DictionaryForumContacts

   Croatian Greek
A BČ Ć D D Đ E F G H I J K L M N O P R S Š T U V W Y Z Ž   <<  >>
Terms for subject Economy (7127 entries)
radnica γυναικείο εργατικό δυναμικό
Radnička internacionala Εργατική Διεθνής
radnička klasa εργατική τάξη
radnički pokret εργατικό κίνημα
radničko vijeće συμβούλιο της επιχείρησης
radnik koji zarađuje plaću μισθωτός
radnik migrant διακινούμενος εργαζόμενος
radnik s invaliditetom εργαζόμενος με ειδικές ανάγκες
radnik s niskim prihodima φτωχός εργαζόμενος
radnik upućen na rad u inozemstvo εκπατριζόμενος εργαζόμενος
radno aktivno stanovništvo οικονομικά ενεργός πληθυσμός
radno iskustvo επαγγελματική πείρα
radno mjesto τόπος εργασίας
radno okruženje εργασιακό περιβάλλον
radno pravo εργατικό δίκαιο
radno sposobno stanovništvo πληθυσμός σε ηλικία απασχόλησης
radno stanovništvo u poljoprivredi ενεργός γεωργικός πληθυσμός
radno vrijeme διάρκεια της εργασίας
radno vrijeme trgovine ώρα έναρξης της λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων
rafiniranje nafte διύλιση πετρελαίου