαίου
lawcontrat préliminaireπροσύμφωνο
lawcontrat préparatoireπροσύμφωνο δέσμευσης περιοχής
lawcontrat préparatoireπροκαταρκτική συμφωνία επιλογής περιοχής
lawcontrat préparatoireπροσύμφωνο
law, market.contrat purgé de clauseρήτρα που απαλείφθηκε από τη σύμβαση
lawcontrat réelre καταρτιζόμενη σύμβαση
law, commer.contrat réservant un droit de propriétéσυμφωνία επιφύλαξης κυριότητας
law, lab.law.contrat saisonnierσύμβαση εποχικής εργασίας
law, lab.law.contrat salariéσύμβαση μισθωτών υπηρεσιών
law, fin.contrat simpleαπλή σύμβαση
lawcontrat simuléεικονική σύμβαση
lawcontrat solennelτυπική σύμβαση
lawcontrat successifσύμβαση καταβολής περιοδικών παροχών
lawcontrat successifδιαρκής σύμβαση
lawcontrat successifσυμφωνία διαδοχικών παροχών
lawcontrat synallagmatiqueαμφοτεροβαρής σύμβαση
energ.ind.contrat "take or pay"σύμβαση υποχρεωτικής αγοράς ανεξαρτήτως παραλαβής
agric.contrat territorial d'exploitationγεωργοχωροταξικές συμβάσεις
econ., ITcontrat transfrontalierδιασυνοριακή σύμβαση
lawcontrat-typeτυποποιημένη σύμβαση
lawcontrat-typeέγγραφο υπόδειγμα σύμβασης
lawcontrat-typeπρότυπο σύμβασης
gen.contrat typeυπόδειγμα σύμβασης
fin., industr.contrat type d'agenceτυποποιημένη συμφωνία πρακτόρευσης
fin., industr.contrat type de distributeur agrééστερεότυπη σύμβαση εγκεκριμένου διανομέα
lawcontrat unilatéralετεροβαρής σύμβαση
lawcontrat verbalπροφορική συμφωνία
law, social.sc., empl.contrat à durée indéterminéeσύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου
law, empl.contrat à durée indéterminéeσύμβαση αορίστου χρόνου
law, social.sc., empl.contrat à durée indéterminéeσύμβαση απασχόλησης αορίστου χρόνου
lawcontrat à exécution successiveσύμβαση καταβολής περιοδικών παροχών
lawcontrat à exécution successiveδιαρκής σύμβαση
lawcontrat à exécution successiveσυμφωνία διαδοχικών παροχών
law, fin.contrat à frais partagésσύμβαση κοινής δαπάνης
law, lab.law.contrat à l'essaiδοκιμαστική σύμβαση
fin.contrat à prime uniqueσύμβαση με ενιαία ασφάλιστρα
lawcontrat à prix forfaitaire avec clause de variationσυμβόλαιο κατ'αποκοπή με μεταβλητή ρήτρα
fin.contrat à taux ouvertσύμβαση αvoικτoύ επιτoκίoυ
law, lab.law.contrat à temps partielσύμβαση μερικής απασχόλησης
fin.contrat à termeπροθεσμιακή σύμβαση
fin.contrat à termeπροθεσμιακή συμφωνία
fin.contrat à termeεμπορεύματα και αξίες
law, lab.law.contrat à termeσύμβαση ορισμένου χρόνου
fin.contrat à terme de taux d'intérêtπροθεσμιακή σύμβαση επιτοκίων
lawcontrat à titre gratuitχαριστική σύμβαση
lawcontrat à titre onéreuxσύμβαση εξ επαχθούς αιτίας
law, lab.law.contrat à échéance fixeσύμβαση ορισμένου χρόνου
law, lab.law.contrat à échéance fixeσύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου
lawcontrat écritέγγραφη σύμβαση
law, ITcontrat électroniqueηλεκτρονική σύμβαση
lawcontrats avec les fournisseursσυμβάσεις με τους προμηθευτές
econ., fin.contrats de novation et conventions de compensation ("contractual netting"συμβατικός συμψηφισμός συμβάσεις ανανέωσης οφειλής και άλλες συμφωνίες
