Subject | Greek | Danish |
med. | ακουστική δοκιμασία | høreprøve |
med. | ακουστική δοκιμασία του BARANY | Baranys simulationsforsøg |
med. | αλλεργολογική δοκιμασία μετά από καταστολή του αλλεργιογόνου | eliminationsprøve |
med. | αναπνευστική δοκιμασία | pusteprøve |
med. | αναπνευστική δοκιμασία | breath test |
med. | ανοικτή επιδερματική δοκιμασία | åben epikutan test |
med., life.sc. | αριθμός καλλιεργειών κυττάρων ανά δοκιμασία | antal cellekulturer pr.eksperimentelt punkt |
med. | ατομική δοκιμασία | individualtest |
med. | βιολογική δοκιμασία | bioassay |
med. | βιολογική δοκιμασία Oehlecker | Oehlecker's biologiske forligelighedsprøve |
med. | βιολογική δοκιμασία Wiener | Wiener's biologiske forligelighedsprøve |
med. | βιολογική δοκιμασία | biotest |
med. | βιολογική δοκιμασία του Oehlecker | Oehlecker's prøve |
med. | βλεφαριδογναθική δοκιμασία | blink-mandibel-prøve |
med. | γαλβανική δοκιμασία Hitzig | Hitzigs galvaniske prøve |
med. | γονοτυπική δοκιμασία | genotypetest |
med. | δερματική δοκιμασία | priktestning |
med. | δερματική δοκιμασία | kutantest |
med. | δερματική δοκιμασία Burnet-Hauttest | Brucellin-hudtest |
med. | δερματική δοκιμασία εκζέματος | cutantest |
med. | δερματική δοκιμασία με βρουκελλίνη | Brucellin-hudtest |
med. | δερματική δοκιμασία στην πενικιλλίνη | penicillin-hudtest |
med. | διαγνωστική δοκιμασία φυματίωσης Craig | Craig's tuberkulosetest |
med. | διοφθαλμική δοκιμασία όρασης Brock | Brock's snoreprøve |
med. | διπλή δοκιμασία ανεκτικότητος της γλυκόζης | dobbelt glukosebelastningsprøve |
med. | διπλή δοκιμασία με παθητική μεταφορά αντισωμάτων δια καταπόσεως | dual-ingestion passive transfer test |
med. | διπλή-τυφλή δοκιμασία με διασταυρούμενη λήψη | dobbelt blindforsøg, f.eks. som overkrydsnings-forsøg |
med. | διπλή-τυφλή δοκιμασία,στην οποία έχει εξασφαλιστεί ο τυχαίος χαρακτήρας των δειγματοληψιών | randomiseret dobbelt-blind-undersøgelse |
med. | δοκιμασία άμεσης συμβατότητας | metode til påvisning af direkte kompatibilitet |
med. | δοκιμασία άνοιας | demenstest |
med. | δοκιμασία έκφρασης | udtryksprøve |
med. | δοκιμασία αίματος | blodprøve |
med. | δοκιμασία αίματος του Kobert | Kober's metode til påvisning af blod |
med. | δοκιμασία α1-αντιθρυψίνης | α1-antitrypsin-test |
med. | δοκιμασία α1-αντιθρυψίνης | alfa-1-antitrypsintest |
med. | δοκιμασία α1-αντιθρυψίνης | alfa-1-antitrypsin-test |
med. | δοκιμασία αγγειοσύσπασης | vasokonstriktionsprøve |
gen. | δοκιμασία αιμοσυγκόλλησης | hæmagglutinationsprøve |
med. | δοκιμασία ακινητοποίησης | immobilisationstest |
med. | δοκιμασία ακινητοποίησης | immobilisationsprøve |
med. | δοκιμασία ακοής συνεχούς τόνου BEZOLD-EDELMANN | Bezold-Edelmanns kontinuerlige tonerække |
med. | δοκιμασία ακράτειας ούρων BONNEY | Bonney's håndgreb |
med. | δοκιμασία αλατούχου έγχυσης | suppressionstest for primær hyperaldosteronisme |
med. | δοκιμασία αλβουμίνης σημασμένης με χρώμιο | albumintest ved hjælp af krommærket albumin |
med. | δοκιμασία αλλεργίας | allergitest |
med. | δοκιμασία αλλεργικής προδιαθέσεως του CAPUANI | Capuanis prøve |
med. | δοκιμασία ανάγνωσης Dobson | Dobsons læseprøve |
med. | δοκιμασία ανίχνευσης | præ-screening test |
med. | δοκιμασία αναπαραγωγής επί τρεις γενεές | reproduktionsundersøgelse i tre generationer |
med. | δοκιμασία αναπνευστικής αλλεργίας | bronkial provokationsundersøgelse |
med. | δοκιμασία αναστολής | hæmningstest |
med. | δοκιμασία αναστολής | inhibitionsforsøg |
med. | δοκιμασία αναστολής | inhibitionstest |
med. | δοκιμασία αναστολής αλγών | væksthæmningstest på alger |
med. | δοκιμασία αναστολής συγκόλλησης | antiagglutinationstest |
med. | δοκιμασία αναστολής της αιμοσυγκόλλησης | hæmagglutination-inhibitionstest |
med. | δοκιμασία ανεκτικότητας για τη διάγνωση του γλαυκώματος | glaukomtests |
med. | δοκιμασία ανεκτικότητας για τη διάγνωση του γλαυκώματος | glaukomprovokation |
med. | δοκιμασία ανεκτικότητος στην γλυκόζη | glukosetoleranstest |
med. | δοκιμασία ανεκτικότητος της γλυκίνης | glycintoleransprøve |
med. | δοκιμασία ανθρακικού καλίου | kaliuhydroxid-test |
