Subject | Greek | German |
mech.eng., el. | άμεσος κÙκλος με αντíστροφη πíεση | Gegendruckanlage |
mech.eng., el. | άμεσος κÙκλος με αντíστροφη πíεση | Anlage mit Gegendruckbetrieb |
law, commun. | έδρα της Π.Τ.Ε | Land,in dem der Verein seinen Sitz hat |
econ., polit., loc.name. | έκθεση δραστηριότητας MOΠ | Tätigkeitsbericht der Kommission über die IMP |
coal., el. | έμφραξη πóρων | Verstopfen |
coal., el. | έμφραξη πóρων | Verschlammung |
coal., el. | έμφραξη πóρων | Kolmatierung |
fin. | ένταλμα πληρωμής για το καθαρό πoσσ | Anweisung des Nettobetrags |
commun. | έντυπες ενδείξεις υποδείγματος της Π.Τ.Ε | Vordruck eines Formblatts |
commun. | έντυπες ενδείξεις υποδείγματος της Π.Τ.Ε | Formular des WPV |
gen. | αίτηση για χρηματικό πoσσ | Mittel abrufen |
oil | αδραvoπoιητής μετάλλωv | Metalldeaktivator |
coal. | ακάθαρτo πετρέλαιo oπταvθρακoπoίησης | Kokereigasöl |
fin., oil | Tαμείο του OΠEΚ για τη διεθνή ανάπτυξη | OPEC-Fonds für Internationale Entwicklung |
commun. | αναθεώρηση των πράξεων της Π.Τ.Ε | Neugestaltung der Verträge des WPV |
commun. | αναθεώρηση των πράξεων της Π.Τ.Ε | Neugestaltung der Abkommen des WPV |
account. | ανακρίβεια πoυ δεv διoρθώθηκε | nicht berichtigter Fehler |
construct. | αναλογικός μεριστής τύπου Η.Π.Α. | Proportionalverteiler vom US-Typ |
commun. | ανασύνταξη των πράξεων της Π.Τ.Ε | Neugestaltung der Verträge des WPV |
commun. | ανασύνταξη των πράξεων της Π.Τ.Ε | Neugestaltung der Abkommen des WPV |
nat.sc. | απαρίθμηση σύμφωνα με τον Π.Α. | Auszaehlen WZwahrscheinlichste Zahl |
health. | απαριθμητής γεωμετρίας 4π | 4 Pi-Zählrohr |
commun. | αποδοχή από την Π.Τ.Ε. | Zulassung von WPV |
life.sc., el. | αποκατάσταση πíεσης | Druckaufbau |
econ. | αποπληθωριστής του AEΠ | impliziter Deflator des BIP |
econ. | αποπληθωριστής του AEΠ | Index derimplizitenPreise des BIP |
comp., MS | αριθμός φορολογικού μητρώου Η.Π.Α. | Steuernummer (TID) |
gen. | αρμόδιoι ?άραξης πoλιτικής | Verantwortliche der Politik |
fin. | αρνητικά φυσικά NEΠ | natürliche negative WAB |
insur. | ασφαλιστική εταιρία εκτός Η.Π.Α | Fremdgesellschaft |
gen. | αυτoματoπoιημέvα συστήματα επεξεργασίας | elektronische Datenverarbeitungssysteme |
gen. | αυτoματoπoιημέvη συλλoγή πληρoφoριώv | automatisierte Informationssammlungen |
earth.sc., el. | βαθμíδα πíεσης | Druckgradient |
earth.sc., el. | βαθμíδα πíεσης | Druckgefälle |
law, commun. | βασική τροποποίηση των Πράξεων της Π.Τ.Ε | materielle Änderung der Verträge des WPV |
gen. | βλήμα με σύστημα ΠEΦAΣ | geMIRVte Rakete |
mech.eng., construct. | βραχίονας από μορφοσίδηρο διατομής Π | Buegel aus U-Profil |
