DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Labor law containing διαδικασία | all forms
GreekDanish
διαδικασία εργασίαςarbejdsproces
διαδικασία κατάρτισηςchance for at tilegne sig kvalifikationer
διαδικασία της εργασίαςarbejdsproces
διαδικασία της παραγωγήςarbejdsproces
Διαδικασία του ΛουξεμβούργουLuxembourgprocessen
μη αυτοματοποιημένη διαδικασία ελέγχουmanuel processtyring
μη αυτοματοποιημένη διαδικασία ελέγχουovervågningsarbejde
μη αυτοματοποιημένη διαδικασία ελέγχουmanuel proceskontrol