med. | δοκιμασία ανθρώπινου σκίτσου | tegn-et-menneske-prøve |
med. | δοκιμασία ανοχής ή ανεκτικότητος | tolerancetest |
med. | δοκιμασία ανοχής ή ανεκτικότητος | belastningsprøve |
med. | δοκιμασία ανοχής αιμοσφαιρίνης | hæmoglobinbelastning |
med. | δοκιμασία ανοχής μυοκαρδίου | cardial tolerance test |
med. | δοκιμασία ανοχής μόλυνσης | infektionsbelastningsprøve |
med. | δοκιμασία ανοχής στην γλυκόζη των Hamann-Hirschmann | Hamann-Hirschmanns glukosebelastning |
med. | δοκιμασία ανοχής στην ηπαρίνη | heparin tolerance test |
med. | δοκιμασία ανοχής στην ιρουδίνη | hirudin tolerance test |
med. | δοκιμασία ανοχής στην ιστιδίνη | histidinbelastning |
med. | δοκιμασία ανοχής χοληστερίνης Buerger | Buerger's cholesterolbelastningsprøve |
med. | δοκιμασία αντίστασης μικροβίων στα αντιβιοτικά | antibiotisk resistensprøve |
med. | δοκιμασία αντιληπτικότητος των αντικειμένων | objekt-genkendelsestest |
mater.sc. | δοκιμασία αποθήκευσης | holdbarhedsforsøg |
med. | δοκιμασία απολύμανσης των χειρών | hånddesinfektionskontrol |
med. | δοκιμασία απόδοσης | evalueringstest |
mater.sc., chem. | δοκιμασία απότριψης | rub-out test |
med. | δοκιμασία αρίθμησης του Busemann | Busemann's opregningsprøve |
med. | δοκιμασία ασβεστίου του Pearse | Pearse's calciumpåvisning |
med. | δοκιμασία ατροπίνης του Dupont | Duponts atropin-prøve |
med. | δοκιμασία βαδίσματος σε κυλιόμενο τάπητα | gangbåndsprøve |
med. | δοκιμασία βουτύρου | smørprøve |
med. | δοκιμασία βρασμού | kogeprøve |
med. | δοκιμασία βρογχικού αποκλεισμού | bronchieblokadetest |
med. | δοκιμασία βρωμίου | bromprøve |
med. | δοκιμασία γάλακτος του Davidsohn | Davidsohn's mælkeprøve |
med. | δοκιμασία γαλής του Dolman | Dolmans prøve for stafylokok-enterotoxin |
med. | δοκιμασία γαστρικής λειτουργίας του Klemperer | Klemperer's ventrikelfunktionsprøve |
med. | δοκιμασία γεύσεως | smagsundersøgelse |
med. | δοκιμασία γεύσεως | smagsprøvning |
med. | δοκιμασία για παιδιά | småbørnstest |
med. | δοκιμασία γλυκόζης | glukoseprøve |
med. | δοκιμασία δακτυλίων του Elbel | Elbel's ringprøve |
med. | δοκιμασία δακτύλου-δακτύλου | finger-finger-forsøg |
med. | δοκιμασία δακτύλου-μύτης | finger-næseforsøg |
med. | δοκιμασία δείγματος αίματος BOLEN | Bolen's cancerprìve |
med. | δοκιμασία δερματικής ευαισθητοποίησης | hudsensibiliseringstest |
med. | δοκιμασία διά τας χολοχρωστικάς του BAUDOUIN | Baudouins prøve for galdefarvestof |
med. | δοκιμασία διάτασης Henning | Hennings dilatationstest |
med. | δοκιμασία δια της ισταμίνης | histamin cutanreaktion |
med. | δοκιμασία δια της ιτεϋλικής φαινόλης | Ewald's salolprøve |
med. | δοκιμασία διαβατότητας των ομφαλικών αγγείων | navlestrengsprøve |
med. | δοκιμασία διαβατότητας των ομφαλικών αγγείων | navlesnorsprøve |
med. | δοκιμασία διαγράμματος | cifferprøve |
med. | δοκιμασία διαδοχικής κάλυψης των οφθαλμών του Duane | Duanes parallaxe-prøve |
med. | δοκιμασία διαλογής για ανίχνευση ικανότητας καρκινογένεσης | screening for kræftfremkaldende virkning |
med. | δοκιμασία διαλογής για ικανότητα καρκινογένεσης | præ-screening test for carcinogenicitet |
med. | δοκιμασία διαχωρισμού | diskriminationstest |
med. | δοκιμασία διβεναμίνης | dibenaminprøve |
med. | δοκιμασία διβρωμοθυμόλης | dibromtyymolblåt-prøve |
med. | δοκιμασία διείσδυσης σπέρματος κρικητού | inseminationstest på hamster |
med. | δοκιμασία διείσδυσης σπέρματος στο ωάριο κρικητού | inseminationstest på hamster |
med. | δοκιμασία διηθητικού χαρτιού | filtrerpapirprøve |
med. | δοκιμασία BARKER,δοκιμασία ανοχής εις την ηπαρίνην | Barkers heparinfølsomhedstest |
med. | δοκιμασία δρεπάνωσης | test for seglcelletræk |
med. | δοκιμασία εγκυμοσύνης του Delfs | Delfs svangerskabsprøve |
med. | δοκιμασία ειδικού τόπου | specific locus test |
med. | δοκιμασία εικόνων | billedprøve |
med. | δοκιμασία εισπνοής | inhalationstest |
med. | δοκιμασία εισπνοής | bronchial-slimhindeprøve |
med. | δοκιμασία εκζέματος του Bloch | Bloch's eczemprøve |
med. | δοκιμασία εκθέσεως | eksponeringsprøve |
med. | δοκιμασία ελέγχου | kontrolforsøg |