law, commer.contrats de prise fermeσυµβάσεις με ρήτρα πληρωμής ανεξαρτήτως παραλαβής
construct., mun.plan., environ.contrats de quartierσυμβάσεις αναβάθμισης των συνοικιών
gen.contrats de sous-traitanceσυμβάσεις υπεργολαβίας
gen.contrats d'échange sur taux d'intérêt ou sur devisesεπιτοκιακά ή νομισματικά swap
law, lab.law.contrats en chaîneδιαδοχικές συμβάσεις
lawcontrats synallagmatiquesσυναλλακτική σύμβαση
nat.sc.contrats transnationaux et multipartenairesδιεθνική σύμβαση με συμμετοχή πολλών εταίρων
gen.contrats à conclure avec des tiersσυμβάσεις που συνάπτονται με τρίτους
gen.contrats à frais partagésσυμβάσεις με συμμετοχή στις δαπάνες
law, lab.law.contrats à la chaîneδιαδοχικές συμβάσεις
law, lab.law.contrats à relaisδιαδοχικές συμβάσεις
law, lab.law.contrats à relaisαλυσιδωτή σύμβαση
account.contrats à terme/futuresπροθεσμιακές πράξεις
lawconvention de Genève du 1er mars 1973 sur le contrat de transport international par terre des voyageurs et des bagagesσύμβαση της Γενεύης της 1ης Μαρτίου 1973 σχετικά με τη σύμβαση διεθνούς χερσαίας μεταφοράς ταξιδιωτών και αποσκευών
commer., UNConvention des Nations unies sur les contrats de vente internationale de marchandisesΣύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τις διεθνείς πωλήσεις κινητών πραγμάτων
hobby, transp.Convention internationale relative au contrat de voyageΔιεθνής Σύμβαση για τη σύμβαση ταξιδίου
gen.Convention portant loi uniforme sur la formation des contrats de vente internationale des objets mobiliers corporelsΣύμβαση περί ενιαίου νόμου για την κατάρτιση συμβάσεων διεθνούς πώλησης ενσώματων κινητών πραγμάτων
gen.Convention sur la loi applicable aux contrats de vente internationale de marchandisesΣύμβαση για το εφαρμοστέο Δίκαιο στις συμβάσεις διεθνούς πωλήσεως εμπορευμάτων
law, fin.date du contratημερομηνία συμβολαίου
gen.des contrats de durée limitéeσυμβάσεις ορισμένου χρόνου
lawdes contrats internationauxδιεθνείς συμβάσεις
gen.Directive "contrats d'assurance"Οδηγία "Ασφαλιστικά συμβόλαια"
fin., construct.directive du Parlement européen et du Conseil sur les contrats de crédit relatifs aux biens immobiliers à usage résidentielΟδηγία σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για ακίνητα κατοικίας
fin., construct.directive du Parlement européen et du Conseil sur les contrats de crédit relatifs aux biens immobiliers à usage résidentielΟδηγία για την ενυπόθηκη πίστη
lawdissolution du contratλύση της σύμβασης
lawdommages-intérêts fixés d'avance par contratαποζημίωσις προκαθωρισμένη συμβατικώς
lawdommages-intérêts pour inexécution d'un contratαποζημίωση για τη μη εκτέλεση συμβάσεως
lawdroit de contratκαταβολή τέλους αγοραπωλησίας
lawdroit des contratsενοχικό δίκαιο
lawdroit des contratsδίκαιο των συμβάσεων
law, tax.droit du contrat d'assuranceδίκαιο που διέπει την ασφαλιστική σύμβαση
lawdroit européen des contratsευρωπαϊκό δίκαιο των συμβάσεων
gen.droit exclusif de conclure des contrats de fournituresαποκλειστικό δικαίωμα να συνάπτει συμβάσεις προμηθειών
fin.droit à prestations au titre d'un contratσυμβατική απαίτηση για παροχές
