Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian
Spanish
Terms
for subject
Agriculture
containing
αποθεματοποίηση
|
all forms
Greek
Danish
έξοδα για αποθήκευση και τόκοι για
αποθεματοποίηση
lager- og renteomkostninger ved oplagring
έξοδα τεχνικού χαρακτήρα που προκύπτουν από αγορές για δημόσια
αποθεματοποίηση
tekniske udgifter ved opkøb til offentlig oplagring
έξοδα τεχνικού χαρακτήρα σχετικά με τη δημόσια
αποθεματοποίηση
tekniske udgifter til offentlig oplagring
αγορά αλκοόλης στη δημόσια
αποθεματοποίηση
opkøb af alkohol til offentlig oplagring
αποθεματοποίηση
; αποθήκευση
lagring
αποθεματοποίηση
των τεμαχίων
oplagring af udskæringer
δημόσια
αποθεματοποίηση
γεωργικών προϊόντων
offentlig oplagring af landbrugsprodukter
ειδική ενίσχυση στην
αποθεματοποίηση
οίνων ποιότητας
særlig støtte til oplagring af kvalitetsvine
ενίσχυση στη συμπληρωματική
αποθεματοποίηση
støtte til ekstra lagerrum
ενίσχυση στην ιδιωτική
αποθεματοποίηση
støtte til privat oplagring
χρηματοδοτικά έξοδα που προκύπτουν από αγορές για δημόσια
αποθεματοποίηση
finansieringsudgifter ved opkøb til offentlig oplagring
Get short URL