Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
French
Terms
for subject
Chemistry
containing
στην
|
all forms
|
exact matches only
Greek
French
έκθεση
στην
επίδραση των καιρικών συνθηκών
exposition aux intempéries
αέριο το οποίο μπορεί να προκαλέσει ή να συμβάλει
στην
καύση άλλου υλικού περισσότερο από ό,τι ο αέρας
gaz capable de provoquer ou de favoriser la combustion d'autres matières plus que l'air seul ne pourrait le faire
ακτινοβολία LASER
στην
περιοχή RAMAN αναστροφής του σπιν
laser Raman spin-flip
ακόρεστοι δεσμοί
στην
επιφάνεια ημιαγωγού
liaisons non saturées
ανίχνευση αερίου
στην
ιλύ της γεώτρησης
détection de gaz dans les boues de forage
ανθεκτικότητα
στην
αποκόλληση
résistance au désenrobage
ανιονική ουσία που ενεργεί πάνω
στην
επιφάνεια
agent de surface anionique
αντοχή
στην
κρούση με εγκοπή
résilience d'éprouvette entaillée
αντοχή
στην
παστερίωση
résistance à la pasteurisation
βιομηχανικά λιπάσματα,εκτός από αυτά που αναφέρονται
στην
ομάδα 272
engrais,autres que ceux du groupe 272
γραμμή που οφείλεται
στην
έλαση
strie de laminage
γυάλισμα
στην
έξοδο της μήτρας
glaçage à la sortie de la filière
γυάλισμα
στην
έξοδο της φιλιέρας
glaçage à la sortie de la filière
διαμόρφωση
στην
πρέσα
gaufrage
διαμόρφωση
στην
πρέσα
formage à la presse
διαμόρφωση
στην
πρέσα
estampage
διαχωρισμός όλου του κόκκου
στην
περικρυσταλλική διάβρωση
déchaussement de cristaux provoqué par la corrosion intergranulaire
δοκιμή αντίστασης
στην
πυράκτωση
essai de résistance à l'incandescence
δοκιμή αντοχής
στην
πυράκτωση
essai de résistance à l'incandescence
ειδική κατανάλωση καυσίμου
στην
πέδη
consommation spécifique de carburant au frein utile
Ενωση Παραγωγών Σορβίτη
στην
ΕΚ
Association des producteurs de sorbitol de la CE
επίδραση του στρώματος οξειδίου
στην
μεφάνιση βαθμίδας ολίσθησης
effet de la couche d'oxyde sur la formation de marches ou de gradins de glissement
ευπαθές
στην
υγρασία
déliquescent
εφυαλωμένο
στην
άκρη
à un bord émaillé
κατιονικό στοιχείο το οποίο επιδρά
στην
επιφανειακή τάση
produit tensio-actif cationique
κατώτατη συγκέντρωση
στην
οποία παρατηρούνται δυσμενείς επιπτώσεις
concentration minimale avec effet nocif observé
κατώτατη συγκέντρωση
στην
οποία παρατηρούνται επιπτώσεις
concentration efficace la plus faible observée
Κυανοακρυλική ένωση. Κίνδυνος. Κολλάει
στην
επιδερμίδα και στα μάτια μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Να φυλάσσεται μακριά από παιδιά.
Cyanoacrylate. Danger. Colle à la peau et aux yeux en quelques secondes. À conserver hors de portée des enfants.
λείανση
στην
έξοδο της φιλιέρας
glaçage à la sortie de la filière
λείανση
στην
πρέσα
polissage à la presse
μέτρηση κορυφής
στην
αέρια χρωματογραφία
mesure du pic en chromatographie en phase gazeuse
μελέτη τοξικότητας
στην
αναπαραγωγή σε δύο γενεές
étude de toxicité pour la reproduction sur deux générations
μεταβολή της σταθεράς διασπάσεως ανάλογα με τη διαφορά
στην
ηλικία
variation des constantes de décroissance en fonction de l'âge
μη υδατικό παρασκεύασμα που ενεργεί πάνω
στην
επιφανειακή τάση
préparation tensio-active non aqueuse
ξηρό
στην
αφή
non-poisseux
ξηρό
στην
αφή
sec hors poisse
ξηρό
στην
αφή
sec au toucher
ομάδα υψηλού επιπέδου αρμόδια για την ανταγωνιστικότητα της χημικής βιομηχανίας
στην
Ευρωπαϊκή Ένωση
Groupe à haut niveau sur la compétitivité de l'industrie chimique dans l'Union européenne
προστατευτική ενδυμασία ανθεκτική
στην
επίδραση χημικών ουσιών
vêtement protecteur résistant à l'attaque chimique
σιγαστήρας
στην
εκτόνωση
silencieux de détente
στεγνό
στην
αφή
sèche au toucher
συγκέντρωση
στην
οποία δεν παρατηρούνται δυσμενείς επιπτώσεις
concentration sans effet nocif observé
συμπεριφορά
στην
κονιοποίηση
aptitude au broyage
Σύμβαση σχετικά με την ασφάλεια κατά τη χρήση χημικών προϊόντων
στην
εργασία
Convention concernant la sécurité dans l'utilisation des produits chimiques au travail
Σύμβαση σχετικά με την ασφάλεια κατά τη χρήση χημικών προϊόντων
στην
εργασία
Convention sur les produits chimiques, 1990
Σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 1990 για την ασφάλεια κατά τη χρησιμοποίηση των χημικών προϊόντων
στην
εργασία
Convention sur les produits chimiques, 1990
Σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 1990 για την ασφάλεια κατά τη χρησιμοποίηση των χημικών προϊόντων
στην
εργασία
Convention concernant la sécurité dans l'utilisation des produits chimiques au travail
υγρό που ανθίσταται
στην
απόσταξη του ξύλου
jus pyroligneux
όζον
στην
τροπόσφαιρα
ozone troposphérique
Get short URL