Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Chinese
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Spanish
Terms
for subject
Finances
containing
βάση
|
all forms
Greek
German
ίδιοι πόροι "συμπληρωματική
βάση
"
auf die zusätzliche Bemessungsgrundlage zu erhebender einheitlicher Satz
αμοιβαίο κεφάλαιο με
βάση
ορισμένο δείκτη
Index-Fonds
από τη
βάση
στην κορυφή
Bottom-up-Prinzip
βάση
αναφοράς
Bezugsgrundlage
βάση
δεδομένων για πλαστά νομίσματα
Falschgelddatenbank
βάση
δεδομένων για τα έργα βιοτεχνολογίας που χρηματοδοτούνται από δημόσια κεφάλαια
Datenbank öffentlich finanzierter Biotechnologievorhaben
βάση
είσπραξης
Ist-Besteuerung
βάση
εισοδήματος
Betriebsvermögensvergleich
βάση
κατανομής
Zuweisungsbasis
βάση
κόστους
Besteuerungsgrundlage
βάση
κόστους
Buchwert
βάση
κόστους
Bemessungsgrundlage
βάση
προμήθειας χρηματιστή
Provisionsbasis
βάση
τιμολόγησης
Entgeltprinzip
βάση
των πόρων ΦΠΑ
Grundlage der MwSt.-Eigenmittel
βάση
υπολογισμού
Berechnungsgrundlage
βάση
υπολογισμού απόδοσης που αντιστοιχεί σε ένα ομόλογο
Äquivalenzziffer
βάση
υπολογισμού απόδοσης που αντιστοιχεί σε μία ομολογία
Äquivalenzziffer
βάση
υπολογισμού των ποσοστώσεων
Berechnungsgrundlage der Kontingente
βάση
ΦΠΑ; περιορισμένη βάση ΦΠΑ;
μη
προσαρμοσμένη βάση
begrenzte MWSt-Grundlage
βάση
ΦΠΑ; περιορισμένη βάση ΦΠΑ;
μη
προσαρμοσμένη βάση
begrenzte MWSt-Bemessungsgrundlage
διασαφίζω εμπορεύματα σε περιστασιακή
βάση
Waren gelegentlich anmelden
δικαίωμα αγοράς με
βάση
δείκτη μετοχών
Aktienindex-Option
δικαίωμα προαίρεσης αγοράς/πώλησης με
βάση
δέσμη τίτλων
Option auf Aktienkorb
δικαίωμα προαίρεσης αγοράς/πώλησης με
βάση
δέσμη τίτλων
Indexoption
εισόδημα με
βάση
αντικειμενικά κριτήρια
geschätztes Einkommen
εμπορεύματα που δασμολογούνται με
βάση
το βάρος τους
gewichtszollbare Waren
ενίσχυση με
βάση
τον αριθμό των εκταρίων
hektarbezogene Beihilfe
ενίσχυση με
βάση
τον αριθμό των εκταρίων
Hektarbeihilfe
επιστρεπτέα ενίσχυση με
βάση
μηδενικό επιτόκιο
zum Nullsatz zurückzuzahlender Zuschuss
επιτόκιο χρηματαγοράς σε ετήσια
βάση
jährlicher Geldzinssatz
εποπτεία σε ενοποιημένη
βάση
Beaufsichtigung auf konsolidierter Basis
εποπτεία σε ενοποιημένη
βάση
Aufsicht auf konsolidierter Basis
εποπτεία σε μερικώς ενοποιημένη
βάση
θυγατρικού πιστωτικού ιδρύματος
Unterkonsolidierung eines Tochterunternehmens
εποπτεία σε μη-ενοποιημένη
βάση
Beaufsichtigung auf nichtkonsolidierter Basis
εποπτεία σε μη-ενοποιημένη
βάση
Aufsicht auf nichtkonsolidierter Basis
εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενοποιημένη
βάση
konsolidierte Überwachung von Kreditinstituten
εταιチεία-
βάση
Basisgesellschaft
ημερολογιακή
βάση
υπολογισμού των τόκων ; συμβατικός όρος υπολογισμού των τόκων
Zinsberechnungsmethode
καθορισμός αξίας με
βάση
την ονοματολογία περί δασμών της ΕΕ
Brüsseler Zollwert-Abkommen
καταχωρούμενο λογιστικώς με
