Subject | English | Greek |
polit., law | address the Court through an agent, adviser or lawyer | αναπτύσσω τους ισχυρισμούς μου μέσω εκπροσώπου,συμβούλου ή δικηγόρου |
fin. | administration and finance adviser | σύμβουλος διαχείρισης και οικονομικών |
gen. | Adviser, Hearing and Security Officer | σύμβουλος επιφορτισμένος με την ασφάλεια των πληροφοριών και τις ακροάσεις |
gov. | adviser hors classe | σύμβουλος εκτός κατηγορίας |
gen. | adviser hors classe | σύμβουλος εκτός κατατάξεως |
law, fin. | adviser in charge | αρμόδιος σύμβουλος |
gen. | adviser with special responsability for relations with Parliament | σύμβουλος επιφορτισμένος με τις σχέσεις με το Κοινοβούλιο |
econ. | advisers or technical assistance experts made available to developing countries | σύμβουλοι ή τεχνικοί εμπειρογνώμονες οι οποίοι τίθενται στη διάθεση των αναπτυσσόμενων χωρών |
law | agent assisted by an adviser or by a lawyer entitled to practise before a court of a Member State | εκπρόσωπος επικουρούμενος από σύμβουλο ή δικηγόρο εγγεγραμμένο σε δικηγορικό σύλλογο ενός των κρατών μελών |
law | agents, advisers and lawyers, appearing before the Court | εκπρόσωποι, σύμβουλοι και δικηγόροι παριστάμενοι ενώπιον του Δικαστηρίου |
agric. | agricultural adviser | ειδικός επί των αγροτικών θεμάτων |
agric. | agricultural adviser | γεωργικός σύμβουλος |
econ. | agricultural adviser | σύμβουλος γεωργικών εφαρμογών |
agric. | agricultural adviser | αγροτικός σύμβουλος |
agric. | agricultural adviser | αγροτικός εμπειρογνώμονας |
law | appoint another adviser or lawyer | διορίζω άλλο σύμβουλο ή δικηγόρο |
fin. | BC-NET network of advisers | δίκτυο συμβούλων επιχειρήσεων BC-NET |
polit. | Bureau of European Policy Advisers | Σώμα συμβούλων ευρωπαϊκής πολιτικής |
fin. | business adviser | σύμβουλος επιχειρήσεων |
gen. | Central Staff Adviser | Σύμβουλος του κεντρικού προσωπικού |
social.sc. | College of Language Advisers | σώμα γλωσσικών συμβούλων |
fin. | commodity trading adviser | σύμβουλος για αγοραπωλησίες παραγώγων που αφορούν προθεσμιακές παραδόσεις εμπορευμάτων |
gen. | Conflict Resolution Adviser | σύμβουλος για θέματα επίλυσης διαφορών |
law, IT | data protection adviser | σύμβουλος προστασίας δεδομένων |
ed. | educational adviser | παιδαγωγικός σύμβουλος |
ed. | educational adviser | κύριος προïστάμενος του εποπτικού προσωπικού |
ed. | educational adviser | επόπτης |
ed. | Educational Adviser holding a secondary school certificate | Eκπαιδευτικός Σύμβουλος κάτοχος απολυτηρίου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης |
ed. | Educational Adviser with teaching qualifications | Eκπαιδευτικός Σύμβουλος κάτοχος των απαιτούμενων προσόντων για τη διδασκαλία |
gen. | election organisation adviser | σύμβουλος οργάνωσης εκλογών |
gen. | Elections Adviser | σύμβουλος για εκλογικά θέματα |
gen. | EU adviser | σύμβουλος της ΕΕ |
lab.law. | Euro-adviser | ευρωσύμβουλος |
empl. | Euro-adviser | ευρω-σύμβουλος |
social.sc., lab.law. | gender adviser | σύμβουλος σε θέματα φύλου |
gen. | Group of Advisers on the Ethical Implications of Biotechnology | Ομάδα συμβούλων για τη δεοντολογία της βιοτεχνολογίας |
med. | hospital adviser | σύμβουλος νοσοκομείου |
fin. | independent financial adviser | ανεξάρτητος μεσίτης χρηματοπιστωτικών προϊόντων |
fin. | investment adviser | σύμβουλος επενδύσεων |
econ. | legal adviser | νομικός σύμβουλος |
polit. | Legal Adviser | Νομικός Σύμβουλος |
unions. | Legal Adviser | Νoμικός Σύμβoυλoς |
law | Legal Adviser | σύμβουλος για νομικά θέματα |
