DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Health care containing μια | all forms | exact matches only
GreekEnglish
ατμόσφαιρα περιβάλλουσα μια θέση εργασίαςworking place air
δοκιμή τουλάχιστον μία φορά σε όλη τη ζωήlifetime experience
Ευρωπαϊκή συμφωνία σχετικά με την παροχή ιατρικής περίθαλψης σε προσώπα κατά την προσωρινή διαμονή τους σε μια χώραEuropean Agreement concerning the provision of medical care to persons during temporary residence
Ευρώπη για μια καλύτερη ζωήEurope for a Better Life
μία αιτία θανάτουsingle cause of death
στάση επιβαλλόμενη από μια συγκεκριμένη εργασίαwork posture
συγκέντρωση που αναστέλλει κατά 50% μια δεδομένη παράμετροconcentration causing 50% inhibition of a given parameter
συμμετοχή σε μια ομάδαgroup membership
χρήση τουλάχιστον μια φορά σε όλη τη ζωήlifetime use