Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Dutch
⇄
Afrikaans
Arabic
Bulgarian
Catalan
Chinese
Czech
Danish
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Korean
Latvian
Lithuanian
Maltese
Persian
Portuguese
Russian
Serbian
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Terms
for subject
Communications
containing
frequentist
|
all forms
Dutch
Greek
alzijdig gericht radiobaken op zeer hoge
frequentie
εξοπλισμός παγκατευθυντήριας ναυτιλίας
bakenontvanger voor vaste
frequentie
δέκτης ραδιοφάρου σταθερού συντονισμού
bedrijf met een enkele
frequentie
μονόσυχνη αμφίδρομη εκμετάλλευση
bedrijf met een enkele
frequentie
λειτουργία μοναδικής συχνότητας
bedrijf met een enkele
frequentie
λειτουργία απλής συχνότητας
bedrijf met verschoven
frequentie
λειτουργία με μετατοπισμένη συχνότητα
breekpunt bij logarithmisch uitgezette
frequentie
en lineair uitgezette dB-gevoeligheid
σημείο θλάσης σε μια λογαριθμική-γραμμική κλίμακας
centrale
frequentie
συχνότητα ηρεμίας
centrale
frequentie
ηρεμική συχνότητα
deling van de
frequentie
en de tijd
διαμοιρασμός συχνότητας-χρόνου
demping/
frequentie
-vervorming
παραμόρφωση εξασθένης/συχνότητας
door absorptie begrensde
frequentie
οριακή συχνότητα απορρόφησης
draaggolf met verschoven
frequentie
αποσυντονισμένη φέρουσα
fase coherent
frequentie
coderen
συμφασική διαμόρφωση με μετατόπιση συχνότητας
fase coherent
frequentie
coderen
συμφασική FSK
frequentie
-aanpasbaar
συχνοευέλικτος
frequentie
-afhankelijk koppelingsverlies
εξαρτώμενη από τη συχνότητα απώλεια σύζευξης
frequentie
-allocatieplan
σχέδιο κατανομής συχνοτήτων
frequentie
deelverzamelingsnummer van een ontvanger
αριθμός υποσυνόλου συχνοτήτων του δέκτη
frequentie
die toegewezen is aan het opwaartse pad
εκχώρηση συχνοτήτων ανερχόμενης διαδρομής
frequentie
-hergebruik
επαναχρησιμοποίηση συχνότητας
frequentie
-insertieplan in de middenruimten
ενδιάμεσο βραχυχρόνιο πρόγραμμα
frequentie
-instelling
καθορισμός συχνότητας
frequentie
-interval
διαπόσταση συχνοτήτων
frequentie
-interval
διαχωρισμός συχνοτήτων
frequentie
-interval
διάστημα συχνοτήτων
frequentie
/kanaaluitwisseling
δανεισμός συχνότητας/καναλιού
frequentie
-omvorming
μετατροπή συχνότητας
frequentie
-omzetting
μετατροπή συχνότητας
frequentie
-omzettingstrap
βαθμίδα μεταλλάκτη συχνότητας
frequentie
-opname
καταγραφή συχνότητας
frequentie
-overlapping
αλληλοκάλυψη συχνοτήτων
frequentie
van beeldmodulatie
συχνότητα διαμόρφωσης εικόνας
frequentie
van de ondervragingspulsen
συχνότητα επανάληψης επερώτησης
frequentie
van de ondervragingspulsen
ρυθμός επερωτήσεων
frequentie
van de voedingsbron
συχνότητα της τροφοδοσίας ισχύος
frequentie
van verschijning
περιοδικότητα της δημοσίευσης
frequentie
van werk-en rusttekens
συχνότητες δύο καταστάσεων
frequentie
waarmee men toegang heeft tot de ophalingspunten
συχνότητα πρόσβασης σε σημείο περισυλλογής
gemeenschappelijk gebruik van
frequentie
κοινή χρήση συχνοτήτων
gereserveerde
frequentie
συχνότητα επείγουσας ανάγκης
gereserveerde
frequentie
συχνότητα κινδύνου
gereserveerde