βάση
την ημερομηνία πραγματοποίησης
periodengerecht erfaßt
κεφαλαιακή
βάση
Eigenmittel
κεφαλαιακή
βάση
aufsichtsrechtliche Eigenmittel
κεφαλαιακή
βάση
Eigenkapital
λογιστική
βάση
Prinzip der Periodenabgrenzung
μέθοδος απόσβεσης με
βάση
τις παραγόμενες μονάδες
Leistungsabschreibung
μέθοδος φορολόγησης με
βάση
το παγκόσμιο εισόδημα
Welteinkommensprinzip
μέθοδος φορολόγησης με
βάση
το παγκόσμιο εισόδημα
Universalprinzip
με
βάση
συμφωνία εμπίστου διαχείρισης
treuhaenderisch
με
βάση
συμφωνία εμπίστου διαχείρισης
in einem Treuhandverhaeltnis
μεταποιημένα προϊόντα με
βάση
τα οπωροκηπευτικά
Verarbeitungserzeugnisse aus Obst und Gemüse
νέο καθεστώς εισαγωγών σε πειραματική
βάση
Testausschreibung
Οδηγία 92/30/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενοποιημένη
βάση
Richtlinie 92/30/EWG des Rates über die Beaufsichtigung von Kreditinstituten auf konsolidierter Basis
ομοιόμορφη
βάση
πόρων ΦΠΑ
einheitliche MWSt.-Bemessungsgrundlage
ομοιόμορφη φορολογική
βάση
harmonisierte Bemessungsgrundlage
πλασματική
βάση
των πόρων ΦΠΑ
fiktive Bemessungsgrundlage für die Mehrwertsteuereigenmittel
πραγματική φορολογική
βάση
effektive Bemessungsgrundlage
προθεσμιακή σύμβαση με
βάση
δείκτη μετοχών
Aktienindex-Terminkontrakt
προϊόντα με
βάση
τα δημητριακά που παίρνονται με διόγκωση ή καβούρντισμα: διογκωμένο ρύζι
puffed rice
, καλαμπόκι σε νιφάδες
corn-flakes
και παρόμοια
Lebensmittel, durch Aufblähen oder Rösten von Getreide hergestellt
πώληση σε "ονομαστική"
βάση
Verabreichung nur an "gemeldete" Patienten
"στατιστική" φορολογική
βάση
statistische Bemessungsgrundlage
στρατηγικές με
βάση
τη διαφορά απόδοσης
Spread-Strategien
συμπληρωματική φορολογική
βάση
ergänzende Bemessungsgrundlage
συμφωνίες σε διμερή
βάση
για αλληλοδιείσδυση
Vereinbarung über die "gegenseitige Durchdringung" auf zweiseitiger Grundlage
συναλλαγματική ισοτιμία με
βάση
την περιεκτικότητα σε πολύτιμο μέταλλο
Muenzparitaet
συναλλαγματική ισοτιμία με
βάση
την περιεκτικότητα σε πολύτιμο μέταλλο
Goldparitaet
συνομολόγηση στοιχήματος με
βάση
την αρχή του αμοιβαίου στοιχήματος
Totalisatorwette
ταξινόμηση της ατομικής κατανάλωσης με
βάση
το σκοπό
Klassifikation des individuellen Verbrauchs nach Verwendungszwecken
τιµολόγηση µε
βάση
το κόστος
Preiswahrheit und -klarheit
τραπεζική
βάση
προεξόφλησης
Diskontbasis
υποενοποιημένη
βάση
teilkonsolidierte Basis
υποθετική
βάση
Berechnungsbasis
υποθετική
βάση
Nominalbetrag
υποθετική
βάση
Basiswert
υπολογισμός των ιδίων κεφαλαίων σε ενοποιημένη
βάση
Berechnung der Eigenmittel auf konsolidierter Basis
υπολογισμός τόκων με
βάση
τα ημερήσια υπόλοιπα
Staffelmethode
φορολογική
βάση
Steuergegestand
φορολογική
βάση
Steuerobjekt
φορολογική
βάση
Buchwert
φορολόγηση με
βάση
την κατοικία
Besteuerung nach dem Wohnsitzstaat
χρονική
βάση
υπολογισμού των τόκων
Zinsberechnungsmethode
Get short URL