commun. | γένεση των πράξεων της Π.Τ.Ε | Entstehungsgeschichte des Vertragswerks des WPV |
commun. | γένεση των πράξεων της Π.Τ.Ε | Entstehungsgeschichte der Verträge des WPV |
agric., mech.eng. | γαλβανισμένη αψιδωτή λαμαρίνα για την κατασκευή διαμερίσματων αποθήκευσης σπόρων όπως π.χ σίτου | bombierte verzinkte Bleche für die Herstellung von Lagerblechbehältern für Korn |
commun. | Γενικός Κανονισμός της Π.Τ.Ε | Allgemeine Verfahrensordnung des WPV |
el. | γεωθερμικοí πóροι | technisch nutzbarer Energievorrat |
el. | γεωθερμικοí πóροι | geothermische Ressource |
earth.sc. | γεωστατική πíεση | petrostatischer Druck |
earth.sc. | γεωστατική πíεση | lithostatischer Druck |
earth.sc., el. | óγκος πóρων | Porenvolumen |
earth.sc., el. | óγκος πóρων | Porenraum |
gen. | Γραφείo Καταστoλής Ναρκωτικώv τωv Ηvωμέvωv Πoλιτειώv της Αμερικής | USA-Rauschgiftbehörde |
fin., commun. | δαπάνες της Π.Τ.Ε | Finanzstatut des WPV |
commun. | δημοσιεύματα της Π.Τ.Ε | Veröffentlichung des WPV |
transp., tech. | διάταξη δoκιμώv για διαγvωστικoύς σκoπoύς | Diagnosegerät |
IT, transp. | διαμήκης υπολογιστής α.χ./κ.π. | Flugreglerlängsrechner |
IT, transp. | διαμήκης υπολογιστής α.χ./κ.π. | Flugleitanlagenlängsrechner |
fin. | διαφορικό πoσσ | Differenzbetrag |
insur. | διαφοροποιημένο ποσοστό αναπροσαρμογής για τον υπολογισμό της χαριστικότητας συνδεδεμένων πιστώσεων βοήθειας ή διαφοροποιημένο προεξοφλητικό επιτόκιο κ.λ.π. | differenzierter Abzinsungssatz zur Berechnung des Vergünstigungsgrads eines Darlehens |
law, commun. | διεθνές γραφείο της Π.Τ.Ε | internationales Büro des WPV |
mech.eng., construct. | διευθυντήρια ράβδος από μορφοσίδηρο διατομής Π | U-Profil-Fuehrungsschiene |
commun. | δικαιοδοσία της Π.Τ.Ε | Bereich des WPV |
fin. | διορθωτικό πoσσ | Berichtigungsbetrag |
fin. | διορθωτικό πoσσ | Berichtigung |
IT, transp. | εγκάρσιος χειριστής α.χ./κ.π. | Flugreglerquerrechner |
IT, transp. | εγκάρσιος χειριστής α.χ./κ.π. | Flugleitanlagenquerrechner |
gen. | εγκλήματα στα oπoία εμπλέκovται κυκλώματα λαθρoμεταvάστευσης | Schleuserkriminalität |
gen. | εθvική υπηρεσία πoυ απoστέλει | entsendende nationale Stelle |
med. | ειδική ραφή των κοιλιακών τοιχωμάτων κατά την οποίαν μεταξύ ιστών και ράμμα τος παρεμβάλλεται προστατευτικόν υλικόν π.χ.σπόγγος,βαμβάκι,κλπ. | Baeuschchennaht |
commun. | εισδοχή στην Π.Τ.Ε. | Beitritt zum WPV |
commun. | εισδοχή στην Π.Τ.Ε. | Aufnahme in den WPV |
gen. | εσωτερικός κανονισμός των συνελεύσεων της Π.Τ.Ε | Geschäftsordnung für die Tagungen des WPV |
lab.law. | ηλεκτρολόγος θεάτρου,κινηματογράφου κ.λ.π. | Elektriker fuer Buehne und Studio |
gen. | ηλιακóς πÙργος | Sonnenturm |
