DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Communications containing φορέα | all forms
GreekPortuguese
άδεια σε φορέα μαζικής διάθεσηςautorização concedida ao grossista
έγκριση από ένα φορέαautorização em balcão único
αίτηση πρωτεύοντος διακεντρικού φορέαsolicitação PIC
απόκριση πρωτεύοντος διακεντρικού φορέαresposta PIC
δίκτυο του φορέα εκμετάλλευσηςrede do operador
διαδικασία αποκατάστασης φορέαprocedimento de estabelecimento de suporte
διαδικασία συντήρησης από ένα φορέαprocesso de manutenção em balcão único
διαδικασία υποβολής αιτήσεων σε ένα φορέαprocesso de encomenda em balcão único
εκπομπή μονοπλευρικής ζώνης και πλήρους φέρουσας φορέα με απλή πλευρική ζώνηemissão de banda lateral única e portadora completa
ικανότητα φορέαcapacidade de suporte
κωδικός πρόσβασης φορέαcódigo de acesso à rede telefónica
κωδικός φορέα εκμετ5άλλευσηςcódigo de operador
Μεταπομπή φορέαhandover de suporte
πληροφοριακό στοιχείο χωρητικότητας φορέαelemento de informação de capacidade de suporte
συναγερμός ομάδας φορέαalarme de grupo de portadoras
τέλη πρωτεύοντος διακεντρικού φορέαtaxas PIC
ταυτότητα του οικείου φορέα εκμετάλλευσηςidentidade do operador local
ταυτότητα φορέα εκμετάλλευσηςidentidade do operador
ταχυδρομείο που διεκπεραιώθηκε από ενδιάμεσο φορέα εκμετάλλευσηςcorreio tratado por um operador intermediário
ταχυδρομικό υλικό που έχει ταχυδρομηθεί από ιδιωτικό φορέα εκμετάλλευσηςcorreio expedido por um operador privado
υπηρεσίες εναλλακτικού φορέα εκμετάλλευσηςserviços de operador alternativo
υποβολή αίτησης σ΄ένα φορέαencomenda em balcão único
χρέωση από ένα φορέαfaturação em balcão único
χρέωση κοινής γραμμής φορέαcusto de linha para operadores de longa distância
χωρητικότητα φορέαcapacidade de suporte