DictionaryForumContacts

   Greek
Terms containing θεματοφύλακας | all forms
SubjectGreekEnglish
econ., market.αμοιβή για υπηρεσίες θεματοφύλακα καταβαλλόμενη από τους παρέχοντες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίεςfiduciary duty owned by a financial service supplier
insur.ειδικός θεματοφύλακαςspecial trustee
fin., ITεντολή σε θεματοφύλακαinstruction to a custodian
polit.Η Επιτροπή, θεματοφύλακας των Συνθηκώνguardian of the Treaty
polit.Η Επιτροπή, θεματοφύλακας των Συνθηκώνguardian of the Treaties
lawθεματοφύλακας της κοινοτικής έννομης τάξηςguardian of the Community legal order
insur.θεματοφύλακας του αναλογιστικού κεφαλαίου κάλυψης των μαθηματικών αποθεμάτωνtrustee of the actuarial cover fund
gen.θεματοφύλακας του μητρώουkeeper of the register
fin.θεματοφύλακας των ΟΣΕΚΑUCITS depositary
fin.θεματοφύλακας των στοιχείων του ενεργητικούdepository for the holdings
polit.θεματοφύλακας των Συνθηκώνguardian of the Treaty
polit.θεματοφύλακας των Συνθηκώνguardian of the Treaties
fin.θεματοφύλακας χρεογράφωνsecurity custodian
fin.θεματοφύλακας χρεογράφωνcustodian
insur.ρήτρα θεματοφυλάκωνbailee clause
interntl.trade., fin.υπηρεσίες φύλαξης, θεματοφύλακα και καταπιστευματοδόχουcustodial, depository and trust services