med. | δοκιμασία ελέγχου σφυγμού Coca | Cova's pulstest |
med. | δοκιμασία ελαίου | olieprøve |
med. | δοκιμασία εμπλουτισμού | berigelsesproces |
med. | δοκιμασία επί της κυρβασίας | kapunkamsprøve |
med. | δοκιμασία επίκρουσης | perkussionsprøve |
med. | δοκιμασία επίκυψης Kretschmer | Kretschmers foroverbøjningsforsøg |
med. | δοκιμασία επαγωγής προφάγου | profag-induktions test |
med. | δοκιμασία επανέκθεσης | re-expositionsprøve |
med. | δοκιμασία επανεισπνοής CO2 | kuldioxid-genåndingstest |
med. | δοκιμασία επιδείξεως του Grahe | Grahe's pegeforsøg |
med. | δοκιμασία επιδείξεως του von Graefe | v.Graefes forsøg |
med. | δοκιμασία επιλογής | udvælgelsesprøve |
med. | δοκιμασία επιλογής | psykoteknisk prøve |
med. | δοκιμασία εργοταμίνης | ergotaminprøve |
med. | δοκιμασία ερεθιστικότητας οφθαλμού | øjenirritationstest |
med. | δοκιμασία ερυθρού του Κογκό | Paunz'metode |
med. | δοκιμασία ετεροζυγωτών | heterozygoti-tests |
med. | δοκιμασία ετεροφορίας | bestemmelse af heterofori |
med., pharma., R&D. | δοκιμασία ευαισθητοποίησης με επικουρική ουσία | test af adjuvans-typen |
med., pharma., R&D. | δοκιμασία ευαισθητοποίησης με επικουρική ουσία | test af adjuvanttypen |
med., pharma., R&D. | δοκιμασία ευαισθητοποίησης με επικουρική ουσία | forsøg af adjuvans-typen |
med. | δοκιμασία θανατηφόρου επικρατούντος χαρακτήρος | dominant letalgen |
med. | δοκιμασία θανατηφόρου φυλοσυνδέτου υπολειπομένου χαρακτήρος | SLRL test |
med. | δοκιμασία θανατηφόρου φυλοσυνδέτου υπολειπομένου χαρακτήρος | kønsbundet recessiv letal test |
med. | δοκιμασία θανατηφόρου φυλοσυνδέτου υπολειπομένου χαρακτήρος | kønsbunden recessiv letal test |
med. | δοκιμασία θεραπείας πελλάγρας | biologisk niacinbestemmelse |
med. | δοκιμασία θερμότητος | opvarmningsforsøg |
med. | δοκιμασία θυρεοειδούς Harrower | Harrowers thyreoideatest |
med. | δοκιμασία ικανοτήτων | færdighedstest |
med. | δοκιμασία ινδικάνης του Jolles | Jolle's indikanprøve |
med. | δοκιμασία ινδοκαρμίνης | indigo-carmin prøve |
med. | δοκιμασία ινσουλίνης Hollander | Hollander's test |
med. | δοκιμασία ινσουλίνης Hollander | insulintest |
med. | δοκιμασία ινσουλίνης Hollander | Hollander's insulintest |
med. | δοκιμασία ινωδογονοπενίας | hypofibrinogenæmiprøve |
med. | δοκιμασία ισταμίνης | histaminprøve |
med. | δοκιμασία ισταμίνης | histaminkvaddeltest |
med. | δοκιμασία ιστιδίνης | histidin svangerskabsprøve |
med. | δοκιμασία ιωδίου | jodprøve |
med. | δοκιμασία ιωδίου | jodipinprøve |
med., pharma. | δοκιμασία καθήλωσης του συμπληρώματος | komplementbindingstest |
med., pharma. | δοκιμασία καθήλωσης του συμπληρώματος | komplementbindingsreaktion |
med., pharma. | δοκιμασία καθήλωσης του συμπληρώματος | komplementbindingsprøve |
med. | δοκιμασία καρδιακής λειτουργίας Brittingham | Brittingham's hjertefunktionsprøve |
med. | δοκιμασία καρκίνου BOYKSEN | Boyksen's carcinomprøve |
med. | δοκιμασία καρκίνου | Bolen's cancerprìve |
med. | δοκιμασία καρμινίου | undersøgelse af transittiden gennem gastrointestinalkanalen ved hjælp af carmin |
med. | δοκιμασία κατά CALLAWAY | Callaways mål |
med. | δοκιμασία κατακράτησης ύδατος των Kauffmann-Wollheim | Kauffmann-Wollheim's vandprøve |
med. | δοκιμασία καφείνης | koffeinprøve |
med. | δοκιμασία καφείνης | kaffeprøve |
med., life.sc. | δοκιμασία κηλίδας σε επίμυες | spottest-mus |
med., life.sc. | δοκιμασία κηλίδας σε επίμυες | spottest på mus |
med., life.sc. | δοκιμασία κηλίδας σε επίμυες | musespottest |
med., life.sc. | δοκιμασία κηλίδας σε ποντικό | spottest på mus |
med., life.sc. | δοκιμασία κηλίδας σε ποντικό | spottest-mus |
med., life.sc. | δοκιμασία κηλίδας σε ποντικό | musespottest |
med. | δοκιμασία κλασματικής φυγοκέντρησης | differentialcentrifugeringsprøve |
med. | δοκιμασία κοκκιωμάτων BOTTYAN | Bottyan's granulomtest |
med. | δοκιμασία κολλοειδούς χρυσού του Lange | Lange's kolloidal-guld prøve |
med. | δοκιμασία κροκιδώσεως των Boerner και Lukens | Boerner-Lukens' reaktion |
med. | δοκιμασία κρυπτογραφικού σημείου | cifferprøve |
med. | δοκιμασία κυήσεως του BERCOWITZ | Berkowitz'svangerskabsprøve |