law | Legal Adviser | νομικός σύμβουλος |
agric. | livestock feeding adviser | σύμβουλος διατροφής ζώων |
fin. | local adviser | τοπικός σύμβουλος |
gen. | Logistics Adviser | επιμελητιακός σύμβουλος |
commun., IT | logistics and communication adviser | σύμβουλος διοικητικής μέριμνας και επικοινωνίας |
commun. | media adviser | σύμβουλος μέσων ενημέρωσης |
commun. | media adviser | σύμβουλος για θέματα μέσων μαζικής ενημέρωσης |
gen. | NATO Primary Adviser | κύριος σύμβουλος του ΝΑΤΟ |
UN | Office of the Special Adviser to the Secretary-General on Gender Issues and Advancement of Women | Γραφείο ειδικού συμβούλου του Γενικού Γραμματέα για την ισότητα των φύλων και την προώθηση των γυναικών |
ed. | personnel, training and liaison adviser | σύμβουλος προσωπικού, κατάρτισης και σύνδεσης |
agric. | plant protection adviser | σύμβουλος για τη φυτοπροστασία |
agric. | poultry adviser | σύμβουλος πτηνοτροφικής βιομηχανίας |
gen. | pre-accession adviser | σύμβουλος ενόψει προσχώρησης |
gov., social.sc. | Principal Adviser | Kύριος σύμβουλος |
gen. | Principal Adviser and Special Envoy for Non-proliferation and Disarmament | Κύριος Σύμβουλος και Ειδικός Απεσταλμένος για τη Μη Διάδοση και τον Αφοπλισμό |
ed. | principal educational adviser | κύριος προïστάμενος του εποπτικού προσωπικού |
ed. | principal educational adviser | γενικός επόπτης |
ed. | Principal Educational Adviser | κύριος εκπαιδευτικός σύμβουλος |
gov., law | principal legal adviser | Κύριος νομικός σύμβουλος |
gen. | Principal Legal Advisers | Κύριοι Νομικοί Σύμβουλοι |
law | privileges and facilities of agents, advisers and lawyers | προνόμια και διευκολύνσεις των εκπροσώπων,συμβούλων και δικηγόρων |
polit., law | remuneration of agents, advisers or lawyers | αμοιβή των εκπροσώπων,συμβούλων ή δικηγόρων |
patents. | remuneration of an agent, adviser or advocate | αμοιβή ενός αντιπροσώπου, συμβούλου ή δικηγόρου |
polit. | resident adviser | Μόνιμος Σύμβουλος |
lab.law. | sales adviser | σύμβουλος πωλήσεως "SELF SERVICE" |
gen. | security adviser | σύμβουλος για θέματα ασφάλειας |
gen. | security adviser | σύμβουλος ασφαλείας |
empl. | senior adviser | κύριος σύμβουλος |
energ.ind., UN | Senior Advisers on Energy | Κύριοι Σύμβουλοι των Κυβερνήσεων των Χωρών της ΟΕΕ για την Ενέργεια |
environ., UN | Senior Advisers on Environmental Problems | Κύριοι Σύμβουλοι των Κυβερνήσεων των Χωρών της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη για Προβλήματα Περιβάλλοντος |
social.sc. | social welfare adviser | εργαζόμενος στην κοινωνική πρόνοια |
econ., agric. | socio-economic adviser | κοινωνικοοικονομικός σύμβουλος |
ed. | special adviser | ειδικός σύμβουλος |
ed., school.sl. | State further education adviser's diploma | κρατικό δίπλωμα συμβούλου λαϊκής επιμόρφωσης |
law | status as agents, advisers and lawyers | ιδιότητα εκπροσώπου,συμβούλου και δικηγόρου |
gen. | survey and analysis adviser | σύμβουλος έρευνας και ανάλυσης |
fin., tax. | tax adviser | φοροτεχνικός σύμβουλος |
ed. | teacher-adviser secondary school | καθηγητής-επόπτηςγια τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση |
gen. | technical adviser | τεχνικός σύμβουλος |
gen. | Training Adviser | σύμβουλος για θέματα κατάρτισης |
gov. | Unclassified Adviser | Ειδικός Σύμβουλος |
nat.sc., agric. | viticultural adviser | σύμβουλος αμπέλου |
gen. | Voter Education Adviser | σύμβουλος μέσων εκπαίδευσης |
gen. | Voter Education Adviser | σύμβουλος για την εκπαίδευση των ψηφοφόρων |