DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Insurance containing συμφωνία | all forms
GreekDanish
απόλυτη συμφωνία μεταξύ συμβαλλομένωνconsensus ad idem
Επιμέρους Συμφωνία σχετικά με τις εξαγωγικές πιστώσεις για τα αεροσκάφη πολιτικής αεροπορίαςsektoraftale om eksportkreditter til civile fly
Ιταλική συμφωνία βιομηχανικών κινδύνων πυρκαγιάςden italienske brandforsikringsoverenskomst vedrørende industririsici
μη σύμφωνοι όροι; όροι μη σύμφωνοι με την παρούσα συμφωνίαvilkår, der ikke er i overensstemmelse med dette arrangement
μη σύμφωνοι όροι; όροι μη σύμφωνοι με την παρούσα συμφωνίαafvigende vilkår
συμφωνία αντιπραγματισμούmodkøbsaftale
συμφωνία αντιπραγματισμούkompensationsaftale
συμφωνία για αντικείμενα μεταφερόμενα διά θαλάσσηςWaterborne Agreement
συμφωνία για κινδύνους πολέμουkrigsrisikoaftale
συμφωνία για τις αβαρίες μικρής εκτάσεωςoverenskomst om mindre skader
συμφωνία δύο ασφαλιστικών εταιριών για το διακανονισμό ζημιών ασφαλισμένων τουςoverenskomst om deling af erstatningskrav
συμφωνία επιστροφής ασφαλίστρωνudbetaling i henhold til police
συμφωνία επιστροφής ασφαλίστρωνpræmie retur/bonus
συμφωνία ισομερούς κατανομής δαπανώνerstatningskontrakt på halvpartsbasis
συμφωνία κοινής αβαρίαςalmindelig havarikontrakt
Συμφωνία περί των εξαγωγικών πιστώσεων για τους σταθμούς εδάφους των τηλεπικοι- νωνιακών δορυφόρωνaftale om eksportkreditter til jordstationer til satellitkommunikation
συμφωνία που αφορά στη σύγκρουση αυτοκινήτωνafregningsaftale efter en kollision
Συμφωνία σχετικά με τις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλωνoverenskomst henvisende til tjenestemandspensioner
Τομεακή συμφωνία για τις εξαγωγικές πιστώσεις όσον αφορά τους πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειαςsektoraftale om eksportkreditter til kernekraftværker