DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Economy containing ιδιοκτησία | all forms
GreekDanish
έγγειος γεωργική ιδιοκτησίαlandbrugsejendom
έγγειος ιδιοκτησίαjordejendom
έγκλημα κατά της ιδιοκτησίαςforbrydelser mod ting
ατομική ιδιοκτησίαprivat ejendom
βιομηχανική ιδιοκτησίαindustriel ejendomsret
δασική ιδιοκτησίαskovejendom
διαχειριστής εκμετάλλευσης γεωργικής ιδιοκτησίαςbestyrer
δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίαςforfatterret
δικαιώματα ιδιοκτησίας επί των καθαρών περιουσιακών στοιχείωνejendomsret til aktiverne
ιδιοκτησία των αγαθών και υπηρεσιώνejendomsret til goder og tjenesteydelser
λογοτεχνική και καλλιτεχνική ιδιοκτησίαlitterær og kunstnerisk ejendom
με την παροχή της δυνατότητος εκμεταλλεύσεως εγγείου ιδιοκτησίας σε υπηκόους...at gøre det muligt for statsborgere i at udnytte fast ejendom
μεγάλη ιδιοκτησίαlatifundium
μεγάλη ιδιοκτησίαlatifundie
Παγκόσμια Οργάνωση Πνευματικής ΙδιοκτησίαςVerdensorganisationen for Intellektuel Ejendomsret
πνευματική ιδιοκτησίαintellektuel ejendomsret
προστασία της βιομηχανικής και εμπορικής ιδιοκτησίαςbeskyttelse af industriel og kommerciel ejendomsret
σύσταση ιδιοκτησίαςadgang til kapital
χρονομεριστική ιδιοκτησίαtimesharing