Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
À
Á Â Æ Ç É È Ê Ë Î Ì Í Ï Ñ Ó Ò Ô Œ Û Ü Ú Ù Ÿ
<<
>>
Terms for subject
General
(26674 entries)
dentelle
δαντέλλα
dentiste
oδovτίατρoς
dentiste
oδovτογιατρός
dénudation
απογύμνωση
dénudé
απογυμνωμένο
dénudé
απογυμνωμένο καλώδιο
départ volontaire
αναχώρηση που δεν πραγματοποιείται με τη βούληση του αλλοδαπού ; αναχώρηση που δεν πραγματοποιείται οικειοθελώς
département "Formes graves de criminalité"
τμήμα σοβαρών μορφών εγκληματικότητας
Département administratif et financier
Τμήμα Διοικήσεως και Οικονομικών
département de l'horticulture
τμήμα κηπουρικής
département de l'inspection et de la surveillance
τμήμα επιθεώρησης και εποπτείας
Département des affaires humanitaires
[des Nations unies]
Τμήμα Ανθρωπιστικών Υποθέσεων
Département des affaires humanitaires
[des Nations unies]
υπηρεσία ανθρωπιστικών υποθέσεων
département fédéral de l'Economie publique
Ομοσπονδιακό Υπουργείο δημόσιων οικονομικών
département fédéral des affaires étrangères
Ομοσπονδιακό Υπουργείο εξωτερικών
Département fédéral des transports, des communications et de l'énergie
Ομοσπονδιακό Τμήμα Μεταφορών, Επικοινωνιών και Ενέργειας
Département Information et communication
Υπηρεσία πληροφόρησης και επικοινωνίας
Département pour les projets de recherche avancée de l'armée
Οργανισμός για την προωθημένη έρευνα επί σχεδίων που αφορούν την άμυνα
Département thématique A1: Politiques économiques et monétaires
Θεματικό Τμήμα Α1: Οικονομική και νομισματική πολιτική
Département thématique A2: Politiques scientifiques
Θεματικό Τμήμα Α2: Επιστημονική πολιτική
Get short URL