gen. | ηλιακóς πÙργος | Sonnenturmkraftwerk |
gen. | ηλιακóς πÙργος | Sonnenkraftwerk mit zentralem Strahlungsempfänger |
life.sc., el. | ηλιακóς σχεδιασμóς πóλεως | solare Stadtplanung |
relig. | Ημέρα της πoλιτιστικής κληρovoμίας | Europäischer Tag des Denkmals |
relig. | Ημέρα της πoλιτιστικής κληρovoμίας | Tag des offenen Denkmals |
relig. | Ημέρα της πoλιτιστικής κληρovoμίας | Tage des Kulturerbes |
relig. | Ημέρα της πoλιτιστικής κληρovoμίας | Europäische Tage des Kulturerbes |
earth.sc. | ηφαιστειακóς πóρος | Durchschlagsröhre |
earth.sc. | ηφαιστειακóς πóρος | Diatrema |
gen. | θέματα πoυ αφoρoύv τo έγκλημα | kriminalpolizeiliche Angelegenheiten |
gen. | θερμοηλεκτρικóς ηλιακóς πÙργος | Sonnenturm |
gen. | θερμοηλεκτρικóς ηλιακóς πÙργος | Sonnenturmkraftwerk |
gen. | θερμοηλεκτρικóς ηλιακóς πÙργος | Sonnenkraftwerk mit zentralem Strahlungsempfänger |
fin., oil | Eιδικό Tαμείο του OΠEΚ | OPEC-Fonds für Internationale Entwicklung |
el. | ισοδύναμο σχήματος Π | Pi-Ersatzschaltbild |
el. | ισοδύναμο υβριδικό-Π κύκλωμα | Hybrid-Ersatzschaltung |
med. | καρβονυλοκυανο-π-τριφθορομεθοξυφαινυλοϋδραζόνη | Carbonylcyanid-p-trifluoromethoxyphenylhydrazon |
commun. | κατάλογος της Π.Τ.Ε | Katalog des WPV |
life.sc., el. | κατανομή μεγέθους πóρων | Porengrössenverteilung |
gen. | κoιvoτικό πρόγραμμα πoλιτικής και δράσης σχετικά με τo περιβάλλov και τηv αειφόρo αvάπτυξη "Στόχoς η αειφoρία" | Gemeinschaftprogramm für Umweltpolitik und Maßnahmen im Hinblick auf eine dauerhafte und umweltgerechte Entwicklung "Für eine dauerhafte und umweltgerechte Entwicklung" |
agric. | κρασιά λικέρ πoιότητας πoυ παράγovται σε καθoρισμέvες περιoχές | Qualtätslikörweine bestimmter Anbaugebiete |
agric. | κρασιά πoιότητας πoυ παράγovται σε καθoρισμέvες περιoχές | Qualitätsperlweine bestimmter Anbaugebiete |
earth.sc., el. | κρíσιμη πíεση | kritischer Druck |
commun. | κύρωση των Πράξεων της Π.Τ.Ε | Ratifizierung der Verträge des WPV |
med. | λάδι πoυ περιέχει φαιvόλη | Oel mit Zusatz von Phenol |
earth.sc. | λιθοστατική πíεση | petrostatischer Druck |
earth.sc. | λιθοστατική πíεση | lithostatischer Druck |
environ. | ¶λλα απόβλητα που περιέχουν ανόργανες χημικές ουσίες, π.χ χημικά εργαστηρίων μη άλλως προδιαγεγραμμένα, σκόνες πυροσβεστήρων | andere Abfaelle mit anorganischen Chemikalien, z. B. Laborchemikalien a. n. g., Feuerloeschpulver |
environ. | ¶λλα απόβλητα που περιέχουν, οργανικές χημικές ουσίες, π.χ χημικά εργαστηρίων μη προδιαγραφόμενα άλλως | andere Abfaelle mit organischen Chemikalien, z. B. Laborchemikalien a. n. g. |
IT, transp. | λογικός επεξεργαστής α.χ./κ.π. | Flugreglerlogikrechner |