fin.durée de vie d'un contrat à termeχρονική διάρκεια
lawdurée des contratsδιάρκεια των συμβάσεων
lawdurée du contratδιάρκεια της σύμβασης
lawdénoncer un contratυπαναχωρώ της συμβάσεως
econ.dépôts en monnaie nationale résultant d'un contrat ou d'un plan d'épargneκαταθέσεις σε εθνικό νόμισμα που προκύπτουν από πρόγραμμα ή σύμβαση αποταμίευσης
law, lab.law.employé à contrat individuelυπάλληλος που δεν υπάγεται σε συλλογική σύμβαση
gen.engager par contratπροσλαμβάνω με σύμβαση
commer., polit., interntl.trade.entités publiques confiant pour contrat ou prescrivant les inspectionsδημόσιοι φορείς που αναθέτουν με σύμβαση ή με εντολή τη διενέργεια των ελέγχων
law, transp.execution du contrat de transportεκτέλεση σύμβασης μεταφοράς
law, transp.execution du contrat de transportεκτέλεση συμβολαίου μεταφοράς
lawexpiration du contratπάροδος του συμβατικού χρόνου
lawextinction du contratλήξη της σύμβασης
lawexécution du contratεκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων
lawfin du contratλήξη της σύμβασης
lawfin du contrat de franchiseλήξη της σύμβασης ενοποιημένης παρουσίας/franchise
lawfin du contrat de franchise avant l'arrivée du termeπρόωρη λήξη της σύμβασης ενοποιημένης παρουσίας/franchise
lawformation du contratκατάρτιση της σύμβασης
law, insur.fractionnement d'un contratκατάτμηση ενός συμφωνητικού
econ., commun.frais fixes découlant des contratsπάγιες δαπάνες συνδρομής' πάγια έξοδα συνδρομής
law, lab.law.indemnité de fin de contratαποζημίωση για τη λύση της σύμβασης εργασίας
fin.indemnité de rupture de contratαποζημίωση καταγγελίας σύμβασης
law, fin.indemnité pour la résiliation d'un contratαποζημίωση για την καταγγελία της συμβάσεως
account.indemnités de fin de contrat de travailπαροχές λήξης απασχόλησης
law, lab.law.indemnités de rupture du contrat de travailαποζημίωση απόλυσης
lawinexécution d'un contratμη εκτέλεση συμβάσεως
gen.interruption ou suspension du contratλύση ή αναστολή της σύμβασης
econ.intérêts imputés sur les engagements résultant des contrats d'assuranceτεκμαρτοί τόκοι που δικαιούνται οι κάτοχοι ασφαλιστήριων συμβολαίων
gen.intérêts imputés sur les engagements résultants de contrats d'assuranceτεκμαρτοί τόκοι που δικαιούνται οι κάτοχοι ασφαλιστήριων συμβολαίων
lawle choix doit être exprès ou résulter de façon certaine des dispositions du contratη επιλογή πρέπει να είναι ρητή ή να συνάγεται με βεβαιότητα από τις διατάξεις της σύμβασης ή τα δεδομένα της υπόθεσης
agric.le souscripteur du contrat de stockageo υπογράφων τη σύμβαση αποθεματοποίησης
gen.les marchés doivent revêtir la forme de contrats écritsοι συμβάσεις πρέπει να λαμβάνουν τη μορφή γραπτών συμβάσεων
gen.l'exécution de ces accords ou contratsη εκτέλεση των συμφωνιών ή των συμβάσεων αυτών
lawloi du 13.7.1930 relative au contrat d'assuranceνόμος της 13.7.1930 για τη σύμβαση ασφαλίσεως
gov.législation belge en matière de contrat de travail ou de contrat d'emploiβελγική εργατοϋπαλληλική νομοθεσία
lawlégislation en matière de contrat de bailνομοθεσία περί μισθώσεων
