DictionaryForumContacts

   French Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V WY Z À Á Â Æ Ç É È Ê Ë Î Ì Í Ï Ñ Ó Ò Ô Œ Û Ü Ú Ù Ÿ   <<  >>
Terms for subject Transport (43987 entries)
facilitation διευκόλυνση (της αεροπλοϊας)
facilitation dans le secteur du fret aérien διευκόλυνση της αερομεταφοράς φορτίων
facilitation du contrôle du respect des exigences διευκόλυνση της παρακολούθησης της συμμόρφωσης
facilité d'accès à la destination επίτευξη σκοπού
facilité de conduite ήρεμη οδήγηση
facilité de conduite ευκολία οδήγησης
facilité de conduite εύκολη οδήγηση
facilités de circulation διευκολύνσεις κυκλοφορίας
facilités de déplacement des écoliers διατυπώσεις ταξιδίου για μαθητές
factage-camionnage μεταφορά με φορτηγά αυτοκίνητα
facteur d'occupation βαθμός φόρτωσης οχήματος
facteur d'occupation des places assises ποσοστό κάλυψης καθιστών θέσεων
facteur d'utilisation de la ligne βαθμός αξιοποιήσεως συγκοινωνιακού δικτύου
facteur d'utilisation de la ligne βαθμός χρήσεως συγκοινωνιακού δικτύου
facteur de charge συντελεστής φορτίου
facteur de charge de rafales συντελεστής φόρτου από ριπές
facteur de charge en ressource οριακός συντελεστής φόρτου από ριπές
facteur de charge extrême μέγιστος συντελεστής ασφάλειας
facteur de cisaillement συντελεστής διάτμησης
facteur de délestage συντελεστής μείωσης φόρτου