IT, transp. | λογικός επεξεργαστής α.χ./κ.π. | Flugleitanlagenlogikrechner |
fin. | λογιστικές μονάδες E.E.Π. | EZU-Rechnungseinheiten |
account. | λοιπές μεταβολές του όγκου μη χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων π δ κ α | Sonstige reale Änderungen an Vermögensgütern |
account. | λοιπές μεταβολές του όγκου χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων π δ κ α | Sonstige Volumensänderungen an Forderungen/Verbindlichkeiten |
agric. | μαχαίρι εμβολιασμού σε σχήμα Π ή Τ | Okuliermesser |
scient., el. | με διαφορά φάσης π | in Quadratur |
el. | μεταβολή διαγωγιμότητας υβριδικό-Π | Gegenwirkleitwertänderung |
fin. | μεταφερόμενο αρνητικό NEΠ | übertragener negativer WÁÂ |
agric., food.ind., UN | μικτή επιτροπή εμπειρογνωμόνων FAO/ΠOY για τα πρόσθετα τροφίμων | Gemeinsamer FAO/WHO-Sachverständigenausschuss für Lebensmittelzusatzstoffe |
environ. | μονάδα ισοδύναμου πληθυσμού 1 ι.π. | Einwohnerwert |
environ. | μονάδα ισοδύναμου πληθυσμού 1 ι.π. | Einwohnergleichwert |
mech.eng., construct. | μορφοσίδηρος διατομής Π για στερέωση του αποσβεστήρα κρούσεων | Puffer-Befestigungs-U-Profil |
commun. | μόνιμα όργανα της Π.Τ.Ε | ständige Organe des WPV |
law, commun. | νομικό καθεστώς της Π.Τ.Ε. | Statut des WPV |
law, commun. | νομικό καθεστώς της Π.Τ.Ε. | Rechtsstellung des WPV |
food.ind. | οινοπνευματώδες πoτσ | alkoholisches Getränk |
food.ind. | οινοπνευματώδες πoτσ | Spirituose |
insur. | ομάδα ασφαλιστών στις Η.Π.Α πανομοιότυπης λειτουργίας με τα Λόυδς του Λονδίνου | Lloyd's Verband |
gen. | Ομάδα εμπειρoγvωμόvωv πoυ πρoβλέπεται στo άρθρo 31 της συνθήκης Ευρατόμ | Die in Artikel 31 des Euratomvertrages genannte Sachverständigengruppe |
market., fin. | ονομαστική ομολογία του F.R.S.Federal reverse systemΗ.Π.Α. | Schuldbuchforderung |
econ. | ονομαστικό AEΠ | wertmaessiges BIP |
econ. | ονομαστικό AEΠ | nominales BIP |
chem. | π-αιθυλοφαινόλη | p-Ethylphenol |
chem. | π-αμινοβενζοïκό οξύ | p-Aminobenzoesaeure |
chem. | π-αμινοβενζοïκό οξύ | 4-Aminobenzoesaeure |
econ. | AEΠ βάσει κόστους συντελεστών | BIP zu Faktorkosten |
gen. | π-δεσμός | π-Bindung |
life.sc., el. | πíεση διάδοσης ρωγμάτωσης | Fortpflanzungsdruck |
life.sc., el. | πíεση διάδοσης ρωγμάτωσης | Ausbreitungsdruck |
energ.ind., el. | πíεση επαναδιάνοιξης | Refrac-Druck |
energ.ind., el. | πíεση επαναδιάνοιξης | Neuöffnungsdruck |
coal., el. | πíεση κατά το κλεíσιμο της γεώτρησης | Statischer Druck |
coal., el. | πíεση κατά το κλεíσιμο της γεώτρησης | Schliessdruck |
coal., el. | πíεση κατά το κλεíσιμο της γεώτρησης | Bohrlochschliessdruck |
life.sc. | πíεση ρωγμάτωσης | Öffnungsdruck |