lawmaintien du contratεξακολούθηση της σύμβασης
lawmanquement au contratπαράβαση συμβατικού όρου
lawmanquement au contratμη εκπλήρωση συμβατικών υποχρεώσεων
lawmodification du contratτροποποίηση της σύμβασης
fin.modèle de valorisation d'un contrat d'optionυπόδειγμα υπολογισμού τιμής οψιόν
fin., ITmontant du contratύψος συμβολαίου
econ., market.montant maximal de risque inhérent au contrat concluμέγιστο ποσό σε κίνδυνο από συναφθείσα σύμβαση
agric.navire tenu par contrat de débarquer ses prisesσκάφος που έχει συμβατική υποχρέωση να εκφορτώνει τα αλιεύματα του
lawnullité du contratακυρότητα της σύμβασης
lawnullité du contratακύρωση των διαπραγματεύσεων
lawobjectif du contratσκοπός της σύμβασης
lawobjet du contratαντικείμενο της σύμβασης
lawobjet du contrat de franchiseσκοπός της σύμβασης ενοποιημένης παρουσίας/franchise
gen.objet et durée du contratαντικείμενο και διάρκεια ισχύος της σύμβασης
lawoffre de contratπρόταση σύναψης σύμβασης
lawoffre de contratπρόταση κατάρτισης σύμβασης
gen.passation d'un contrat après appel à la concurrenceσύναψη συμβάσεως μετά από προκήρυξη διαγωνισμού
patents.passer des contratsσυνάπτω συμβάσεις
law, coal.plan de contrat d'amodiationχάρτης ορίων μεταλλευτικών δικαιωμάτων του ιδιοκτήτη
gen.politique des contrats RDTπολιτική των συμβάσεων ΕΤΑ
fin.portefeuille de contratsχαρτοφυλάκιο των συμβάσεων
fin.pourcentage global des contratsσυνολικό ποσοστό σύναψης συμβάσεων
gen.primes au titre de contrats de groupeασφάλιστρα ομαδικών ασφαλιστικών συμβάσεων
gen.primes de contrats avec/sans participation aux bénéficesασφάλιστρα για συμβάσεις με/χωρίς συμμετοχή στα κέρδη
law, commer., polit.Principes d'UNIDROIT relatifs aux contrats du commerce internationalΑρχές των Διεθνών Εμπορικών Συμβάσεων
law, commer., polit.Principes d'UNIDROIT relatifs aux contrats du commerce internationalΑρχές UNIDROIT των Διεθνών Εμπορικών Συμβάσεων
law, commer., polit.Principes relatifs aux contrats du commerce internationalΑρχές UNIDROIT των Διεθνών Εμπορικών Συμβάσεων
law, commer., polit.Principes relatifs aux contrats du commerce internationalΑρχές των Διεθνών Εμπορικών Συμβάσεων
mater.sc.procédés visés au contratδιαδικασίες της σύμβασης
mater.sc.produits visés au contratπροϊόντα της σύμβασης
gen.projet de contrat-cadreσχέδιο σύμβασης πλαισίου
lawproposition de contratπρόταση κατάρτισης σύμβασης
lawproposition de contratπρόταση σύναψης σύμβασης
lawprorogation du contratεπέκταση της συμβάσεως
lawpré-contratπροσύμφωνο δέσμευσης περιοχής
lawpré-contratπροκαταρκτική συμφωνία επιλογής περιοχής
lawquasi-contratοιονεί σύμβαση
mater.sc.recherche sous contrat pour des tiers extérieursέρευνα στο πλαίσιο συμβάσεων με τρίτα μέρη εκτός κέντρου
gen.reconduction du contrat-cadreανανέωση σύμβασης πλαισίου
gen.remise en adjudication du contratεπαναπροκήρυξη του διαγωνισμού
gen.remise en adjudication du contratεπανάληψη του διαγωνισμού για τη σύμβαση
econ., commer., polit.respect des contratsσυμμόρφωση των συμβάσεων
lawrespect du contratτήρηση των συμβατικών όρων
