Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Spanish
Terms
for subject
Law
containing
αξία
|
all forms
Greek
German
αξία
διακριτικού συμβόλου
Wert des Warenzeichens
αξία
εκκαθάρισης
Liquidationswert
αξία
εν λειτουργία
Unternehmenswert
αξία
εν λειτουργία
Gesamtwert
αξία
της εισφοράς
übertragener Vermögenswert
αξία
του ανθρώπου
Wuerde des Menschen
αξία
του ανθρώπου
Menschenwuerde
αξία
του αντικειμένου της διαφοράς
Streitwert
δανειακή
αξία
Beleihungswert
ενδείξεις για τη θρεπτική
αξία
nährwertbezogene Angabe
ενδείξεις για τη θρεπτική
αξία
Angabe über den Nährwert
καθαρή
αξία
αποτιμήσεως ενεργητικού
Veräußerungswert
καθαρή
αξία
αποτιμήσεως ενεργητικού
Realisationswert
καθαρή
αξία
ενεργητικού
Veräußerungswert
καθαρή
αξία
ενεργητικού
Realisationswert
κανονική
αξία
μιας υπηρεσίας
Normalwert einer Dienstleistung
μέση προστιθέμενη
αξία
durchschnittlicher Mehrwert
μετοχή χωρίς ονομαστική
αξία
Einlage-Anteil
μετοχή χωρίς ονομαστική
αξία
Stückaktie
μετοχή χωρίς ονομαστική
αξία
Anteil
μετοχή χωρίς ονομαστική
αξία
Aktie ohne Nennwert
ονομαστική
αξία
Stückelung
ονομαστική
αξία
και τεχνικές προδιαγραφές όλων των κερμάτων που πρόκειται να κυκλοφορήσουν
Stückelung und technische Merkmale aller für den Umlauf bestimmten Münzen
συνολική
αξία
Gesamtwert
συνολικό ακαθάριστο χρέος,στην ονομαστική του
αξία
Brutto-Gesamtschuldenstand zum Nominalwert
Get short URL