Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Croatian
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Lithuanian
Portuguese
Romanian
Spanish
Terms
for subject
Economy
containing
οικονομία αγοράς
|
all forms
|
in specified order only
Greek
Danish
ιδιώτης επενδυτής στην οικονομία της αγοράς
markedsøkonomisk investor
κοινωνική οικονομία της αγοράς
social markedsøkonomi
μετάβαση στην οικονομία της αγοράς
overgang til markedsorientered økonomi
οικονομία αγοράς
åben markedsorienteret økonomi
οικονομία αγοράς
markedsøkonomi
οικονομία αγοράς
fri markedsøkonomi
οικονομία ελεύθερης αγοράς
markedsøkonomi
οικονομία ελεύθερης αγοράς
åben markedsorienteret økonomi
οικονομία ελεύθερης αγοράς
fri markedsøkonomi
οικονομία της αγοράς
markedsøkonomi
οικονομία της ανοικτής αγοράς με ελέυθερο ανταγωνισμό
åben markedsøkonomi med fri konkurrence
οικονομία της ανοιχτής αγοράς
åben markedsøkonomi
οικονομία της ανοιχτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό
åben markedsøkonomi med fri konkurrence
χώρα που διέρχεται μεταβατική περίοδο προς την οικονομία της αγοράς
land på vej mod markedsøkonomi
χώρα που διέρχεται μεταβατική περίοδο προς την οικονομία της αγοράς
overgangsøkonomi
χώρα που διέρχεται μεταβατική περίοδο προς την οικονομία της αγοράς
reformland
χώρα που διέρχεται μεταβατική περίοδο προς την οικονομία της αγοράς
lande med overgangsøkonomi
χώρα που διέρχεται μεταβατική περίοδο προς την οικονομία της αγοράς
land, der befinder sig i en omstillingsperiode
χώρα που διέρχεται μεταβατική περίοδο προς την οικονομία της αγοράς
land i en overgangsproces
Get short URL