DictionaryForumContacts

   Greek
Terms containing προστατευτικό κάλυμμα | all forms | in specified order only
SubjectGreekGerman
mater.sc.προστατευτικό κάλυμμαSchutzhülle
industr., construct.προστατευτικό κάλυμμαAbdeckplane
el.προστατευτικό κάλυμμαSchutzkappe
el.προστατευτικό κάλυμμαisolierende Schutzvorrichtung
chem.προστατευτικό κάλυμμαHuelle
el.προστατευτικό κάλυμμαMuffe
mech.eng., el.προστατευτικό κάλυμμαGehäuseschild
mech.eng.προστατευτικό κάλυμμαRaederschutzkasten
mech.eng., el.προστατευτικό κάλυμμαLagerschild
mater.sc.προστατευτικό κάλυμμαSchutzplane
el.προστατευτικό κάλυμμα ακτινοβολίαςStrahlungsschild
mech.eng.προστατευτικό κάλυμμα αναρροφήσεως φυσητήραGeblaese-Eintrittsgehaeuse
med.προστατευτικό κάλυμμα από λάδιÖlhaube
mech.eng.προστατευτικό κάλυμμα ατράκτου λήψης ισχύοςSchutzhülse der Zapfwelle
industr., construct.προστατευτικό κάλυμμα για ίππουςPferdedecke
industr., construct., met.προστατευτικό κάλυμμα καπέλουBezug
lab.law.προστατευτικό κάλυμμα κεφαλήςSchutzhaube
law, lab.law.προστατευτικό κάλυμμα κεφαλήςKopfschutz
mun.plan., lab.law., mater.sc.προστατευτικό κάλυμμα κεφαλιούKopfschutzbedeckung
mech.eng., construct.προστατευτικό κάλυμμα μειωτήρα παραλλήλων οδοντωτών τροχώνStirnradgetriebe-Abweiser
industr., construct.προστατευτικό κάλυμμα πίπαςPfeifendeckel
med.προστατευτικό κάλυμμα προσώπουGesichtsschutzschirm
lab.law.προστατευτικό κάλυμμα προσώπουGesichtsschutz
med.προστατευτικό κάλυμμα προσώπουGesichtsschild
lab.law., met.προστατευτικό κάλυμμα προσώπου του σιδηρουργούSchweißerschutzschild
industr., construct.προστατευτικό κάλυμμα ράχης πολυθρόναςSesselschoner
mech.eng.προστατευτικό κάλυμμα στον ατμοθάλαμοDombekleidungshaube
construct.προστατευτικό κάλυμμα τοίχουWandschutz
construct.προστατευτικό κάλυμμα τοίχουWandverschalung
construct.προστατευτικό κάλυμμα τοίχουWegerung
construct.προστατευτικό κάλυμμα τοίχουBeplankung
gen.προστατευτικό κάλυμμα του μηχανισμού κινήσεως ράβδου ρυθμίσεωςSteuerstabantriebs-Schutzdeckel
commer.προστατευτικό κάλυμμα των αυτιώνOhrenschützer
ed., lab.law.προστατευτικό κάλυμμα τύπου antiscalpKopfbedeckung zum Schutz gegen Erfasstwerden der Haare von Maschinen
mech.eng.πτυσσόμενο προστατευτικό κάλυμμαFaltenbalg