DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Finances containing βάση | all forms
GreekGerman
ίδιοι πόροι "συμπληρωματική βάση"auf die zusätzliche Bemessungsgrundlage zu erhebender einheitlicher Satz
αμοιβαίο κεφάλαιο με βάση ορισμένο δείκτηIndex-Fonds
από τη βάση στην κορυφήBottom-up-Prinzip
βάση αναφοράςBezugsgrundlage
βάση δεδομένων για πλαστά νομίσματαFalschgelddatenbank
βάση δεδομένων για τα έργα βιοτεχνολογίας που χρηματοδοτούνται από δημόσια κεφάλαιαDatenbank öffentlich finanzierter Biotechnologievorhaben
βάση είσπραξηςIst-Besteuerung
βάση εισοδήματοςBetriebsvermögensvergleich
βάση κατανομήςZuweisungsbasis
βάση κόστουςBesteuerungsgrundlage
βάση κόστουςBuchwert
βάση κόστουςBemessungsgrundlage
βάση προμήθειας χρηματιστήProvisionsbasis
βάση τιμολόγησηςEntgeltprinzip
βάση των πόρων ΦΠΑGrundlage der MwSt.-Eigenmittel
βάση υπολογισμούBerechnungsgrundlage
βάση υπολογισμού απόδοσης που αντιστοιχεί σε ένα ομόλογοÄquivalenzziffer
βάση υπολογισμού απόδοσης που αντιστοιχεί σε μία ομολογίαÄquivalenzziffer
βάση υπολογισμού των ποσοστώσεωνBerechnungsgrundlage der Kontingente
βάση ΦΠΑ; περιορισμένη βάση ΦΠΑ; μη προσαρμοσμένη βάσηbegrenzte MWSt-Grundlage
βάση ΦΠΑ; περιορισμένη βάση ΦΠΑ; μη προσαρμοσμένη βάσηbegrenzte MWSt-Bemessungsgrundlage
διασαφίζω εμπορεύματα σε περιστασιακή βάσηWaren gelegentlich anmelden
δικαίωμα αγοράς με βάση δείκτη μετοχώνAktienindex-Option
δικαίωμα προαίρεσης αγοράς/πώλησης με βάση δέσμη τίτλωνOption auf Aktienkorb
δικαίωμα προαίρεσης αγοράς/πώλησης με βάση δέσμη τίτλωνIndexoption
εισόδημα με βάση αντικειμενικά κριτήριαgeschätztes Einkommen
εμπορεύματα που δασμολογούνται με βάση το βάρος τουςgewichtszollbare Waren
ενίσχυση με βάση τον αριθμό των εκταρίωνhektarbezogene Beihilfe
ενίσχυση με βάση τον αριθμό των εκταρίωνHektarbeihilfe
επιστρεπτέα ενίσχυση με βάση μηδενικό επιτόκιοzum Nullsatz zurückzuzahlender Zuschuss
επιτόκιο χρηματαγοράς σε ετήσια βάσηjährlicher Geldzinssatz
εποπτεία σε ενοποιημένη βάσηBeaufsichtigung auf konsolidierter Basis
εποπτεία σε ενοποιημένη βάσηAufsicht auf konsolidierter Basis
εποπτεία σε μερικώς ενοποιημένη βάση θυγατρικού πιστωτικού ιδρύματοςUnterkonsolidierung eines Tochterunternehmens
εποπτεία σε μη-ενοποιημένη βάσηBeaufsichtigung auf nichtkonsolidierter Basis
εποπτεία σε μη-ενοποιημένη βάσηAufsicht auf nichtkonsolidierter Basis
εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενοποιημένη βάσηkonsolidierte Überwachung von Kreditinstituten
εταιチεία-βάσηBasisgesellschaft
ημερολογιακή βάση υπολογισμού των τόκων ; συμβατικός όρος υπολογισμού των τόκωνZinsberechnungsmethode
καθορισμός αξίας με βάση την ονοματολογία περί δασμών της ΕΕBrüsseler Zollwert-Abkommen
καταχωρούμενο λογιστικώς με βάση την ημερομηνία πραγματοποίησηςperiodengerecht erfaßt