med. | δοκιμασία κυανού τολουιδίνης | toluidintest |
med. | δοκιμασία κυκλοφορίας Ratschow | Ratschow's prøve for benets arterielle gennemblødning |
med. | δοκιμασία κυτταρικού μετασχηματισμού | celletransformationstest |
med. | δοκιμασία κόπωσης | cardial tolerance test |
med. | δοκιμασία κύησης με βρώμιο | brom-svangerskabsprøve |
med. | δοκιμασία λειτουργίας νεφρού | nyrefunktionsundersøgelse |
med. | δοκιμασία λεμφοκυτταρικής ενεργοποίησης | lymfocytær aktivationstest |
med. | δοκιμασία λευκωματίνης Howe | Howes æggehvidebestemmelse |
med. | δοκιμασία λοιμώδους μονοπυρήνωσης | test for mononukleose |
med. | δοκιμασία λοιμώδους μονοπυρήνωσης | Paul Bunnells reaktion |
med. | δοκιμασία μάσησης | tyggeprøve |
med. | δοκιμασία με Clomid | clomifentest |
med. | δοκιμασία με pΓnicilloyl-polysine | penicilloyl-polylysin-prøve |
med. | δοκιμασία με γαστρική διασωλήνωση | undersøgelse af ventriklens syresekretion ved hjælp af ventrikelsonde |
med. | δοκιμασία με δίδυμο μάρτυρα | tvillingekontrolmetode |
med., pharma., R&D. | δοκιμασία με επικουρική ουσία | test af adjuvans-typen |
med., pharma., R&D. | δοκιμασία με επικουρική ουσία | test af adjuvanttypen |
med., pharma., R&D. | δοκιμασία με επικουρική ουσία | forsøg af adjuvans-typen |
med. | δοκιμασία με καρμίνη | Karmintest |
med. | δοκιμασία με ραδιενεργό σίδηρο | undersøgelse af jernomsætningen ved hjælp af radioaktivt jernisotop |
med. | δοκιμασία με σίδηρο 59 | undersøgelser af jernomsætningen ved hjælp af jern-59 |
med. | δοκιμασία με το νικοτινικό οξύ του Konno | Konno's niacinprøve |
gen. | δοκιμασία με υπερήχους,εξέταση με υπερήχους | ultralydundersøgelse |
gen. | δοκιμασία με υπερήχους,εξέταση με υπερήχους | ultralydprøvning |
med., pharma. | δοκιμασία με υποδοχείς | receptorassay |
med., pharma. | δοκιμασία με υποδοχείς | receptor-ligand-assay |
med. | δοκιμασία με χαρτί σύγκλεισης | papirudrivningsprøve |
med. | δοκιμασία μεγιστοποιήσεως στο ινδικό χοιρίδιο | maksimeringstest på marsvin |
med. | δοκιμασία μετά τη συνουσία | postkoital undersøgelse af sædcellernes penetrationsevne |
med. | δοκιμασία μετάλλαξης επαναφοράς σε Escherichia coli | tilbagemutationstest |
med. | δοκιμασία μεταλλάξεως επαναφοράς στη Salmonella thyphimurium | Salmonella typhimurium-tilbagemutationstest |
med. | δοκιμασία μετασχηματισμού κυττάρων | celletransformationstest |
med. | δοκιμασία μετοπιρόνης | metopironprøve |
med. | δοκιμασία μικροπυρήνα | mikrokernetest |
med. | δοκιμασία μικροπυρήνα | mikronukleusprøve |
med. | δοκιμασία μικροπυρήνα | micronucleustest |
med. | δοκιμασία μικροπυρήνων | mikronukleusprøve |
med. | δοκιμασία μικροπυρήνων | mikrokernetest |
med. | δοκιμασία μικροπυρήνων | micronucleustest |
med. | δοκιμασία μονοξειδίου του άνθρακα του Haldane | Haldanes kulilteprøve |
med. | δοκιμασία νεφρικής λειτουργίας Holten | Rehberg-Holtens kreatininprøve |
med. | δοκιμασία νοημοσύνης Hamburg-Wechsler | Hamburg-Wechslers test |
med. | δοκιμασία νοημοσύνης | Binet-Simon's test |
med. | δοκιμασία νοημοσύνης | Binet-Simon's intelligensprøve |
med. | δοκιμασία νοημοσύνης με εικόνες | billedkompletteringsprøve |
med. | δοκιμασία ξυλόζης | xylose-absorptionstest |
med. | δοκιμασία ογκώδους δόσης ασβεστίου από του στόματος | oral calciumstødprøve |
med. | δοκιμασία οιστρογόνου | østrogenprøve |
med. | δοκιμασία ολοκλήρωσης σχεδίου ή σκίτσου | kompletteringstest |
med. | δοκιμασία οξύνισης ούρων | undersøgelse af urinens pH efter indgift af surgørende stoffer |
med. | δοκιμασία οξύτητας Hayem | Hayems syrebestemmelse |
med. | δοκιμασία οπτικής επίσχεσης του Benton | Benton's prøve for visuel retention |
med. | δοκιμασία οπτικής οξύτητας του Evans | Evans'synsprøve |
med. | δοκιμασία οπτικο-κινητικής αντίληψις του Bender | Bender's Gestalt-prøve |
med. | δοκιμασία οράσεως του Goldman | Goldmann's skakbræt-synsprøve |
med., health., anim.husb. | δοκιμασία οροεξουδετέρωσης | serumneutralisationsprøve |
med. | δοκιμασία ουρίας κατά BLOXAM | Bloxham's urinstofprøve |
med. | δοκιμασία ουροδόχου κύστης με κανθαριδίνη | cantharide-blæreprøve |
