DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Life sciences containing δοκιμή | all forms
GreekDanish
ανταγωνιστική ενζυμική δοκιμή ανοσοπροσρόφησηςkonkurrence-ELISA
ανταγωνιστική ενζυμική δοκιμή ανοσοπροσρόφησηςkompetitiv ELISA
διάταξη για τη δοκιμή ημισυνεχούς ενεργοποίησης ιλύοςsemi-kontinuerlig aktiveret slamenhed
δοκιμή αναταραχήςrysteprøve
δοκιμή βραδείας θλίψεως μετά στραγγίσεως επί υποστάντος συνίζησιν δείγματοςkonsolideringstest med afdræning
δοκιμή διάτμησης με πτερύγιοvingeborsforsøg
δοκιμή δόνησηςrysteprøve
δοκιμή κατάταξηςklassifikationsprøve
δοκιμή κλειστής φιάληςclosed bottle test
δοκιμή με αποστράγγισηdrænet forsøg
δοκιμή πολυχρονικής κατάταξηςafprøvning af multi-tidsvariabel klassifikation
δοκιμή σε ανεμπόδιστη θλίψηsimpelt trykforsøg med uhindret sideudvidelse
δοκιμή σε διαβροχή-ξήρανσηvåd-tørforsøg
δοκιμή συμπύκνωσηςkomprimeringsprøve
δοκιμή σχηματισμού δακτυλίουringprøve
δοκιμή υδροαπορροφητικότητοςvandoptagelsesforsøg
δοκιμή φέρουσας ικανότηταςbæreevneprøve
τροποποιημένη δοκιμή SCASmodificeret SCAS-test
τροποποιημένη δοκιμή ημισυνεχούς ενεργοποίησης ιλύοςmodificeret SCAS-test
τροποποιημένη δοκιμή κατά Sturmmodificeret Sturm-test