Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
À
Á Â Æ Ç É È Ê Ë Î Ì Í Ï Ñ Ó Ò Ô Œ Û Ü Ú Ù Ÿ
<<
>>
Terms for subject
General
(26674 entries)
pensions définitives
οριστικές συντάξεις
pensions définitives
οριστική σύνταξη
pensions provisoires
προσωρινή σύνταξη
pente limite
γωνία ηρεμίας
peptisation
πεπτιδίωση
per os
από του στόματος
percée
διαχωρισμός
percept
κατανόησις
percept
αντίληψις
percept
αντιληπτό
percuteur
επικρουστήρας
père adoptif
θετός πατέρας
père biologique
βιολογικός πατέρας
père biologique
φυσικός πατέρας
père célibataire
άγαμος πατέρας
père divorcé
διαζευγμένος πατέρας
péréquation de ferrailles
αποζημίωση για παλαιοσίδηρο
perfectionnement interne
εσωτερική επιμόρφωση
perfectionnement passif économique
οικονομικό καθεστώς τελειοποίησης προς επανεισαγωγή
perforatrice a charbon
ανθρακοδράπανο
Get short URL