med. | δοκιμασία οφθαλμικής ευαισθησίας Harris-Archer | Harris-Archers overfølsomhedstest |
med. | δοκιμασία οψωνινοφαγοκύτταρου | opsonofagocyttest |
med. | δοκιμασία πέψεως του Leb | Leb's fordøjelsesprøve |
med. | δοκιμασία πήξεως | koagulationsundersøgelse |
med. | δοκιμασία πήξεως | koagulationsanalyse |
med. | δοκιμασία πήξης αίματος Buerker | Buerker's koagulationsprøve |
med. | δοκιμασία πίεσης βολβού οφθαλμού Aschner-Dagnini | bulbustrykforsøg |
med. | δοκιμασία παγκρεατικού ενζύμου | sekretintest |
med. | δοκιμασία παιδικής αντίληψης | children's apperception test |
med. | δοκιμασία παλμιτίνης | palminprøve |
med. | δοκιμασία παπαίνης | papainprøve |
med. | δοκιμασία παράλληλου ελέγχου | kontrolforsøg |
med. | δοκιμασία παραγωγής θρομβοπλαστίνης | Bigg's prøve |
med. | δοκιμασία παρατεταμένης απνοίας | apnø-test |
med. | δοκιμασία πεντοζών του Blumenthal | Blumenthal's pentoseprøve |
med. | δοκιμασία περιστροφικής καρέκλας Gade | Gade's drejestolforsøg |
med. | δοκιμασία περιστροφικού νυσταγμού του Barany | Baranys prøve med roterende stol |
med. | δοκιμασία πετέχειας | petecchieprøve |
med. | δοκιμασία πετέχειας | kapillærresistensprøve |
med. | δοκιμασία πηκτής Busacca | Busacca's gelatineprøve |
med. | δοκιμασία πηκτικότητας | koagulationsundersøgelse |
med. | δοκιμασία πηκτικότητας | koagulationsanalyse |
med. | δοκιμασία πιέσεως του καρωτιδικού κόλπου | sinus caroticus trykforsøg |
med. | δοκιμασία πολλαπλής παρακέντησης Heaf | Heafs multipunkturtest |
med. | δοκιμασία πορίσματος αναλογίας | analogi-prøve |
med. | δοκιμασία ποσοτικοποιημένων ασκήσεων | kvantificeret anstrengelsesprøve |
med. | δοκιμασία ποτάσας | kaliuhydroxid-test |
med. | δοκιμασία πρηνισμού | pronationstest |
med. | δοκιμασία προκλήσεως | evokationsprøve |
med. | δοκιμασία προκλήσεως | provokationsprøve |
med. | δοκιμασία προκλητής αύξησης της αρτηριακής πιέσεως | hypertensionsprovokationsprøve |
med. | δοκιμασία προς έλεγχον της διανοητικής αναπτύξεως των παίδων | Arthur's intelligensprøve |
med. | δοκιμασία προσαρμογής διορθωτικών φακών | brilleprøve |
med. | δοκιμασία προσδιορισμού προγεστερόνης | corpus luteum hormon test |
med. | δοκιμασία προσωπικότητας | karaktertest |
med. | δοκιμασία πρωτεϊνούχου γάλακτος με την μέθοδο του Kober | Kober's mælkeprøve |
med. | δοκιμασία πρωϊνού Boas-Ewald | Boas-Ewald's prøvemåltid |
med. | δοκιμασία πυλωρικής | Boas'ventrikelpassageprøve |
med. | δοκιμασία πυλωρικής λειτουργικότητας Boas | Boas'ventrikelpassageprøve |
med. | δοκιμασία σαλαζοπυρίνης | undersøgelse af transittiden fra munden til colon ved hjælp af salazopyrin |
med. | δοκιμασία σε ασβέστιο | calciumtest |
med. | δοκιμασία Chrobak σε καρκίνο τραχήλου μήτρας | Chrobak's sondeprøve |
med. | δοκιμασία σε κρύο νερό | koldtvandsprøve |
med., life.sc. | δοκιμασία σε τεχνητό έδαφος | test i syntetisk jord |
med. | δοκιμασία σε ψυχρό ή κρύο νερό | koldtvandsprøve |
med. | δοκιμασία σημαντικότητας της διαφοράς | test for middelværdi |
med. | δοκιμασία σιδήρου του Perls | Perls'jernpåvisning |
med. | δοκιμασία σκίτσου ανθρώπου του Goodenough | tegn-et-menneske-prøve |
mater.sc. | δοκιμασία σκληρότητας | ridseprøvning |
med. | δοκιμασία σκωληκοειδίτιδος Harth | Harths appendicitis test |
med. | δοκιμασία σπάγγου Brock | Brock's snoreprøve |
med. | δοκιμασία στηθοσκοπίου COGGINS | Coggins'stetoskoptest |
med. | δοκιμασία στην Pentagastrin | pentagastrinprøve |
med. | δοκιμασία στραβισμού Dunnington-Berke | Dunnington-Berkes skeleprøve |
med. | δοκιμασία στραγγαλισμού των προσαγωγών αγγείων | afsmøringsprøve |
med. | δοκιμασία συγκλείσεως | occlusionsprøve |
med. | δοκιμασία συγκόλλησης σε δοκιμαστικό σωλήνα | reagensglasprøve |
med. | δοκιμασία συνδέσεως τριών σημείων | trepunkts krydsningsforsøg |
med. | δοκιμασία συνειρμού του Jung | Jung's associationstest |
med. | δοκιμασία συφιλίδας Craig | Craig's luestest |
med. | δοκιμασία συφιλίδας Chediak | Chediak's syfilisreaktion |
med. | δοκιμασία σχολικής επιτυχίας του GΦppingen | Goeppingers skolemodenhedsprøve |