lawrespect du contratτήρηση της σύμβασης
tech.revue de contratανασκόπηση σύμβασης
law, lab.law.rupture de contratάτακτη καταγγελία
lawRèglement général relatif aux contrats de l'EtatΓενική κανονιστική ρύθμιση περί των κρατικών συμβάσεων
energ.ind.réserves sous contrat d'achatαποθέματα δεσμευμένα με συμβάσεις
econ.résiliation de contratκαταγγελία συμβάσεως
lawrésiliation du contratειδοποίηση λήξεως της συμβάσεως
lawrésiliation du contratκαταγγελία της συμβάσεως
lawrésiliation du contrat de travailκαταγγελία της σύμβασης εργασίας
gov., lawrésiliation d'un contratκαταγγελία, λύση της συμβάσεως
gen.résiliation unilatérale du contrat d'entrepriseμονομερής καταγγελία της συμβάσεως έργου
gov., social.sc.résilier un contratκαταγγέλλω σύμβαση
gen.résilier un contratλύνω σύμβαση
lawrésolution du contratλύση της συμβάσεως
lawrévision du contratαναθεώρηση της συμβάσεως
lawrévision unilatérale du contrat administratif par l'Étatμονομερής κチατική αναθεώρηση διοικητικής σύμβασης
lawsignataire du contratσυμβαλλόμενος
lawsignataire du contratπρόσωπο που υπογράφει τη σύμβαση
gen.sous-contratεπιμέρους σύμβαση
fin.spécifications du contratπροδιαγραφές συμβολαίου
lawstipulation du contrat de licenceδιατάξεις της σύμβασης για την παραχώρηση της άδειας χρήσης
lawstipulation du contrat de licenceρήτρα της σύμβασης για την παραχώρηση της άδειας χρήσης
gen.suivi technique des contratsτεχνική επίβλεψη των συμβάσεων
gen.superficie sous contrat d'irrigationσυμβεβλημένη έκτασις
tax., transp.taux applicable aux contrats de services de conférenceναύλος σύμβασης παροχής υπηρεσιών της διάσκεψης
lawteneur du contratπεριεχόμενο της σύμβασης
tech.titulaire du contratανάδοχος
fin.titulaire d'un contratδικαιούχος εκ συμβάσεως
lawtransmissibilité du contrat de franchiseδυνατότητα συμβατικής υποκατάστασης δικαιοδόχου από τρίτο
lawtransmissibilité du contrat de franchiseδυνατότητα μεταβίβασης σύμβασης ενοποιημένης παρουσίας/franchise
law, commer.transmission du contratμεταβίβαση συμβολαίου
law, commer.transmission du contratυποκατάσταση τρίτου στη σύμβαση
law, commer.transmission du contrat de franchiseσυμβατική υποκατάσταση του δικαιοδόχου από τρίτο
law, commer.transmission du contrat de franchiseμεταβίβαση σύμβασης ενοποιημένης παρουσίας/franchise
immigr.travailleur migrant sous contratΕργατικός Μετανάστης
immigr.travailleur migrant sous contratμισθωτός μετανάστης εργαζόμενος
fin., ITtype de contratτύπος συμβολαίου
lawtype de contratτύπος της σύμβασης
lawun contrat soumis au droit anglaisσύμβαση που διέπεται από το αγγλικό δίκαιο
econ., market.valeur du contrat d'exportationαξία της εξαγωγικής σύμβασης
gen.validité du contratισχύς της σύμβασης
law, lab.law.violation de contratάτακτη καταγγελία
lawéchéance du contratεκπνοή της συμβάσεως
gov.échéance du contratλήξη της σύμβασης
lawéchéance du contratλήξη σύμβασης
lawéléments accessoires du contratδευτερεύοντα στοιχεία της σύμβασης
lawéléments essentiels du contratκύρια στοιχεία της σύμβασης
Showing first 500 phrases