κεφαλαιακή βάσηEigenmittel
κεφαλαιακή βάσηaufsichtsrechtliche Eigenmittel
κεφαλαιακή βάσηEigenkapital
λογιστική βάσηPrinzip der Periodenabgrenzung
μέθοδος απόσβεσης με βάση τις παραγόμενες μονάδεςLeistungsabschreibung
μέθοδος φορολόγησης με βάση το παγκόσμιο εισόδημαWelteinkommensprinzip
μέθοδος φορολόγησης με βάση το παγκόσμιο εισόδημαUniversalprinzip
με βάση συμφωνία εμπίστου διαχείρισηςtreuhaenderisch
με βάση συμφωνία εμπίστου διαχείρισηςin einem Treuhandverhaeltnis
μεταποιημένα προϊόντα με βάση τα οπωροκηπευτικάVerarbeitungserzeugnisse aus Obst und Gemüse
νέο καθεστώς εισαγωγών σε πειραματική βάσηTestausschreibung
Οδηγία 92/30/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενοποιημένη βάσηRichtlinie 92/30/EWG des Rates über die Beaufsichtigung von Kreditinstituten auf konsolidierter Basis
ομοιόμορφη βάση πόρων ΦΠΑeinheitliche MWSt.-Bemessungsgrundlage
ομοιόμορφη φορολογική βάσηharmonisierte Bemessungsgrundlage
πλασματική βάση των πόρων ΦΠΑfiktive Bemessungsgrundlage für die Mehrwertsteuereigenmittel
πραγματική φορολογική βάσηeffektive Bemessungsgrundlage
προθεσμιακή σύμβαση με βάση δείκτη μετοχώνAktienindex-Terminkontrakt
προϊόντα με βάση τα δημητριακά που παίρνονται με διόγκωση ή καβούρντισμα: διογκωμένο ρύζι puffed rice, καλαμπόκι σε νιφάδες corn-flakes και παρόμοιαLebensmittel, durch Aufblähen oder Rösten von Getreide hergestellt
πώληση σε "ονομαστική" βάσηVerabreichung nur an "gemeldete" Patienten
"στατιστική" φορολογική βάσηstatistische Bemessungsgrundlage
στρατηγικές με βάση τη διαφορά απόδοσηςSpread-Strategien
συμπληρωματική φορολογική βάσηergänzende Bemessungsgrundlage
συμφωνίες σε διμερή βάση για αλληλοδιείσδυσηVereinbarung über die "gegenseitige Durchdringung" auf zweiseitiger Grundlage
συναλλαγματική ισοτιμία με βάση την περιεκτικότητα σε πολύτιμο μέταλλοMuenzparitaet
συναλλαγματική ισοτιμία με βάση την περιεκτικότητα σε πολύτιμο μέταλλοGoldparitaet
συνομολόγηση στοιχήματος με βάση την αρχή του αμοιβαίου στοιχήματοςTotalisatorwette
ταξινόμηση της ατομικής κατανάλωσης με βάση το σκοπόKlassifikation des individuellen Verbrauchs nach Verwendungszwecken
τιµολόγηση µε βάση το κόστοςPreiswahrheit und -klarheit
τραπεζική βάση προεξόφλησηςDiskontbasis
υποενοποιημένη βάσηteilkonsolidierte Basis
υποθετική βάσηBerechnungsbasis
υποθετική βάσηNominalbetrag
υποθετική βάσηBasiswert
υπολογισμός των ιδίων κεφαλαίων σε ενοποιημένη βάσηBerechnung der Eigenmittel auf konsolidierter Basis
υπολογισμός τόκων με βάση τα ημερήσια υπόλοιπαStaffelmethode
φορολογική βάσηSteuergegestand
φορολογική βάσηSteuerobjekt
φορολογική βάσηBuchwert
φορολόγηση με βάση την κατοικίαBesteuerung nach dem Wohnsitzstaat
χρονική βάση υπολογισμού των τόκωνZinsberechnungsmethode