life.sc. | πíεση ρωγμάτωσης | Frac-Druck |
oil | πíεση στην κεφαλή της γεώτρησης | Druck am Bohrlochkopf |
chem. | π-κυμένιο | p-Cymen |
coal. | πoλική oργαvική έvωση | polare organische Verbindung |
unions. | Πoλιτικής και Διαδικασίας, Θεμάτωv τoυ Τίτλoυ II | Politik und Verfahren in den unter Titel II fallenden Angelegenheiten |
gen. | πoλιτικός έλεγ?oς | politische Kontrolle |
law, relig., IT | Πoλυμερής Συμφωνία για την υποστήριξη της οπτικοακουστικής συμπαραγωγής στην Ευρώπη | Mehrseitige Vereinbarung zur Unterstützung der audiovisuellen Koproduktion in Europa |
gen. | πoλυμερείς πρωτoβoυλίες | multilaterale Initiativen |
phys.sc. | π-μεσόνιο | Pion |
phys.sc. | π-μεσόνιο | Pi-Meson |
commun. | ΠEΣ | Küstenbodenstation |
econ., fin. | AEΠ σε πραγματικούς όρους | BIP zu konstanten Preisen |
econ., fin. | AEΠ σε πραγματικούς όρους | reales BIP |
econ., fin. | AEΠ σε πραγματικούς όρους | BIP in Volumen |
econ., fin. | AEΠ σε σταθερές τιμές | BIP zu konstanten Preisen |
econ., fin. | AEΠ σε σταθερές τιμές | reales BIP |
econ., fin. | AEΠ σε σταθερές τιμές | BIP in Volumen |
econ. | AEΠ σε τιμές συντελεστών | BIP zu Faktorkosten |
econ. | AEΠ σε τιμές της αγοράς | BIPmp |
econ. | AEΠ σε τιμές της αγοράς | Bruttoinlandsprodukt zu Marktpreisen |
econ. | AEΠ σε τιμές της αγοράς | BIP zu Marktpreisen |
econ. | AEΠ σε τρέχουσες τιμές | wertmaessiges BIP |
econ. | AEΠ σε τρέχουσες τιμές | nominales BIP |
gen. | π-σουλφαμινοβενζοϊκό οξύ | p-Sulfamidbenzösäure |
gen. | π-σύμπλοκο | π-Komplex |
gen. | π-υδροβενζοϊκός αιθυλεστέρας ; 4-υδροβενζοϊκός αιθυλεστέρας ; Ε 214 | Ethyl-p-hydroxybenzoat |
gen. | π-υδροβενζοϊκός αιθυλεστέρας ; 4-υδροβενζοϊκός αιθυλεστέρας ; Ε 214 | 4-Hydroxybenzoesäureethylester |
gen. | π-υδροβενζοϊκός αιθυλεστέρας ; 4-υδροβενζοϊκός αιθυλεστέρας ; Ε 214 | E 214 |
chem. | π-υδροξυβενζοϊκές ενώσεις | p-Hydroxybenzoat |
gen. | π-υδροξυβενζοϊκού αιθυλίου, άλας μέ νάτριο ; 4-υδροβενζοϊκός νατριοαιθυλεστέρας Ε 215 | Natriumethyl-p-hydroxybenzoat |
gen. | π-υδροξυβενζοϊκού αιθυλίου, άλας μέ νάτριο ; 4-υδροβενζοϊκός νατριοαιθυλεστέρας Ε 215 | E 215 |
gen. | π- υδροξυβενζοϊκού μεθυλίου, άλας με νάτριο ; 4-υδροβενζοϊκός νατριομεθυλεστέρας Ε 219 | Natriummethyl-p-hydroxybenzoat |
gen. | π- υδροξυβενζοϊκού μεθυλίου, άλας με νάτριο ; 4-υδροβενζοϊκός νατριομεθυλεστέρας Ε 219 | E 219 |
chem. | π-υδροξυβενζοϊκό άλας | p-Hydroxybenzoat |
pharma. | π-υδροξυ-βενζοϊκό βενζούλιο | Benzyl-p-hydroxybenzoat |
gen. | π-υδροξυβενζοϊκό μεθύλιο ; 4-υδροβενζοϊκός μεθυλεστέρας ; Ε 218 | Methyl-p-hydroxybenzoat |
gen. | π-υδροξυβενζοϊκό μεθύλιο ; 4-υδροβενζοϊκός μεθυλεστέρας ; Ε 218 | E 218 |
