Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Chinese
English
Polish
Russian
Terms
for subject
Industry
containing
μια
|
all forms
|
exact matches only
Greek
English
επίχριση από τη
μία
πλευρά
single-side coating
Mηχανή με
μία
τράπεζα
single pot furnace
Mηχανή με
μία
τράπεζα
one-pot furnace
κούφωμα με
μια
αυλάκωση
single chamfer frame
κούφωμα με
μια
εντομή
single chamfer frame
κυκλικό πριόνι με
μια
λάμα
single-blade circular saw
μετωπική ραφή συγκολλήσεως σε σύνδεση T μεταξύ ενός επιπέδου ελάσματος και ενός ελάσματος με κεκλιμένη την
μια
πλευρά
edge weld between a flat plate and a flanged plate
μετωπική ραφή συγκολλήσεως σε σύνδεση T μεταξύ ενός επιπέδου ελάσματος και ενός ελάσματος με κεκλιμένη την
μια
πλευρά
corner-flange weld
μηχανή με
μία
τράπεζα
one table machine
ξύλο ροκανισμένο σε
μια
πλευρά και δύο άκρα
timber planed one face and two edges
πέλμα χυτό σε
μία
στρώση
single moulded sole
πλάκα λαξευμένη στη
μια
επιφάνεια
correcting plate
πριόνισμα από την
μια
μεριά στην άλλη
through-and-through sawing
συγκόλληση με
μία
στρώση
single-run welding
Get short URL