DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Law containing σύμβουλος | all forms
GreekEnglish
έμπιστος σύμβουλοςconfidential counsellor
αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλοςDeputy Executive Director
Ανώτερος Στρατιωτικός ΣύμβουλοςSenior Military Advisor
αρμόδιος σύμβουλοςadviser in charge
δημοτικός ή κοινοτικός σύμβουλοςmunicipal councillor
δημοτικός ή κοινοτικός σύμβουλοςelected municipal officer
δημοτικός ή κοινοτικός σύμβουλοςcommunal councillor
εμπιστευτικός σύμβουλοςconfidential counsellor
εξωτερικός νομικός σύμβουλοςexternal legal counsel
νομικός σύμβουλοςLegal Adviser
νομικός σύμβουλοςsolicitor
Ομοσπονδιακή ΣύμβουλοςFederal Councillor (cussegliera federala)
Ομοσπονδιακός ΣύμβουλοςFederal Councillor (cussegliera federala)
σύμβουλος ακροάσεωνhearing officer
σύμβουλος για ζητήματα δικαιωμάτωνlicensing consultant
σύμβουλος για νομικά θέματαLegal Adviser
σύμβουλος επί θεμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίαςindustrial property agent
σύμβουλος οργάνωσης επιχειρήσεωνmanagement consultant
σύμβουλος προστασίας δεδομένωνdata protection counsellor
σύμβουλος προστασίας δεδομένωνdata protection adviser
σύμβουλος σε ζητήματα ενοποιημένης παρουσίας/franchisingfranchise consultant