DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Construction containing Σύστημα | all forms
GreekDanish
δομικό σύστημαbyggestil
δομικό σύστημαkonstruktionsmåde
δομικό σύστημαbebyggelsesart
ευρωπαϊκό σύστημα παραβολής των δακτυλικών αποτυπωμάτων των αιτούντων άσυλοeuropæisk fingeraftryksystem
Ευρωπαϊκό σύστημα προσδιορισμού των χαρακτηριστικών των ναρκωτικώνeuropæisk system til kriminalteknisk narkotikaprofilering
παθητικό σύστημα ψύξηςpassiv køling
σύστημα αγωγώνrørledning
σύστημα απόθεσης ιλύοςnedløbsbrønd
σύστημα διηθητικών φρεάτωνsystem af sugespidser
σύστημα εκτελέσεως έργων δι'αυτεπιστασίαςudførelse i eget regi
σύστημα ενδείξεωνmarkeringsanlæg
σύστημα κατασκευήςbyggemåde
σύστημα οικοδόμησης,σύμφωνα με το οποίο γίνεται συναρμολόγηση τελειωμένων τοίχων πάνω στο έδαφοςbyggeri med præfabrikerede vægge
σύστημα παροχής ύδατοςbrøndanlæg
σύστημα πολλαπλών στρώσεωνflerlagssystem
σύστημα στεγάνωσηςfugtisolation
σύστημα υδροδότησηςbrøndanlæg
υβριδικό προκατασκευασμένο σύστημαhybrid præfabrikeret system