Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Greek
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Z
À
<<
>>
Terms for subject
Environment
(19149 entries)
accès aux documents administratifs
πρόσβαση σε διοικητικά έγγραφα
accès aux ressources génétiques
πρόσβαση στους γενετικούς πόρους
accès et partage des avantages
πρόσβαση και συμμετοχή στα πλεονεκτήματα
accès public aux terres
πρόσβαση του κοινού σε έκταση γης
accident
ατυχήματα
accident de criticité
επεισόδιο κρισιμότητας
accident de la route
τροχαίο ατύχημα
accident de navigation
ναυτικό ατύχημα
accident écologique
περιβαλλοντικό ατύχημα
accident environnemental
περιβαλλοντικό ατύχημα
accident majeur
μεγάλο ατύχημα
accident technologique
τεχνολογικό ατύχημα
accidents
ατυχήματα
accidents écologiques
περιβαλλοντικό ατύχημα
accise
φόρος καταναλώσεως
acclimatation
εγκλιματισμός
accord
σύμβαση
accord additionnel de Bruxelles
συμπληρωματική συμφωνία των Βρυξελλών
Accord concernant la Commission internationale pour la protection du Rhin contre la pollution
Συμφωνία περί της Διεθνούς Επιτροπής για την προστασία του Ρήνου από τη ρύπανση
Accord concernant la coopération en matière de lutte contre la pollution de la mer du Nord par les hydrocarbures et autres substances dangereuses
Συμφωνία συνεργασίας για την καταπολέμηση της ρύπανσης της Βόρειας Θάλασσας από τους υδρογονάνθρακες και άλλες επικίνδυνες ουσίες; Συμφωνία της Βόννης
Get short URL