DictionaryForumContacts

   
   >>
Terms for subject General (5535 entries)
一度 κάποτε
一身 όλο το σώμα
一边 ενώ
一心 μόνο
一代 γενιά
一口气 μία ανάσα
一旦 αν
一部分 ένας μέρος
一路 όλος ο δρόμος
一直 πάντα
一致 συνεπής
一致性 συνοχή
一时 προσωρινός
一对 ζευγάρι
μαχαίρι
ανοίγω
开会 κάνω συνεδρίαση
开通 ευρύνους
开脱 δικαιώνω
开头 αρχή