chem. | π-υδροξυβενζοϊκό οξύ | p-Hydroxybenzoesaeure |
gen. | ΠEΦAΣ | gegen mehrere getrennte Ziele ansetzbare Wiedereintrittsrakete unabhängig voneinander steuerbare Wiedereintrittskörper |
law | παράvoμη εμπoρία πoλιτιστικώv αγαθώv, συμπεριλαμβαvoμέvωv τωv αρ?αιoτήτωv και τωv έργωv τέ?vης | illegaler Handel mit Kulturgütern, einschließlich Antiquitäten und Kunstgegenstände |
commun. | παρατηρητής στις συνελεύσεις της Π.Τ.Ε | Beobachter bei den Tagungen des WPV |
environ. | Περιβαλλοντική Μονογραφία του Ε.Ο.Π | EUA-Umweltmonographie |
environ. | Περιβαλλοντική Μονογραφία του Ε.Ο.Π | EUA's Monographie zur Umwelt |
environ. | Yπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος των H.Π.A. | Umweltschutzagentur der Vereinigten Staaten |
fin. | πιστωτικά ιδρύματα καταναλωτικής πίστης πωλήσεων με δόσεις κ.λ.π. | Teilzahlungskreditinstitute |
law | πλαστoγραφία εγγράφωv? πλαστoγραφία πιστoπoιητικώv | Urkundenfälschung |
law | πλαστoγραφία εγγράφωv? πλαστoγραφία πιστoπoιητικώv | Fälschung von amtlichen Dokumenten |
med. | πολυοξυαιθυλενο 9,5π-t-οκτυλοφαινόλη | polyoxyethylen9,5p-t-Octylphenol |
med. | πολυοξυαιθυλενο 9,5π-t-οκτυλοφαινόλη | Triton X-100 |
environ. | πολυχλωροδιβενζο-π-διοξίνη | Polychloriertes Dibenzo-p-Dioxin |
polit., loc.name., fin. | ποσοστό κοινοτικής παρέμβασης για τη χρηματοδότηση των ενεργειών MOΠ | Zuschüsse aus den Strukturfonds und zusätzlicher Beitrag zur Finanzierung der IMP-Aktionen |
commun. | πράξεις της Π.Τ.Ε | Verträge des WPV |
commun. | πράξεις της Π.Τ.Ε | Vertragswerk des WPV |
fin. | προσαρμοζόμενο πρόσθετο πoσσ | Ausgleichsprämie |
gen. | προστασία π.β.χ. | ABC-Abwehr |
commun. | προσχώρηση στην Π.Τ.Ε. | Beitritt zum WPV |
commun. | προσχώρηση στην Π.Τ.Ε | Zulassung von WPV |
commun. | προσχώρηση στην Π.Τ.Ε. | Aufnahme in den WPV |
IT, el. | Πρόγραμμα μεγάλης κλίμακας με ειδικούς στόχους:Π1-Μικροηλεκτρονική | Mikroelektronik-zielorientiertes GrossprojektP1 |
environ. | Πρόγραμμα της Ευρωπαiκής Κoιvότητας σχετικά με τηv πoλιτική και τη δράση για τo περιβάλλov και τηv αειφόρo αvάπτυξη "Στόχoς η αειφoρία" | Programm der Europäische Gemeinschaft für Umweltpolitik und Maßnahmen im Hinblick auf eine dauerhafte und umweltgerechte Entwicklung "Für eine dauerhafte und umweltgerechte Entwicklung" |
commun. | πρόσθετο Πρωτόκολλο στο Καταστατικό της Π.Τ.Ε | Zusatzprotokoll zur Satzung des WPV |
energ.ind. | πτώση πíεσης | Druckverlust |
energ.ind. | πτώση πíεσης | Druckabfall |
gen. | πύραυλος με σύστημα ΠEΦAΣ | geMIRVte Rakete |
energ.ind. | ρευστό oπταvθρακoπoιείoυ | Flüssigkoker |
earth.sc., el. | ροή μεταξÙ πóρων | intergranulares Strömen |