med. | δοκιμασία σωματίων Heinz | Heinz-legeme test |
med. | δοκιμασία σωματικής κυτταρικής μετάλλαξης in vivo | in vivo somatisk cellmutationstest |
med., pharma. | δοκιμασία σύνδεσης του συμπληρώματος | komplementbindingsreaktion |
med., pharma. | δοκιμασία σύνδεσης του συμπληρώματος | komplementbindingstest |
med., pharma. | δοκιμασία σύνδεσης του συμπληρώματος | komplementbindingsprøve |
med. | δοκιμασία ταξινόμησης των Goldstein-Gelb-Weigel-Scheerer | Goldstein-Scheerer's farve-form-sorterings demensprøve |
med. | δοκιμασία τερηδόνας | cariesprøve |
med. | δοκιμασία της αναπνευστικής λειτουργίας | lungefunktionsprøve |
med. | δοκιμασία της αντίστασης των ερυθροκυττάρων | erythrocytresistenstest |
med. | δοκιμασία της αντιπροσώπευσης | fremstillingsforsøg |
med. | δοκιμασία της αντιπροσώπευσης | beskrivelsesforsøg |
med. | δοκιμασία της βηρυλλιώσεως κατά CURTIS | Curtis'beryllium lappeprøve |
med. | δοκιμασία της γλυκόζης του Bang | Bang's glucosebestemmelse |
med. | δοκιμασία της θεματικής αντίληψης | thematic apperception test |
med. | δοκιμασία της θεματικής αντίληψης | Murrays personlighedstest |
med. | δοκιμασία της καρωτιδικής συμπίεσης | carotisafklemningsforsøg |
med. | δοκιμασία της παρασυγκολλήσεως | coagglutinations-Coombs'test |
med. | δοκιμασία της προκαλουμένης διουρήσεως | vandprovokationstest |
med. | δοκιμασία της προσωπικότητος | personlighedstest |
med. | δοκιμασία της προσωπικότητος | karakteranalyse |
med. | δοκιμασία της προσωπικότητος και του ενδιαφέροντος | personligheds-og interessetest |
med. | δοκιμασία της συμπυκνώσεως | koncentreringsprøve |
med. | δοκιμασία της συφίλιδος του BAUER | Bauer's syfilisreaktion |
med. | δοκιμασία της σύμφυσης | konglutinationsprøve |
med. | δοκιμασία τοπικής ανοχής | forsøg at bestemme den lokale tolerance |
med. | δοκιμασία του CANTONNET | Cantonnet's test |
med. | δοκιμασία του BACH | Bach's test |
med. | δοκιμασία του Bareggi | Bareggi's test |
med. | δοκιμασία του Becker | Becker's prøve for astigmatisme |
med. | δοκιμασία του Bender | Bender's Gestalt-prøve |
med. | δοκιμασία του Ayer | Ayer's prøve |
med. | δοκιμασία του Rainville | Rainville's prøve |
med. | δοκιμασία του Dieckmann | Dieckmann's prøve |
med. | δοκιμασία του Dolman | Dolmans synsprøve |
med. | δοκιμασία του Evans | Evans'væksthormonprøve |
med. | δοκιμασία του Ehrlich | Ehrlich's fingerprøve |
med. | δοκιμασία του Fishberg | Fishberg's prøve |
med. | δοκιμασία του Gibbon | Gibbon-Landi'ss prøve |
med. | δοκιμασία του Goldberg | Goldberg's prøve |
med. | δοκιμασία του Gompertz | Gompertz'prøve |
med. | δοκιμασία του von Graefe | v.Graefes prøve for okulomotorisk ligevægt |
med. | δοκιμασία του Johnson | Johnson's prøve |
med. | δοκιμασία του Coombs | coagglutinations-Coombs'test |
med. | δοκιμασία του Kietz | Kietz'prøve |
med. | δοκιμασία του Kingsbury | Kingsbury's prøve |
med. | δοκιμασία του Kwint | Kwint's prøve |
med. | δοκιμασία του Kyle | Kyle's prøve |
med. | δοκιμασία του Kassowitz | Kassowitz'prøve |
med. | δοκιμασία του Palmer | Palmer's prøve |
med. | δοκιμασία του Patrick | Patrick's symptom |
med. | δοκιμασία του Paul | Paul's koppediagnose |
med. | δοκιμασία του Peck | Peck's prøve |
med. | δοκιμασία του Pekar | Pekar-prøve |
med. | δοκιμασία 16-P-F του Cattell | personlighedsfaktor-test |
med. | δοκιμασία του Peterman | Peterman's prøve |
med. | δοκιμασία του Obermayer | Obermayer's prøve |
med. | δοκιμασία του Ploeger | Plöger's forsøg |
med. | δοκιμασία του Perthes | Perthes'prøve |
med. | δοκιμασία του Stokvis | pentdyopent-reaktion |
med. | δοκιμασία του Patrick | faber-symptomet |
med. | δοκιμασία του Panse | Panse's pegeprøve |
med. | δοκιμασία του Palm | Palm-test |
med. | δοκιμασία του Kronfeld | Kronfeld's prøve |
med. | δοκιμασία του Killian | Killian's glukosebelastningsprøve |
med. | δοκιμασία του Koenecke | Koeneckes reaktion |
med. | δοκιμασία του Gotsch | Gotsch's prøve |
med. | δοκιμασία του Goldscheider | Goldscheider's prøve |
med. | δοκιμασία του Giraud | Giraud's hypokalcæmiprøve |
med. | δοκιμασία του Finckh | Finckh's prøve |
