DictionaryForumContacts

   Portuguese
Terms for subject Electronics containing colector | all forms | exact matches only
PortugueseGreek
capacidade colector-baseχωρητικότητα συλλέκτη-βάσης με ανοικτοκυκλωμένο εκπομπό
capacidade do colectorχωρητικότητα συλλέκτη με ανοικτοκυκλωμένο εκπομπό
capacidade do colectorχωρητικότητα συλλέκτη
colector de correnteσυλλέκτης ρεύματος
corrente de colectorρεύμα συλλεγόμενο
corrente de colector ao corteανάστροφο ρεύμα κόρου συλλέκτη με ανοικτοκυκλωμένο εκπομπό
corrente de colector ao corteρεύμα αποκοπής συλλέκτη με ανοικτοκυκλωμένο εκπομπό
corrente de colector ao corteρεύμα αποκοπής συλλέκτη
corrente de corte do colectorρεύμα αποκοπής συλλέκτη
corrente de fuga do colectorρεύμα διαρροής συλλέκτη-βάσης
montagem em colector comumκοινός συλλέκτης
montagem em colector comumσυνδεσμολογία κοινού συλλέκτη
rendimento do colectorαπλδοση συλλέκτη
terminal do colectorακροδέκτης συλλέκτη