DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Forestry containing μέθοδος | all forms
GreekPortuguese
μέθοδος αποθήκευσηςmétodo de armazenagem
μέθοδος αραίωσηςmétodo de desbaste
μέθοδος κοπής σε κορμοτεμάχια καθορισμένου μήκους και αποκλάδωσης επί τόπουcorte ao comprimento
μέθοδος μερικής ξύλευσηςmétodo de árvore parcial
μέθοδος μετακίνησης κορμών από το δάσος στον δρόμοexploraçăo com escavadora (με φορτωτή)
μέθοδος μεταφοράςmétodo de transporte
μέθοδος περιοχής σποροπαραγωγών δέντρωνmétodo de área semente-árvore
μέθοδος της στιγμιαίας οξείδωσηςmétodo da oxidação instantânea