frequentie
συχνότητα εκτάκτου ανάγκης
gereserveerde
frequentie
αφιερωμένη συχνότητα
gevoeligheid/
frequentie
-masker in zendrichting
μάσκα ευαισθησίας-συχνότητας αποστολής
halfvermogen-
frequentie
συχνότητα μισής ισχύος
hoge
frequentie
communicatie
επικοινωνία σε υψηλή συχνότητα
hoogste bruikbare
frequentie
μέγιστη χρησιμοποιήσιμη συχνότητα
hoogste bruikbare
frequentie
MUF εκμετάλλευσης
hoorbare
frequentie
ακουστική συχνότητα
hopping-
frequentie
πήδημα συχνότητας
indicator van de centrale
frequentie
δείκτης μεσαίας συχνότητας
infra-hoorbare
frequentie
υποηχητική συχνότητα
infra-hoorbare
frequentie
υποακουστική συχνότητα
interferentie in de
frequentie
παρεμβολή πάνω στη συχνότητα
internationaal sequentiële-selectieve-oproepsysteem met een enkele
frequentie
μονοσυχνικό διεθνές σύστημα σειριακών επιλεκτικών κλήσεων
karakteristieke
frequentie
χαρακτηριστική συχνότητα
kritische
frequentie
van een E-laag
κρίσιμη συχνότητα του στρώματος Ε
laagste bruikbare hoge
frequentie
ελάχιστη χρήσιμη συχνότητα
lage-
frequentie
component
συνιστώσα χαμηλής συχνότητας
logaritmisch uitgezette
frequentie
en lineair uitgezette dB-gevoeligheid
λογαριθμική-γραμμική κλίμακα
maximaal toelaatbare
frequentie
-afwijking van eind tot eind
μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα συχνότητας από άκρο σε άκρο
maximaal toepasbare
frequentie
μέγιστη χρησιμοποιήσιμη συχνότητα
meervoudige
frequentie
-omgeving,distribueren in een-
περιβάλλον πολλών συχνοτήτων,διανέμω σε ένα-
niveau van afgestemde
frequentie
στάθμη της συχνότητας συντονισμού
ogenblikswaarde van de
frequentie
στιγμιαία συχνότητα
omzetter van
frequentie
in amplitude
μεταφραστής συχνότητας-πλάτους
onderdrukking op afgestemde
frequentie
απόρριψη της συχνότητας συντονισμού
oscillator met vaste
frequentie
ταλαντωτής σταθερής συχνότητας
oscillator voor
frequentie
-omzetting
ταλαντωτής αλλαγής συχνότητας
primaire
frequentie
πρωτεύουσα συχνότητα
radiozender met één vaste
frequentie
πομπός σταθερής συχνότητας
regelbare
frequentie
ρυθμιζόμενη συχνότητα
registratie van
frequentie
en tijd
χρονομετρική εγγραφή συχνότητας και αναφοράς χρόνου
rejectie van de
frequentie
-afwijking
απόρριψη εκτός συχνότητας
sector
frequentie
συχνότητα τομέα
sequentiële selectieve-oproepsysteem met een enkele
frequentie
μονοσυχνικό σύστημα σειριακών επιλεκτικών κλήσεων
stapeling naar de
frequentie
πολλαπλό σύστημα με διαίρεση συχνότητας
superhoge
frequentie
υπερυψηλή συχνότητα
toegewezen
frequentie
εκχωρημένη συχνότητα
toewijzingsplan van positie en
frequentie
van de omloopbaan
σχέδιο εκχώρησης τροχιακής θέσης-συχνότητας
ultrahoge
frequentie
υπερύψηλη συχνότητα; κατ'εξοχήν υψηλή συχνότητα
ultrahoge
frequentie
υπερσυχνότητα
ultra-hoorbare
frequentie
υπερηχητική συχνότητα
ultra-hoorbare
frequentie
υπερακουστική συχνότητα
verbinding werkend op één
frequentie
μονόσυχνη αμφίδρομη εκμετάλλευση
zeer hoge
frequentie
πολύ υψηλή συχνότητα
zelfbekrachtiging in lage
frequentie
παρασιτική ταλάντωση
zelfbekrachtiging in lage
frequentie
βενζινακάτωση
Get short URL