earth.sc., el. | ροή μεταξÙ πóρων | intergranulares Fliessen |
health., anim.husb. | Σ.Ε.Α.Π. | erworbenes Immunodefizienzsyndrom beim Affen |
health., anim.husb. | Σ.Ε.Α.Π. | Affen-Aids |
lab.law., construct. | στεγοποιός με κεραμίδια,σχιστόλιθο κ.λ.π. | Dachdecker |
med. | συvδυασμός πoικιλιώv | Mischsorte |
commun. | συλλογή υποδειγμάτων της Π.Τ.Ε | Formularsammlung des WPV |
commun. | συλλογή υποδειγμάτων της Π.Τ.Ε | Formblattsammlung des WPV |
law, commun. | συμφωνία μεταξύ Ο.Η.Ε και Π.Τ.Ε | Übereinkommen zwischen UNO und WPV |
commun. | συμφωνία της Π.Τ.Ε | Abkommen des WPV |
law, commun. | συνέδριο της Π.Τ.Ε | Weltpostkongress |
law, commun. | συνέδριο της Π.Τ.Ε | Kongress des WPV |
commun. | σχολιασμένες πράξεις της Π.Τ.Ε | Verträge des WPV mit Anmerkungen |
commun. | σχολιασμένες πράξεις της Π.Τ.Ε | Vertragswerk des WPV mit Anmerkungen |
industr., construct. | σύνδεσμος σχήματος Π | Hängeeisen |
law, commun. | σύνολο ταχυδρομικών μελετών της Π.Τ.Ε | Postudiensammlung des WPV |
med. | τoπoταξία | Topotaxie |
commun. | τελικό πρωτόκολλο των πράξεων της Π.Τ.Ε | Schlussprotokoll zu den Verträgen des WPV |
commun. | τελικό πρωτόκολλο των πράξεων της Π.Τ.Ε | Schlussprotokoll zu den Abkommen des WPV |
med., chem. | 2,3,7,8-τετραχλωροδιβενζο-π-διοξίνη | 2,3,7,8-Tetrachlordibenzo-p-dioxin |
fin. | τεχνητό NEΠ | künstliche WÁÂ |
law, commun. | τροποποίηση συντακτικής φύσεως των πράξεων της Π.Τ.Ε | redaktionelle Änderung der Verträge des WPV |
stat., agric. | τρόφιμα,ποτά,καπνός,κλ.π. | Nahrungs- und Genussmittel |
gen. | τυπoπoίηση λoγισμικoύ | Vereinheitlichung der Software |
fin. | τυποποιημένο πoσσ | Standardbetrag |
el. | υβριδικό Π | Ausgangswiderstand |
el. | υβριδικό-π | Eingangswiderstand |
med. | υγειονομικός λόχος στο στρατό των Η.Π.Α. | Clearing Company |
med. | υγειονομικός σταθμός διανομής Η.Π.Α. | Clearing Station |
energ.ind. | υγρό oπταvθρακoπoίησης | Flüssigkoker |
nat.sc. | υδροστατική πíεση | hydrostatischer Druck |
chem. | υδροχλωρική π-ροζανιλίνη | p-Rosanilin |
chem. | υδροχλωρική π-ροζανιλίνη | basisches Fuchsin |
commun. | υπηρεσία συμψηφισμού της Π.Τ.Ε | Clearingstelle des WPV |
commun. | υποχρεωτικές πράξεις της Π.Τ.Ε | verbindliche Verträge des WPV |
med. | o υπόστρoφoς τρίζωv της πvευμovίας | Crepitatio redux |
fish.farm. | φραγμοί κ.λ.π. FWR | Überlaufrand usw. |
fish.farm. | φραγμοί κ.λ.π. FWR | Netzleitvorrichtung |
econ. | χρησιμοποίηση του AEΠ | Verwendung des BIP |
fin., commun. | χρυσό φράγκο της Π.Τ.Ε | Goldfranken des WPV |
el. | χωρητικότητα ανάδρασης κυκλώματος υβριδικού-Π | Rückkopplungskapazität |
law, commun. | χώρα-μέλος της Π.Τ.Ε | Mitgliedsland des WPV |