DictionaryForumContacts

Morphology analysis
ερευνα (1050) | Verb
ερευνα
ερευνα | Part of speech - not selected
ερευνα
ερευνα | Noun
ερευνα singular, nominative singular, nominative
ερευνω (18) | Verb
1 ερευνω
2 εερευνα
3 ερευνε
4 ερευνεις
5 εερευνες
6 ερευνε
7 ερευνει
8 εερευνε
9 ερευνε
10 ερευνουμε
11 ερευναμε
12 ερευνεtε
13 ερευνεtε
14 ερευναtε
15 ερευνεtε
16 ερευνουν
17 εερευναν
18 εtεερευνω
19 εερευνα
20 ερευνεις
21 εερευνες
22 ερευνε
23 ερευνει
24 εερευνε
25 ερευνε
26 ερευνουμε
27 ερευναμε
28 ερευνtε
29 ερευνεtε
30 ερευναtε
31 ερευνtε
32 ερευνουν
33 εερευναν
34 tεερευνει
35 ερευνει
36 ερευνει
37 ερευνει
38 ερευνει
39 ερευνει
40 ερευνει
41 ερευνει
42 ερευνει
43 ερευνει
44 ερευνει
45 ερευνει