med. | δοκιμασία του Donne | Donne's test for pyuri |
med. | δοκιμασία του Dienst | Dienst's prøve |
med. | δοκιμασία του Nylander | Bøttger-Almen-Nylanders prøve |
med. | δοκιμασία του Behn | Rohrschach-prøve |
med. | δοκιμασία του BAYLEY | Bayleys synsprøve |
med. | δοκιμασία του CANTANI | Cantani's luesreaktion |
med. | δοκιμασία του Schick | Schick-prøve |
med. | δοκιμασία του Dick | Dick-prøve |
gen. | δοκιμασία του CANTONNET | Cantonnets tegn |
med. | δοκιμασία του αντανακλαστικού του θηλασμού | prøvemadning |
med. | δοκιμασία του GlΓnard | Glénard's prøve |
med. | δοκιμασία του γάλακτος κατά BAUER | Bauers mælkeprøve |
med. | δοκιμασία του δείκτου κατά τον Barany | Baranys pegeforsøg |
med. | δοκιμασία του δελτοειδούς κατά Bronisch | Bronisch's deltoideustest |
med. | δοκιμασία του επιπεφυκότος | conjunctivalprøve |
med. | δοκιμασία του ιδρώτα | svedprøve |
med. | δοκιμασία του καφέ | koffeinprøve |
med. | δοκιμασία του καφέ | kaffeprøve |
med. | δοκιμασία του κομπολογιού | perlesnorsprøve |
med. | δοκιμασία του συμπληρώματος | kompletteringsprøve |
med. | δοκιμασία του συνειρμού | associationsprøve |
med. | δοκιμασία του συνειρμού | associationsforsøg |
med. | δοκιμασία του Bennhold τροποποιημένη από τον Paunz | Paunz'metode |
med. | δοκιμασία του GΦthlin | Gøthlins prøve |
med. | δοκιμασία τριχίνης Herrick | Herricks metode til trichinpåvisning |
med. | δοκιμασία τριχοειδούς αντίστασης του Hess | Hess' kapillærresistenstest |
med. | δοκιμασία τριωδοθυρονίνης του Hamolsky | erythrocyt-T3-test (Hamolsky tri-iodothyronine test) |
med. | δοκιμασία τριών ημερών | tredagsprøve |
med. | δοκιμασία τυφλής βάδισης | gang med lukkede øjne |
med. | δοκιμασία των Rademaker-Garcin | Rademacher-Garcin's prøve |
med. | δοκιμασία των Gibbon-Landis | Gibbon-Landi'ss prøve |
med. | δοκιμασία των Goldsmith-Forland | Goldsmith-Forland's prøve |
med. | δοκιμασία των Goldstein-Scheerer | Goldstein-Scheerer's cube test |
med. | δοκιμασία των Kline-Young | Kline-Young's reaktion |
med. | δοκιμασία των Kussmaul-Tenner | Kussmaul-Tenner's forsøg |
med. | δοκιμασία των Kveim-Nickerson | Kveim's reaktion |
med. | δοκιμασία των Paul-Gins | Paul-Gins'prøve |
med. | δοκιμασία των Koch-Hess | Koch-Hess'nålestikprøve |
med. | δοκιμασία των Deen-Weber | Deen-Weber's prøve |
med. | δοκιμασία των Bergmann-Eilbott | Bergmann-Eilbott's bilirubinbelastningsprøve |
med. | δοκιμασία των Behn-Rohrschach | Rohrschach-prøve |
med. | δοκιμασία των αλκαλοειδών κατά του Bertrand | Bertrand's alkaloidpåvisning |
med. | δοκιμασία των Ewald και Sievert | Ewald's salolprøve |
med. | δοκιμασία των Doerfler και Stewart | Doerfler-Stewarts audiometerprøve |
med. | δοκιμασία των κηλίδων του μελανιού | Rorschach's prøve |
med. | δοκιμασία των παραγόντων της προσωπικότητος | personlighedsfaktor-test |
med. | δοκιμασία των τριών λέξεων | treordsprøve |
med. | δοκιμασία των τριών ποτηριών | treglasprøve |
med. | δοκιμασία υδεργίνης | hydergin-test |
med. | δοκιμασία υπέρπνοιας | hyperventilationsprøve |
med. | δοκιμασία υπασβεστιαιμίας | Giraud's hypokalcæmiprøve |
med. | δοκιμασία υπεραερισμού | hyperventilationsprøve |
med. | δοκιμασία υποακουσίας του Escat | Escat's forsøg |
med. | δοκιμασία υποξίας | hypoxiprøve |
med. | δοκιμασία φαρμάκου | lægemiddelafprøvning |
gen. | δοκιμασία φθοριζόντων αντισωμάτων | test med fluoresceinmærket antistof |
gen. | δοκιμασία φθοριζόντων αντισωμάτων | fluorescerende antistoftest |
med. | δοκιμασία φολλικού οξέως | folinsyreprøve |
med. | δοκιμασία φρουκτόζης BORCHARDT | Borchardt's lævuloseprøve |
med. | δοκιμασία φυλοσύνδετης υπολειπόμενης θανατογόνας μετάλλαξης | kønsbundet recessiv letal test |
med. | δοκιμασία φυλοσύνδετης υπολειπόμενης θανατογόνας μετάλλαξης | SLRL test |
med. | δοκιμασία φυλοσύνδετης υπολειπόμενης θανατογόνας μετάλλαξης | kønsbunden recessiv letal test |
med. | δοκιμασία φυλοσύνδετου υπολειπόμενου θανατηφόρου χαρακτήρα | SLRL test |
med. | δοκιμασία φυλοσύνδετου υπολειπόμενου θανατηφόρου χαρακτήρα | kønsbundet recessiv letal test |
