DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Law containing έκπτωση | all forms
GreekFrench
άμεση έκπτωσηdéduction immédiate
έκπτωση από δικαίωμαdéchéance d'un droit
έκπτωση από δικαιώματαdéchéance de droit
έκπτωση από καθήκονταdéchéance des fonctions
έκπτωση από τα ατομικά δικαιώματαdéchéance des droits individuels
έκπτωση από την άσκηση της γονικής μέριμναςdéchéance de la puissance paternelle
έκπτωση από το δικαίωμα οδήγησηςretrait du droit de conduire
έκπτωση από το δικαίωμα οδήγησηςdéchéance du droit de conduire
έκπτωση από το δικαίωμα της συνταξιοδότησηςprononcer la déchéance du droit à pension de l'intéressé
έκπτωση εισπραχθέντων μερισμάτωνrégime des sociétés mères et filiales
έκπτωση εισπραχθέντων μερισμάτωνprivilège holding
έκπτωση του αναδόχουdéchéance du concessionnaire
έκπτωση των εισφορών που καταβάλλονται σε αλλοδαπά ταμεία συντάξεωνdéductibilité des contributions versées aux caisses de retraite étrangères
έκπτωση των ζημιών του εξωτερικούdéduction des pertes étrangères
έκπτωση των φόρων που καταβλήθηκαν στο εξωτερικόdéduction de l'impôt payé à l'étranger
ανταγωγή με αίτημα την έκπτωση ή την ακυρότηταdemande reconventionnelle en déchéance ou en nullité
απαλλαγή χωρίς έκπτωση των ζημιώνexonération sans déduction des pertes
απόφαση που διαπιστώνει την έκπτωση του δικαιούχου του σήματος από τα δικαιώματά τουdécision constatant la déchéance des droits du titulaire de la marque
αυτοδίκαιη έκπτωση από το βουλευτικό αξίωμαdéchéance de plein droit de la qualité de député
δέχομαι την έκπτωση του φόρουadmettre la déduction de l'impôt
ζημία που γίνεται αποδεκτή προς έκπτωσηperte admise à la déduction
κανονική έκπτωση του επιβληθέντος κατά το προηγούμενο στάδιο φόρουdéduction normale de la taxe appliquée au stade précédent
μεταβολή του δικαιώματος προς έκπτωσηmodification du droit à déduction
μη δήλωση φορολογητέων εισοδημάτων ; ψευδή δήλωση η οποία γίνεται για να επιτευχθεί έκπτωση από το φόροfausse déclaration faite en vue de l'obtention d'un abattement
μη δήλωση φορολογητέων εισοδημάτων ; ψευδή δήλωση η οποία γίνεται για να επιτευχθεί έκπτωση από το φόροdéfaut de déclaration de revenus imposables
ολική ή μερική έκπτωσηdéduction complète ou partielle
ολική ή μερική εξαίρεση από την έκπτωσηexclusion totale ou partielle de la déduction
περιοριστικό καθεστώς του δικαιώματος προς έκπτωσηrégime de restriction du droit à déduction