med. | δοκιμασία φυλοσύνδετου υπολειπόμενου θανατηφόρου χαρακτήρα | kønsbunden recessiv letal test |
med. | δοκιμασία φυματίνης | tuberkulinprøve |
med. | δοκιμασία φυματίνης | tuberkulindiagnostik |
med. | δοκιμασία φυσιολογικής καταστάσεως | konditionsprøve |
med. | δοκιμασία φυσιολογικής καταστάσεως | konditest |
med. | δοκιμασία φωσφατάσης του Pearse | Pearse's fosfataseprøve |
med. | δοκιμασία φόρτισης CO2 | kuldioxid-genåndingstest |
med. | δοκιμασία φόρτισης Christy-Thorn | Christy-Thorn's funktionsprøve |
med. | δοκιμασία φόρτισης με διττανθρακικά | bikarbonat-belastningsprøve |
med. | δοκιμασία χαρακτήρος | personlighedstest |
med. | δοκιμασία χαρακτήρος | karakteranalyse |
med. | δοκιμασία χολερυθρίνης του BAUMGARTNER | Baumgartner's bilirubinreaktion |
med. | δοκιμασία χοριακής γοναδοτροπίνης | gonadotropin releasing hormone-test |
med. | δοκιμασία ψευδοτύπου | pseudotypeprøve |
med. | δοκιμασία ψηλάφησης BOWMAN | Bowman's palpationsprøve |
med. | δοκιμασία όρασης Hess | Hesssynsprøve |
med. | δοκιμασία όρασης του Jaeger | Jægers synsprøve |
med. | δοκιμασία ύδατος,του Robinson | måling af maksimal diuresekapacitet |
med. | επιδερματική δοκιμασία με γλυκερινικά αλλεργιογόνα | glycerinsalveprøve |
mater.sc. | επιταχυνόμενη δοκιμασία γήρανσης | accelereret vejrældning |
mater.sc. | επιταχυνόμενη δοκιμασία διάρκειας ζωής | accelereret holdbarhedsforsøg |
med. | εστιακή δοκιμασία Huneke | Hunekes fokaltest |
med. | ηθική δοκιμασία | karaktertest |
med. | θερμιδική δοκιμασία του Ruettin | kalorisk prøve |
med. | θερμική δοκιμασία | kalorisk prøve |
med. | θερμογόνος δοκιμασία | kalorisk prøve |
med. | θερμογόνος δοκιμασία του Barany | Baranys kaloriske prøve |
med. | κλινική βιοχημική δοκιμασία | klinisk-biokemisk undersøgelse |
med. | κυκλοφορική λειτουργική δοκιμασία Buerger | Buerger's kredsløbsfunktionsprøve |
med. | κυστιώδης δοκιμασία των Kalk-Schoendube | Kalk-Schoendubes prøve |
med., pharma. | κυτταρική δοκιμασία | cellebaseret forsøg |
med., pharma. | κυτταρική δοκιμασία | cellebaseret assay |
med., life.sc. | κυτταρογενετική δοκιμασία γεννητικών κυττάρων θηλαστικού in vivo | in vivo cytogenetisk test af kønsceller fra pattedyr |
med. | κυτταρογενετική δοκιμασία σε κύτταρα θηλαστικών in vitro | in vitro cytogenetisk test i pattedyrceller |
med. | κυτταρογενετική δοκιμασία σε μυελό των οστών θηλαστικών in vivo | in vivo cytogenetisk testknoglemarv fra pattedyr |
med. | λαβυρινθική δοκιμασία του Kobrak | Kobrak's kaloriske prøve |
med. | λαβυρινθική δοκιμασία του Ewald | Ewald's labyrinttryksforsøg |
med., pharma., R&D. | μονή-τυφλή δοκιμασία | enkelt-blindundersøgelse |
med. | οιστρογόνος δοκιμασία | østrogenprøve |
med. | οιστρογόνος δοκιμασία του Kober | Kober's østrogenprøve |
med. | οπτομετρική δοκιμασία του Firth | Firth's synsprøve |
med., life.sc. | οριακή δοκιμασία | grænsetest |
med. | ορολογική δοκιμασία | serologisk prøve |
med. | ορολογική δοκιμασία | serologisk analyse |
med. | οφθαλμική δοκιμασία | ophthalmisk prøve |
med. | παραστατική δοκιμασία του Goldstein | Goldstein's figurprøve |
gen. | προκαταρκτική δοκιμασία | stopprøve |
med. | πρωτεϊνική δοκιμασία του Kirk | Kirk's æggehvideprøve |
med. | σταυρωτή δοκιμασία διείσδυσης in vitro | in vitro-undersøgelse af sædcellernes kontakt med vaginalsekretet |
med. | συγκριτική μικροκοσμική δοκιμασία | sammenlignende mikrokosmosprøve |
med. | συνδυασμένη δοκιμασία χρόνιας τοξικότητας και ικανότητας καρκινογένεσης | kombineret undersøgelse af carcinogenicitet/kronisk toksicitet |
med. | τοξικολογική δοκιμασία αναπαραγωγής μιας γενεάς | reproduktionstoksicitetsundersøgelse i en generation |
gen. | τροποποιημένη δοκιμασία MITI | modificeret MITI-test |
med. | τυφλή δοκιμασία | dobbelt-blind forsøg |
med. | τυφλή δοκιμασία | blindforsøg |
med. | φαινοτυπική δοκιμασία | fænotypetest |
med. | χαρακτηριολογική δοκιμασία ευφυίας | karakterologisk intelligensprøve |
med. | ψευδο-ισοχρωματική δοκιμασία του Donders | Donders' pseudo-isokromatiske synsprøve |
med. | ψυχομετρική δοκιμασία | psykometrisk prøve |
med. | ωτική δοκιμασία | Wreden-Wendt's øreprøve |